28/1/17

Τρέχω, τρέχοντας ένα πρόγραμμα

(Εφημερίδα των συντακτών 28 Ιαν. 2017)


«Τραμπουκίζει την Ευρώπη» ήταν ο πρωτοσέλιδος τίτλος εδώ τις προάλλες (17/1), απολύτως εύγλωττος, καθώς τυπωνόταν πλάι σε φωτογραφία του νέου πλανητάρχη, αλλά και με το όνομά του: «Τραμπ», μέσα στο «Τραμπουκίζει», τυπωμένο με διαφορετικό χρώμα από τον υπόλοιπο τίτλο. Μολονότι δεν είναι απολύτως του γούστου μου αυτοί οι λογοπαικτικοί τίτλοι, με ενθουσίασε, θα έλεγα, η μεταβατικοποίηση του νεότατου, έτσι κι αλλιώς, ρήματος τραμπουκίζω. Γιατί παλιός είναι ο τραμπούκος και ο τραμπουκισμός, νεότερο όμως το ρήμα, που σχηματίστηκε θαρρείς για να χρησιμοποιηθεί αμέσως σαν μεταβατικό: «τραμπούκισαν τον βουλευτή τάδε», παραστατικότατο συνώνυμο του λόγιου προπηλακίζω.

Ανάλογα θα λέγαμε για το επίσης νεότερο βανδαλίζω, που ήρθε να πλουτίσει την οικογένεια των παλαιών βάνδαλος και βανδαλισμός, πάλι σαν μεταβατικό: «οι γνωστοί άγνωστοι βανδάλισαν τα αγάλματα…»

Κι όμως, είναι εντυπωσιακή η συχνότητα με την οποία καταγγέλλεται, σαν επιτομή της αγραμματοσύνης, της κακοποίησης της γλώσσας κτλ., η μεταβατικοποίηση λ.χ. τού διαρρέω: «διαρρέει/διέρρευσε την είδηση», αντί: άφησε να διαρρεύσει η είδηση, ή διέρρευσε η είδηση. Είναι όμως παμπάλαιη η τάση να γίνεται μεταβατικό ένα αμετάβατο ρήμα, η ίδια που έκανε μεταβατικό το αμετάβατο ανεβαίνω: ανεβαίνω τη σκάλα, ή το κατεβαίνω: κατεβαίνω το ποτάμι. Στο διαρρέω μάλιστα, πέρα από την ισχυρή αυτή τάση, μπορούμε επιπλέον να εντοπίσουμε έναν βασικό λόγο που οδηγεί στην απόκλιση/αλλαγή και την υποστηρίζει: η διαρροή μιας είδησης, αντίθετα από τη διαρροή νερού από την τρύπια σωλήνα, κρύβει σκοπιμότητα, υπάρχει δηλαδή δρων υποκείμενο, υπάρχει δράστης: ιδού: ο ορισμός του μεταβατικού ρήματος.

Άλλο παράδειγμα, ακόμα πιο φρέσκο, όπου ένας καθαρός αγγλισμός, η μετάφραση της φράσης to run a business: «τρέχω μια επιχείρηση», με την έννοια προφανώς τού διευθύνω, με μεταβατικό τώρα το αμετάβατο τρέχω, βρήκε απροσδόκητα ισχυρό σύμμαχο από τη γλώσσα των υπολογιστών: σήμερα ακόμα κι ένα μικρό παιδί «τρέχει ένα πρόγραμμα». Θεωρώ και εδώ αρκετά πιθανό να επικρατήσει ο παραστατικός αγγλισμός, όπως σημείωνα πιο παλιά, σε κείμενο για τους ξενισμούς, και το τρέχω να γίνει μεταβατικό, καθώς μάλιστα προσφέρεται και σε συναφείς χρήσεις: «τρέχει την υπόθεση»· «ο Χ. τρέχει τα πράγματα όσο καλύτερα γίνεται»· «γιατί δεν το τρέξατε αυτό το θέμα;» κτλ.

