18/9/11

Ιδού η πόρτα, ιδού και το πήδημα

Αυγουστιάτικες διακοπές τέλος, μπαίνει ο Σεπτέμβρης, ετοιμάζεται η σαββατιάτικη σελίδα μου για τα Νέα. Η σελίδα παραδίδεται ημέρα Τετάρτη, την Πέμπτη έχω δει και το τελικό στήσιμο, συνήθως Πέμπτη αργά το βράδυ, Παρασκευή πρωί, το Βιβλιοδρόμιο φεύγει για το τυπογραφείο.

Η άφαντη σελίδα
Το Σάββατο 3/9 που κυκλοφορεί η εφημερίδα η σελίδα μου δεν υπάρχει. Τηλεφώνημα στον αρχισυντάκτη, δεν έχει ιδέα. Τηλεφώνημα στη Μικέλα Χαρτουλάρη, υπεύθυνη του Βιβλιοδρομίου, δεν έχει ιδέα, μένει μάλιστα κατάπληκτη αφού την είχε δει τη σελίδα κανονικά στη θέση της.

διαβάστε τη συνέχεια...

Τρεις μέρες μετά, Τρίτη 6/9, ειδοποιούμαι από τη Μικέλα Χαρτουλάρη πως η συγκεκριμένη σελίδα που για άρρητους πάντοτε λόγους κόπηκε, θα πληρωθεί, αλλά η σελίδα εν γένει σταματά. Με εντολή του κ. Χρ. Μεμή, του διευθυντή της εφημερίδας, παύω να γράφω –μέχρι νεωτέρας. Η απόφαση έχει, λέει, σχέση με τις περικοπές, που ξεκινούν από τους εξωτερικούς συνεργάτες, όπως η αφεντιά μου.

Είναι αλήθεια πως το Βιβλιοδρόμιο από καιρό συρρικνώνεται, από τις 16 σελίδες έφτασε τις 6· αν τώρα ένας νέος ενδεχομένως κύκλος περικοπών τυχαίνει ν’ αρχίζει από μένα, παραμένει αξιοσημείωτο ότι πρώτα κόπηκε, «επί του πιεστηρίου», μια έτοιμη σελίδα και μετά ανακοινώθηκε η διακοπή της συνεργασίας; η αναστολή της συνεργασίας; Άγνωστο. Το μόνο σίγουρο είναι η κατάργηση της συγκεκριμένης στήλης.

Δεν έχει νόημα να σταθώ σε ιδέες-προτάσεις που έγιναν στην ίδια τηλεφωνική συνομιλία, αφού ήταν ανεπίσημες και προφανώς από φιλικό ενδιαφέρον, ιδέες-προτάσεις που μπορεί ωστόσο να αντικατόπτριζαν μια νέα γραμμή της εφημερίδας, να ’γραφα δηλαδή περιστασιακά, και αμισθί, κάποιο σχόλιο, για τις μπροστινές πια σελίδες κτλ.

Η πόρτα;
Περιορίστηκα να αναρτήσω εδώ την κομμένη σελίδα, χωρίς κανένα απολύτως σχόλιο, περιμένοντας τις εξελίξεις. Τους λόγους του κοψίματος ήξερα πως δε θα τους μάθω ποτέ, δε λέγονται συνήθως τέτοια πράγματα. Και εξελίξεις δεν υπήρξαν. Έπρεπε τώρα πια να συνυπολογίσω το κόψιμο κι άλλης σελίδας, δύο μόλις μήνες πριν, και το έμμεσο κόψιμο ενός ακόμα κειμένου, εντέλει μια γενικότερη δυσκολία στη συνεργασία, ιδίως τους τελευταίους μήνες, αφότου δηλαδή άρχισε η καινούρια στήλη «Στην αγορά» -και το τοπίο φωτιζόταν πλήρως.

Πλησίαζε δεύτερο Σάββατο του Σεπτεμβρίου χωρίς την τακτική στήλη μου, όφειλα να προλάβω εικασίες και ερμηνείες. Παραταύτα δεν το αποφάσιζα, ώσπου με πρόλαβαν άλλα: Ένα δημοσίευμα στην κυριακάτικη Αυγή, ένα στο ιστολόγιο του Ν. Σαραντάκου, για τα οποία κι ευχαριστώ θερμότατα, καθώς και η ανάρτηση του δημοσιεύματος της Αυγής στον ιστότοπο buzz, με τίτλο: «Απόλυση (;) του Γιάννη Χάρη» και την επισήμανση ότι «Ο ίδιος δεν έχει γράψει ακόμα κάτι στο μπλογκ του».

