Η διαλεκτική του καθρέφτη
Άλλη μια συνέχεια στην ιστορία με το Μανιφέστο των Τριών για τις παρεμβάσεις στα θέατρα, το «κείμενο οργής» των Δοξιάδη-Θεοδωρόπουλου-Μάρκαρη.
διαβάστε τη συνέχεια...
Έπειτα και από τις αντιδράσεις που υπήρξαν, ακολούθησε, στις 3/1, επιφυλλίδα του Τάκη Θεοδωρόπουλου , που ξανάγραφε, και ούτε καν με άλλα λόγια, το αρχικό κείμενο (βλ. και εδώ, κεφ. 2). Αυτήν πάντως τη φορά το βάρος έπεφτε στην παραπέρα ανάπτυξη του χαρακτηρισμού «ενοχικοί μεσήλικοι» τον οποίο είχαν εξαρχής αποδώσει σε όσους επιμέναμε πως επείγει να δούμε από κοντά την εφ’ όλης της ύλης αμφισβήτηση και την τυφλή οργή των νέων.
Μάλλον δεν θεωρήθηκε ικανοποιητική η ανάπτυξη του θέματος. Έτσι, 24/1, ακολούθησε επιφυλλίδα και δεύτερου εκ των τριών, του Απόστολου Δοξιάδη, που και αυτή επέμενε στους ενοχικούς μεσηλίκους, εντοπίζοντας μάλιστα την πηγή της ενοχής των μεσηλίκων στα χρόνια της χούντας, με οιονεί ψυχαναλυτικό πλην εσφαλμένο μαθηματικά τρόπο (βλ. εδώ, κεφ. 3).
Πάλι όμως χρειάστηκε συμπλήρωμα. Το τελευταίο Σάββατο, 31/1, ο Τ. Θεοδωρόπουλος επανήλθε, ξαναγράφοντας την προηγούμενη επιφυλλίδα του, εκείνη η οποία είπαμε πως ξανάγραφε το αρχικό του «κείμενο οργής». Πάλι οι μεσήλικοι κι ο λυρισμός τους κτλ.
Δεν θεωρώ γενικά αρνητικό, ούτε καν άσκοπο, το να επανέρχεται κανείς και να αναπτύσσει όσο καλύτερα νομίζει κάθε φορά τις θέσεις του. Ένα μόνο θα ήθελα να επισημάνω, επειδή επιλογίζει ό,τι θα χαρακτήριζα αυτιστική στάση απέναντι σε μείζονα προβλήματα, στάση που επισημάνθηκε ήδη από πολλούς.
Ο Τ. Θεοδωρόπουλος κλείνει την τελευταία -–μέχρι νεωτέρας-– επιφυλλίδα του με τα εξής:
«Κάτι τελευταίο: κατανοώ απολύτως την αγανάκτηση του συμπαθούς κατά τα άλλα Γιώργου Σαρηγιάννη [σ.σ. καλλιτεχνικού συντάκτη της εφημερίδας και θεατροκριτικού του Ταχυδρόμου] για την επιστολή που υπέγραψα μαζί με τον Απόστολο Δοξιάδη και τον Πέτρο Μάρκαρη. Γράφει και ξαναγράφει στη στήλη του οικτίροντας την αναλγησία μας και ζητώντας μας λίγο ως πολύ την επόμενη φορά να σιωπήσουμε αν είναι να λέμε τέτοια.
»Και τον κατανοώ διότι αν είσαι υποχρεωμένος να παρακολουθείς τόσες πρεμιέρες τον χρόνο -–πολλές παραπάνω πάντως από τις εργάσιμες ημέρες–- η μόνη σου ελπίδα για να γλιτώσεις είναι να μπει κάποιος και να διακόψει μια από αυτές.
»Απλώς πολύ θα ήθελα να ξέρω τι θα κάνουν όλες αυτές οι προοδευτικές συνειδήσεις την επόμενη φορά όταν την όποια πρεμιέρα θα αποφασίσουν να τη διακόψουν έξαλλες θεούσες, επειδή έκριναν πως τα τεκταινόμενα επί σκηνής προσβάλλουν τα χρηστά ήθη. Όταν μιλάμε για έλλειμμα δημοκρατικής παιδείας για κάτι τέτοια μιλάμε».
Προσπερνούμε το περίλαμπρο ευφυολόγημα για την ανακούφιση του Σαρηγιάννη που γλίτωσε μια πρεμιέρα. Πάμε στο τέλος, στο ζουμί, με τη ρητορική τάχα ερώτηση τι θα κάνουμε «όλες εμείς οι προοδευτικές συνειδήσεις» απέναντι σε έξαλλες θεούσες που θα διακόψουν μελλοντικά κάποια παράσταση!
Εδώ ο Τ.Θ., με μια εντυπωσιακή, νομίζει, χειρονομία, νομίζει πως μας έκλεισε το στόμα. Αλλά μάλλον ξεχάστηκε, ξέχασε για τι γράφει, γιατί αυτή η αντιπαράθεση: προϋποθέτει, θεωρεί δεδομένη, μια εξίσωση που δεν είναι κοινής αποδοχής: «Απολίτιστοι», «φασιστοειδή», όσοι διέκοψαν τώρα παραστάσεις, «απολίτιστες», «φασιστοειδείς» και οι θεούσες που θα διακόψουν ίσως παραστάσεις! Έτσι, όσοι επικρότησαν την πρωτοβουλία των παιδιών του Δεκέμβρη, οφείλουν να χειροκροτήσουν και τις θεούσες! Όμως, ενώ είναι αυτονόητο το δεύτερο σκέλος της θεοδωροπούλειας εξίσωσης -–σχετικά με τις θεούσες-–, δεν είναι διόλου το πρώτο -–για τα παιδιά που διέκοψαν τις παραστάσεις.
Γι’ αυτό μίλησα για αυτισμό, στη θέση τής οσοδήποτε έντονης, γιατί όχι, πολιτικής αντιπαράθεσης ή αντιπαλότητας.
Η διαλεκτική του καθρέφτη, με άλλα λόγια.