5/4/07

Γραφικός ναι, ακίνδυνος όχι [epitafios show, II]

Τα Νέα, 14 Μαΐου 2005

Να του το δώσουμε το γήπεδο του Παναθηναϊκού στην Αλεξάνδρας, να φτιάξει την καινούρια του μητρόπολη, έτσι όπως το ζήτησε από τις πρώτες κιόλας μέρες της αρχιεροσύνης του –έτσι δηλαδή όπως μωροφιλόδοξα ιεράρχησε τις ανάγκες της Εκκλησίας (του).

Να του το δώσουμε. Να γλιτώσουμε τουλάχιστον την εθιμική πια απρέπεια –αυτήν που ο ίδιος καθιέρωσε–, κάθε Μεγάλη Παρασκευή στην πλατεία Συντάγματος, με την πλάτη στη Βουλή (το άπαν της σημειολογίας!), ή έστω απλώς μπροστά στη Βουλή, στον φερόμενο ναό της Δημοκρατίας, να καμαρώνει ο λόγω και έργω υβριστής της.

διαβάστε τη συνέχεια...

Είναι οπωσδήποτε για να γελάς, από τη μια. Σκαρφίστηκε και επέβαλε να του κρατάν το ίσο οι εκκλησίες της περιοχής, να του μαζεύουν καθεμιά τους δικούς της πιστούς, για να του γεμίζουν το χώρο γύρω απ’ την εξέδρα, απ’ όπου θα εξαπολύει αυτός το διάγγελμά του –κήρυγμα μίσους, κατά τα ειωθότα, μικρόχαρες πολιτικάντικες κουβέντες, ξεκαθάρισμα προσωπικών εντέλει λογαριασμών: «τώρα σας βρήκα και θα σας τα ψάλω»!

Ξανάγραψα γι’ αυτό ειδικά το σόου, για μια του διάσταση εντέλει ιδεολογική, που η πρακτική της μόνο όψη είναι η απαγόρευση ουσιαστικά στις μικρότερες εκκλησίες να περιφέρουν τον δικό τους επιτάφιο, καθεμιά στη δική της γειτονιά, με το δικό της εκκλησίασμα, με τον δικό της λατρευτικό τρόπο: ο Καρύτσης με τις τριφωνίες του, στη γειτονιά των λιγοστών πια παλιών Αθηναίων του κέντρου, η Αγία Ειρήνη με το δικό της κοινό, που συρρέει ειδικότερα για τα εγκώμια κατά το παλαιό τυπικό από τον Λυκούργο Αγγελόπουλο κτλ. κτλ. Μένουν έτσι ολόκληρες γειτονιές χωρίς επιτάφιο, αφού δεν γίνεται ακριβώς περιφορά αλλά διατεταγμένη προσέλευση στο χώρο απ’ όπου θα μεταδοθεί σε εθνικό δίκτυο το από εξέδρας σόου της ντροπής και της ύβρης, με έναν κυρίαρχο, πρωταγωνιστή, και τους άλλους στανικά κομπάρσους. Τις ιδιομορφίες των «μικρών» θέλησε δηλαδή να καταργήσει ο κατά τα άλλα μέγας πολέμιος της παγκοσμιοποίησης –αυτής ντε που καταργεί τις ιδιομορφίες! (Υπερβολές; Φέτος, λοιπόν, στην κατάμεστη τις άλλες ημέρες Αγία Ειρήνη, το βράδυ του Επιταφίου το εκκλησίασμα ήταν σχεδόν το μισό, κι απ’ αυτό πολλοί δεν ακολούθησαν στο Σύνταγμα, στερήθηκαν πολύ απλά την κορυφαία στιγμή της ακολουθίας της ημέρας.)

Δεν είναι λοιπόν όλα για γέλια. Ίσως δεν είναι τίποτα για γέλια. Ούτε καν τα απλώς θεατρινίστικα, έτσι όπως προσβάλλουν αν μη τι άλλο τη νοημοσύνη και την αισθητική μας –ενώ για τους πιστούς, τουλάχιστον, προς τους οποίους και απευθύνονται, σαφώς προσβάλλουν πρώτα και κύρια την πίστη τους.

Ξεκίνησα να γράψω για τον γραφικό, έτσι όπως τον είδα και το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής από την τηλεόραση, στην αποκαθήλωση, με τον φακό να κάνει ζουμ στα υγρά ματάκια, που έπειτα μένουν για ώρα επιδεικτικά κλειστά, όλο κατάνυξη τάχα… Και γιατί όχι, θα μου πείτε. Και τότε θα σας πω για την κουστωδία των λευκοντυμένων διάκων που τον πλαισίωνε· ναι, λευκοντυμένων, όταν ώς το Μεγάλο Σάββατο το πρωί εκκλησίες και ιερείς μαυροφορούν, όλοι στα πένθιμα μωβ ή τα μαύρα· όμως, στη Μητρόπολη Αθηνών, η πολυμελής ακολουθία του αρχιεπισκόπου ήταν ολόλευκα ντυμένη: πείτε μου τώρα εσείς τον λόγο, αν όχι για κοντράστ στα μωβ εκείνου! Ξεκίνησα, λέω, να γράψω για τον γραφικό. Από καιρό, μάλιστα, ήθελα να γράψω πως άλλα μπορεί να τον κόφτουν αυτόν και τίποτα από όλα όσα συστηματικά τού λέμε, πως είναι ακροδεξιός, φιλοχουντικός, ή εθνικιστής. Ίσα ίσα, κρυφή χαρά του και καμάρι του: κρυφή χαρά του το «ακροδεξιός» και το «φιλοχουντικός» (αντικειμενική, χειροπιαστή πραγματικότητα εξάλλου), καμάρι του το «εθνικιστής». Στον «πόθο και την αγάπη του για την Πατρίδα» τα πιστώνει. Τα «μισαλλόδοξος» και «ρατσιστής», το ίδιο κι αυτά, εκεί. Κι ούτε που θα τα καταλαβαίνει τα «ανιστόρητος», και πιο πολύ τα «αθεολόγητος», εντέλει «αντιχριστιανικός». Άλλωστε, κάθε τόσο δηλώνει αυτάρεσκα, με φανερό καμάρι, πως, για να τον χτυπούνε οι άλλοι, καλά πηγαίνει αυτός, ο ανυπότακτος και θαρραλέος, «άχρι σταυρού». Θα τη δούμε όμως πιο κάτω αυτή την πλευρά, του θαρραλέου· για την ώρα συνεχίζω: τίποτα δεν καταλαβαίνει, λέω, απ’ όσα του καταλογίζουμε, ίσα ίσα βρίσκει τον τρόπο να τα μεταλλάξει σε έπαινο και στεφάνι του.