Έσπευσα τότε να γράψω, έτσι κι αλλιώς δεν περίμενα τίποτα πια από την εφημερίδα.

Η σωστή πίτα κι ο χορτάτος σκύλος
Η εφημερίδα, κι εδώ μεταφέρω πια ακριτομυθίες, φαίνεται πως ενοχλήθηκε: από τη δημοσιότητα; και από τα σχόλια αναγνωστών; από το γεγονός ότι κοινοποίησα τη διακοπή συνεργασίας; ενοχλήθηκε που δεν δέχτηκα την πρόταση που δεν μου έγινε ή που θα μου γινόταν; Και που πάντως θα ήταν, αν ήταν, πρόταση για κάποιο σχόλιο αντί για την τακτική εβδομαδιαία σελίδα, οπότε, αν και εφόσον ήταν με αμοιβή, με τα δεδομένα των αμοιβών των συγκεκριμένων κομματιών, θα μιλούσαμε για περικοπή πάνω από 70%, ή αλλιώς για γενναία υποβάθμιση.

Ή αλλιώς για –άλλη μία;– υπόδειξη της πόρτας προς την έξοδο.

Από την εκδοχή της υποβάθμισης ή της ώθησης προς την έξοδο, για λόγους αυτοπροστασίας προτίμησα και προτιμώ να πιστεύω την εκδοχή της διακοπής συνεργασίας, μένοντας στο μόνο σίγουρο δεδομένο, την κατάργηση της τακτικής στήλης του Βιβλιοδρομίου.

Το άλλο σίγουρο είναι πως μια άτυχη χρονιά, σημαδιακά 13η, όπως έγραψα, δεν μπορεί να σκιάσει μια 12χρονη πλούσια και ανέφελη διαδρομή. Κι έτσι, το ξαναλέω, «η σελίδα φεύγει χορτάτη».

Τα τηλεοπτικά
Με τον κ. Χρίστο Μεμή, που διαδέχτηκε τον Παντελή Καψή στη διεύθυνση, δεν φάνηκε αρχικά να υπάρχει πρόβλημα. Ίσα ίσα, από εκτίμηση προφανώς, μου ζητήθηκε να γράψω διάφορα εκτάκτως, τη μια για τα συνθήματα του Γιούρο 2004, την άλλη για το γκολ του Τοροσίδη στο Μουντιάλ, την άλλη για ένα βιβλίο που ξεχώρισα, και άλλα, που δεχόμουν κάθε φορά να τα γράψω, για να μη φανεί διαφορετικά σαν άρνηση να συνεργαστώ ειδικά με τη νέα διεύθυνση.

Τον περασμένο Οκτώβριο μου ζητήθηκε να γράφω, σε μονιμότερη βάση, και σχόλια τηλεοπτικά. Αμήχανος και προβληματισμένος, πώς απορρίπτεις μια πρόταση που γίνεται από καλή προαίρεση, όμως ελάχιστη σχέση έχει με το αντικείμενό σου, ανέσυρα σαν αντιπρόταση μια παμπάλαιη ιδέα μου, που όλο τη συζητούσα με την εφημερίδα κι όλο την ξανάβαζα στο συρτάρι, για μια πολυθεματική σελίδα, πιο ευέλικτη, που ως εκ τούτου θα μπορούσε κάποια φορά να ’χει και κάποιο τηλεοπτικό σχόλιο, για τον Λαζόπουλο π.χ.

Άρεσε η ιδέα, μου ζητήθηκε κάποιο δείγμα, έκανα δύο πλήρεις σελίδες, με τρία κειμενάκια η καθεμιά, και μια δόση άτιτλα σχόλια, που θα συνόδευαν σ’ ένα μονόστηλο τα κυρίως κείμενα. Τα θέματα ήταν διάφορα, όπως διάφορα έγραφα εδώ και χρόνια, πολιτικά, κοινωνικά, γλωσσικά –αυτά σε ποσοστό 50% στο σύνολο: έχει σημασία αυτό. Άρεσαν και τα κείμενα, οι σελίδες δηλαδή, και μου δηλώθηκε πως θα αρχίσουμε μετά τα Χριστούγεννα, καθώς η εφημερίδα ανασχεδιαζόταν.

