Τα διαόλια οι καλικαντζάροι
(Εφημερίδα των συντακτών 6 Ιαν. 2017)
«Την άφησε κωφάλαλη και παράλυτη ο
άγιος, διά να μετανοήσουν με το θαύμα οι αμαρτωλοί», ο τίτλος της είδησης, Κόρινθος
25.4.1955 τα στοιχεία, από το ημερολόγιο που κυκλοφόρησε με το πρωτοχρονιάτικο Βήμα: Σαν άλλοτε, σαν τώρα – Στοιχεία της δεκαετίας του 1950 από το Βήμα.
Η είδηση:
Πάει ένας στον παπά και του λέει
πως η 15χρονη κόρη του η Μαίρη είδε στον ύπνο της, 3 Απριλίου, τον άγιο
Γεώργιο, ο οποίος της είπε να μιλήσει στους χριστιανούς, να μετανοήσουν. Σε
λίγες μέρες, το ίδιο, οπότε και η Μαίρη το λέει στον πατέρα της κι εκείνος στον
παπά. Μεγάλη Τρίτη, ξανά ο άγιος, τη φορά αυτή λέει στη Μαίρη να ανάψει τας
κανδήλας του ναού. Την επομένη πάει η Μαίρη με τον πατέρα της στην εκκλησία του
αγίου, προσεύχεται, ανάβει τα καντήλια, και καθώς βγαίνει μία αόρατος χειρ την
τραβάει απ’ το παλτό. Ξανά ο πατέρας στον παπά. 20 Απριλίου η Μαίρη βλέπει
τέταρτη φορά τον άγιο, που της λέει ότι ξέρει πως οι χριστιανοί δεν πιστεύουν
στον Θεό, και για να πιστέψουν θα κάνει ένα θαύμα: «Θα σε αφήσω κωφάλαλη και
παράλυτη την παραμονήν της εορτής μου, και την άλλη μέρα θα σε κάνω καλά».
Όντως, την παραμονή, 8 το πρωί, μένει κωφάλαλη η Μαίρη και παραλύει και το δεξί
της χέρι. Αλλά τη μέρα της γιορτής την ξαναβρίσκει τη φωνή της. Τέλος καλό, όλα
καλά, τα ανωτέρω «κρατούν εις βαθυτάτην συγκίνησιν τους κατοίκους», ενώ για την
εξακρίβωσή τους «θα διενεργηθή έρευνα υπό της Μητροπόλεως Κορινθίας».
– Άλλο θαύμα, σ’ ένα χωριό του
Πύργου, σύμφωνα με λιγόλογη είδηση της ίδιας μέρας: Ένας χωρικός, «ενώ
εκαλλιέργει τον αγρόν του δι’ ιπποκινήτου αρότρου, έπαθεν απολίθωσιν και
παρέμεινεν ακίνητος ως στήλη άλατος, με τας χείρας τεταμένας προς τα εμπρός». Έτσι
τον βρήκαν έπειτα από δύο ώρες οι συχωριανοί του, που ανησύχησαν όταν είδαν να
γυρίζουν μόνα τους τ’ άλογα στο χωριό: θαύμα, είπαν, και «το γεγονός παραμένει
μέχρι στιγμής ανεξήγητον», καταλήγει το ειδησάριο, που δεν μας λέει καν πότε
και πώς επήλθε η ξεαπολίθωσις.
Το Βήμα τα φταίει· μέρες που αλωνίζουν τα διαόλια οι καλικαντζάροι
γράφονται οι γραμμές αυτές, δεν θέλει και πολύ να τσιμπήσεις, το θέμα σ’ το
υποβάλλει ο τίτλος κιόλας της είδησης, σκέφτεσαι πού αρχίζει και πού τελειώνει
η θρησκοληψία, μήπως, λέω μήπως, και η θεομπαιξία –εξ αντικειμένου ή εξ
υποκειμένου, λίγη σημασία έχει εντέλει.