Ταχύτατα μοιάζει να μετατρέπεται σε μεταβατικό και το επικοινωνώ: «ένα είναι σίγουρο, και το λέω, και το επικοινωνώ στον κόσμο» είχα ακούσει να λέει εμφατικά ο Καραμανλής ο νεότερος. Από τότε βαρέθηκα να το σημειώνω, και στον ίδιο μάλιστα: ήταν το αγαπημένο του –του λογογράφου του, προφανώς. Σήμερα διάφοροι «επικοινωνούν τις απόψεις τους», ενώ άκουσα και για «τραγούδια που πρέπει να επικοινωνηθούν» κ.ά.

Προφανώς το ρ. επικοινωνώ έχει μεγαλύτερη εκφραστική δύναμη από το μεταφέρω, διαδίδω, κοινοποιώ κτλ., εμπεριέχει το λογιότερο: κοινωνώ, που αυτό είναι και αμετάβατο («την Κυριακή θα κοινωνήσω») και μεταβατικό («τον κοινώνησε ο παπάς»), και βοηθά έτσι στην παραπέρα μεταβατικοποίηση, και του επικοινωνώ αλλά και του ίδιου, με την ίδια ακριβώς σημασία: «είναι απαραίτητο να κοινωνήσουμε τις απόψεις μας». Ενώ κάποιο ρόλο πρέπει να παίζει και η πλούσια και λόγια προίκα τού κοινωνώ: κοινωνός των ιδεών, κοινωνός των απόψεών του κτλ.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, δίπλα ιδίως στο διαρρέω, παρουσιάζει η απολύτως σιωπηρή μεταβατικοποίηση του απαντώ! Το οποίο δηλαδή έχει γίνει επί των ημερών μας μεταβατικό, δίχως ν’ ανοίξει ρουθούνι, δίχως να το πάρει είδηση κανείς απ’ όσους έμαθαν και στηλιτεύουν το διαρρέω την είδηση: στη φράση απαντώ την ερώτηση, βλέπετε, είναι ασήμαντη η διαφορά από το στην στο την, όταν μάλιστα αποπίσω είναι το πανίσχυρο αγγλικό to answer the question, απαντώ λοιπόν «την ερώτηση» και κυρίως: «να απαντηθεί / δεν απαντήθηκε η ερώτηση» κτλ., αντί: να δοθεί απάντηση / δεν δόθηκε απάντηση: άλλος ένας ξενισμός, που πατάει στην ισχυρή τάση της μεταβατικοποίησης, συν άλλος ισχυρός μηχανισμός της γλώσσας, η βραχυλογία, και η αλλαγή είναι γεγονός –στάθηκα ελάχιστα εδώ, ενώ είναι τεράστιο το θέμα τι και πότε συνειδητοποιούμε σαν απόκλιση/αλλαγή και κυρίως πώς (ή πού, πότε και γιατί) διαβαθμίζεται η αντίδρασή μας απέναντι στην απόκλιση και έπειτα στην αλλαγή.

Γενικότερα, η γλωσσική κυρίως αλλαγή συναντούσε πάντα και εύλογα αντιδράσεις. Αρκεί ωστόσο να αναλογιστούμε τις αντιδράσεις τις οποίες θα γέννησε η αλλαγή λόγου χάρη από το ανήρ στο άνδρας, ή, στο θέμα μας και ανατρέχοντας στα πρώτα παραδείγματά μας, το ανεβαίνω τη σκάλα και κατεβαίνω το ποτάμι:

Όπου τώρα ούτε το αρχικά λάθος, δηλαδή η μεταβατικοποίηση ενός αμετάβατου ρήματος, ανιχνεύεται πια, ούτε καν έχουμε συνείδηση πως αυτές οι εκφράσεις αποτελούν προϊόν ακριβώς γλωσσικής αλλαγής –και φυσικά ούτε την αλλαγή από το αναβαίνω στο ανεβαίνω και από το καταβαίνω στο κατεβαίνω αντιλαμβανόμαστε!

Μένει να κατέβουμε τη σκάλα της λαθολογίας και της συναφούς κινδυνολογίας.

buzz it!