Οι ωδίνες της νέας στήλης
Μήνα Μάρτιο, σαν για να μπούμε στον 13ο χρόνο που έλεγα, αφού Μάρτιο του 1999 είχα πρωτοξεκινήσει, μου ανακοινώνεται πως αρχίζουμε. Στέλνω την καινούρια σελίδα, ο διευθυντής σχεδιάζει να τη βάλει σε προνομιακή, είναι η αλήθεια, θέση, στο τέλος του ενθέτου Νσυν, τη δίνει στη γραφίστρια να τη στήσει, και θα με ειδοποιήσει. Ειδοποιούμαι, η Κατερίνα Μάρουσιτς έχει στήσει μια υπέροχη σελίδα με μια ακόμα πιο υπέροχη φωτογραφία στο κυρίως κείμενο, που είναι σχετικό με τους μετανάστες και την «Υπατία», κι ώσπου να δούμε κάποιες μικροαλλαγές με φωνάζει ο διευθυντής:

«Έδωσα τη σελίδα να στηθεί» μου λέει, «αλλά δεν είχα διαβάσει τα κείμενα. Τώρα που τα διάβασα, βλέπω ότι δεν είναι αυτά που συμφωνήσαμε». Απορώ. «Είναι σαν αυτά που έγραφες ώς τώρα» συνεχίζει. «Μα φυσικά είναι σαν αυτά που έγραφα ώς τώρα· πώς αλλιώς;» απάντησα. «Μα είχαμε πει για τηλεοπτικά» μου λέει, «Όχι» του λέω, και ψάχνει να βρει τα δείγματα. Τα διατρέχει, βλέπει πως είναι όπως του έλεγα: Είχε περάσει καιρός από τη σχετική συζήτησή μας, πάνω από 5 μήνες, είχε ίσως μείνει με την αρχική ιδέα τη δική του. «Τότε όμως πρέπει να το ξανασκεφτώ και να ξαναστηθεί η σελίδα, δεν είναι για τη θέση που την είχα», μου λέει, ήταν ημέρα Τετάρτη, την Πέμπτη είχαν απεργία, «δεν ξέρω αν προλάβουμε γι’ αυτό το Σάββατο, αλλιώς πάμε για το επόμενο» συνεχίζει, «οπότε θα σε ειδοποιήσω Δευτέρα-Τρίτη».

Και το ανεπίκαιρο
Παρά την απεργία, η σελίδα ετοιμάστηκε, όμως δεν μπήκε εκείνο το Σάββατο. Ούτε Δευτέρα ειδοποιήθηκα, ούτε Τρίτη, την Τετάρτη πια έστειλα ιμέιλ, απάντηση δεν ήρθε, πέρασε και το άλλο Σάββατο, πάλι δεν μπήκε η σελίδα, θέμα γενικότερου σχεδιασμού ακόμα, σκέφτηκα, στέλνω άλλο ιμέιλ: «Πότε αρχίζουμε» – «Περιμένω τη σελίδα, δεν είχες τίποτα συνημμένο» ήταν η απάντηση – «Μα» υπενθυμίζω «η σελίδα είναι έτοιμη, απλώς δεν είχε προλάβει τότε με την απεργία», ωστόσο την ξαναστέλνω, έρχεται και το άλλο Σάββατο, πουθενά η σελίδα, ξαναρωτώ, «Περιμένω να στείλεις κάτι πιο επίκαιρο» ήταν τώρα η απάντηση. Απόρησα, είν’ η αλήθεια, γιατί δεν μου είχε δοθεί αυτή η απάντηση απ’ την προηγούμενη βδομάδα· εν πάση περιπτώσει, βάζω στην μπάντα απορίες και, ομολογώ, κάποιες ανησυχίες, στέλνω «κάτι πιο επίκαιρο», αναρτώ το «ανεπίκαιρο» κείμενο εδώ στο μπλογκ, υιοθετώντας μάλιστα τη δικαιολογία της εφημερίδας, και η καινούρια στήλη εμφανίζεται μέσα πια Απριλίου –την πρώτη φορά χωμένη μετά τις σελίδες με τους κινηματογράφους, από κει κι έπειτα στο Βιβλιοδρόμιο.

Το φάντασμα των τηλεοπτικών
Και συνεχίζει η στήλη. Αδιατάρακτα; Δεν θα το ’λεγα. Και οι ανησυχίες με συνοδεύουν και όλο και φτάνει στ’ αφτιά μου ο απόηχος κάποιας ίσως δυσαρέσκειας, ότι δεν γράφω ό,τι συμφωνήσαμε –αμάν, πάλι αυτά τα τηλεοπτικά; δεν ξέρω.