– Μα είναι κι άλλη σύμπτωση: σ’ ένα
τηλεοπτικό περιοδικό της βδομάδας που τρέχει, στην επετειακή στήλη «Πώς να
ξεχάσω… πώς…», με χαρακτηριστικές στιγμές του 2016, διάβασα ένα εντυπωσιακό
παραμιλητό του Πέτρου Γαϊτάνου στη νυχτερινή εκπομπή του Αρναούτογλου. Εντάξει,
Γαϊτάνος, Αρναούτογλου, κλέβω εκκλησία, όμως τον φιλοχρυσαυγίτη Γαϊτάνο
ξεπλένει ο καθωσπρέπει και υπεράνω Χατζηνικολάου, μοιράζοντας συνέχεια τα
άγευστα ψαλτικά του –μαζί με τα εθνοπατριωτικά ιστορικά πονήματα του Σαράντου
Καργάκου, βεβαίως.
Αναζητήστε το στο διαδίκτυο,
ελάχιστα μπορώ να βάλω εδώ:
«Ακόμα και η τεκνογονία και ο γάμος
είναι αμαρτωλές καταστάσεις. Νομίζουμε ότι ο γάμος είναι απάγκιο και
προορισμός. Ο προορισμός μας δεν είναι ο γάμος, ούτε η τεκνογονία. Το μυστήριο
του γάμου είναι μια συγκατάβαση Θεού. Είναι αμαρτία και αυτό. [...] Δεν
χρειάζεται να υπάρχει ο ανθρώπινος πληθυσμός. Ο ανθρώπινος πληθυσμός υπάρχει,
γιατί αυτή είναι η αμαρτία του. [...] Η ανθρωπότητα όπως υπάρχει τη στιγμή
αυτή, που γεννιέται και πεθαίνει, είναι απόδειξη της ατέλειάς της, δεν είναι
κάτι υγιές, είναι αρρωστημένο. [...] Εδώ σε αυτή τη ζωή το ότι πεθαίνουμε
δείχνει την κατάντια μας. Ο θάνατος δεν ταιριάζει στον άνθρωπο, ούτε ο Θεός
έπλασε τον άνθρωπο για να πεθαίνει, τον έπλασε αθάνατο».
– Όμως ο θάνατος είναι δώρο του
Θεού στον άνθρωπο, μου θύμισαν τα διαόλια οι καλικαντζάροι –μου θύμισαν πως τέτοια
έλεγε ο Παΐσιος, τα ’χω γράψει και ξαναγράψει, τώρα όμως μου θύμισαν τον
πολυδοκτοράτο άγιο Μεσογαίας, με τα Χάρβαρντ και τα ΜΙΤ του, τις αστροφυσικές
και τις βιοϊατρικές τεχνολογίες του. Ο οποίος άγιος, σε διεθνές συνέδριο
πρόπερσι στη Χάλκη, με θέμα τον άνθρωπο μπροστά στον θάνατο από καρκίνο, είπε
αυτό ακριβώς, ότι ο θάνατος είναι δώρο Θεού, και όσο νεότερος πεθαίνει κανείς
τόσο μεγαλύτερο το δώρο. Και γύρισε και τον ρώτησε ο Παντελής Μπουκάλας πώς τότε
έγραψε πενήντα τόσα επιτάφια επιγράμματα ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός για τη
μητέρα του τη Νόννα και ουκ ολίγα για τον αδερφό του τον Καισάριο, που πέθανε
νέος, στα 38 του.
Όντως: «Τι σόι δικαιοσύνη είναι
αυτή;» ποία δίκη; αναρωτιέται ο άγιος
Γρηγόριος (επίγρ. 75), να δέχεται ο τάφος το παιδί πριν από τους γονείς του; «Ποιος νόμος, ποια δικαιοσύνη»,
επαναλαμβάνει αλλού (80), και «βλασφημεί» κιόλας: «Πώς το δέχτηκες αυτό,
βασιλιά των θνητών;»
Διαφωνίες αγίων, διαολιές των
καλικαντζάρων. Χρόνια πολλά και πάλι.