Πάντως συνεχίζω. Ο τύπος της καινούριας σελίδας, δύο θέματα τη βδομάδα, συν μερικά σχόλια, δεν είναι απλώς η διπλάσια δουλειά που καταρχήν σημαίνει η δεκαπενθήμερη σελίδα που γίνεται εβδομαδιαία· σημαίνει άλλου τύπου εργασία, περίπου συνεχή, οσοδήποτε χαλαρή αλλά πάντως συνεχή, ενασχόληση. Έχει και τα καλά του αυτό, έχει τη γοητεία του, προϋποθέτει όμως κέφι. Και από τις δυο μεριές.

Ο από μηχανής
Κάποια στιγμή, σύμπτωση ή αφορμή, το ιμέιλ ενός αναγνώστη, που φτάνει στις «επιστολές» της εφημερίδας, οι «επιστολές» το προωθούν στον διευθυντή και ο διευθυντής σ’ εμένα. Θεώρησα πως είναι για ν’ απαντήσω, δημοσιεύω στη στήλη μου το ιμέιλ, που αναφέρεται σε σχόλιό μου για τον Μπαμπινιώτη, και σχολιάζω, ούτε τα φαιδρά ούτε τα ιταμά του, παρά μόνο ένα ουσιαστικό σημείο.

Το άλλο ψαλίδι
Και αυτή η σελίδα ετοιμάστηκε, και Πέμπτη βράδυ, όταν είναι πανέτοιμο το Βιβλιοδρόμιο, μου τηλεφωνεί η Μικέλα Χαρτουλάρη και μου ανακοινώνει πως η σελίδα κόπηκε: Δε γίνεται να γράφω για τον Μπαμπινιώτη, που γράφει στο αδελφό Βήμα, ήταν η παρατήρηση-εντολή που μου μεταφέρθηκε, δεοντολογία που επιστρατεύτηκε ξαφνικά έπειτα από δώδεκα ολόκληρα χρόνια, όταν έγραφα πολύ συχνότερα για τον Μπαμπινιώτη, σε σχέση με ένα σκέτο σχόλιό μου τώρα. Να μη γράφω λοιπόν για τον Μπαμπινιώτη, και γενικότερα για γλωσσικά θέματα, αλλά για πράγματα «πιο επίκαιρα» –ξανά το φάντασμα των τηλεοπτικών;

Για να διευκολύνω τα πράγματα, φτιάχνω αμέσως καινούρια σελίδα, με άλλο κείμενο που είχα έτοιμο. Το κομμένο κείμενο το ανάρτησα εδώ στο μπλογκ, χωρίς κανένα σχόλιο πάλι για την περιπέτειά του, που θα εξέθετε λ.χ. την εφημερίδα.

Τώρα όμως τα πράγματα ήταν σοβαρότερα. Πλάι στις παλιές ανησυχίες μου, έπειτα από το κείμενο για τους μετανάστες, την ενδιάμεση δυσαρέσκεια για τα μη τηλεοπτικά κείμενά μου, τώρα ερχόταν ρητή απαγόρευση για τα γλωσσικά θέματα. Τι άλλο έμενε;

Έγραψα ένα σχετικά εκτενές γράμμα στη διεύθυνση, εκθέτοντας την ιστορία της συνεργασίας μου με την εφημερίδα, που ξεκίνησε αποκλειστικά με γλωσσικά: όχι πως έπρεπε να είναι δεσμευτικό αυτό για μια καινούρια διεύθυνση ή μια διαφορετική αντίληψη για την εφημερίδα, έπρεπε ωστόσο να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα, καθώς μάλιστα τα γλωσσικά αποτελούσαν, όπως έγραψα, το 50% της ύλης των δειγμάτων που είχα υποβάλει για την καινούρια στήλη. Απάντηση, εύλογα, θα έλεγα, δεν ήρθε. Που από μιαν άποψη σήμαινε πως συνεχίζω. Μέχρι νεωτέρας, τουλάχιστον.

Ήμασταν ήδη Ιούλιο, τον Αύγουστο, όπως είπαμε, διακοπές, και με τον Σεπτέμβριο, με μια σελίδα με κείμενα πάντως όχι γλωσσικά, νά τη η «νεωτέρα».

Εδώ ήρθαμε, εννοώ από εδώ ξεκίνησε αυτή η μακροσκελής εξιστόρηση. Τα συμπεράσματα είναι εύκολα, νομίζω.

buzz it!