Όμως, δεν τα λέμε στον ίδιο. Σε όσους τον πίστευαν και τον πιστεύουν τα λέμε· ή σε όσους τον έβγαλαν, σε όσους τον στήριξαν και τον στηρίζουν, σε όσους τον ανέχονται, έστω: στην Πολιτεία, που δέχεται να εμφανίζεται σαν χώρα φονταμενταλιστική, αγιατολάδικη, με τους μουλάδες μάλιστα να της γυρίζουνε την πλάτη στη Βουλή της, Μεγάλη Παρασκευή αυτά, είπαμε, στο κέντρο της πρωτεύουσας, και το βράδυ της Ανάστασης μετά, στην εκκλησία του πια, αλλά από τηλεοράσεως σε εθνικό δίκτυο και πάλι, να επιτίθεται αυτήν τη φορά στα Ανθρώπινα Δικαιώματα.

Αρκετά!

Σ’ αυτούς λοιπόν τα λέμε, και πλέον πρέπει σε άλλο τόνο. Αλλιώς, στον ίδιο, είπαμε, τιμή του και χαρά του! Σαν τι θα καταλάβαινε αυτός; Νά, αν του λέγαμε λόγου χάρη ότι τα άμφιά του, κάτι άσπρα ή ζαχαρί με μεγάλα τριαντάφυλλα κεντητά, όσο βαρύτιμα κι αν είναι, μοιάζουν φτηνιάρικα, ούτε κουρτίνες απ’ τους ρωσοπόντιους στις λαϊκές! Πού τα ολόλαμπρα χρυσά του Βαρθολομαίου, α, του Βαρθολομαίου με τη βροντερή φωνή! Που έχει και φωτογένεια! Ναι, τέτοια, μόνο τέτοια κι άλλα παρόμοια μικρά θα καταλάβαινε ο μικρός, ο μικρόχαρος και μικροπρεπής σε όλα τα κηρύγματά του, όπως στα πιο πρόσφατα, Μεγάλης Παρασκευής και Ανάστασης.

«Ο άνθρωπος με την καρδιά λαγού»

Γιατί, αν δεν ήταν αρχιεπίσκοπος, με τέτοιο δηλαδή ρόλο θεσμικό, θα ήταν απλώς γραφικός, ένας από τους τόσους καταγέλαστους των ημερών μας. Τέτοια ήθελα να γράψω, και διάβασα ένα εξαίρετο άρθρο του Αντώνη Καρκαγιάννη στην Καθημερινή της 5/5, με τίτλο «Γραφικότητες…»: «Εκείνο που τον απασχολεί είναι πώς θα πει την πιο μεγάλη και απροσδόκητη “κοτσάνα”, αρκεί να του φέρει την πολυπόθητη δημοσιότητα. Μας είπε ότι δεν έμαθε ποτέ ότι η χώρα έζησε και υπέφερε υπό το πέλμα μιας στρατιωτικής χούντας, ενώ ήθελε να μας πει ότι την προτιμούσε, ότι ήταν στις ιδεολογικές του προτιμήσεις, αλλά και επιλογή για την ανάδειξή του. Δε βαριέστε! Ένας και αυτός μεταξύ τόσων άλλων…» Ώστε «ένας και αυτός μεταξύ τόσων άλλων», ο μόνος και εκλεκτός; Και παρακάτω, εκεί που με πρόλαβε ο φίλος Καρκαγιάννης: «Και όταν οι “δυνάμεις του κακού” στράφηκαν απροκάλυπτα εναντίον της Εκκλησίας και της Πολιτείας της Κύπρου και εναντίον του κυπριακού Ελληνισμού, μαζί με όλους τους άλλους εσιώπησε, αν δεν τα απαρνήθηκε όλα πριν ο αλέκτωρ λαλήσει. Τι να περιμένουμε απ’ αυτόν τον άνθρωπο με την καρδιά λαγού που ψάχνει να βρει την πλειοψηφία για να κρυφτεί πίσω της». Ώστε έτσι ο θαρραλέος, ο «άχρι σταυρού»; Έτσι.

Πρώτα, για να μην ξεχνούμε –γενικά και ειδικά– ότι αυτό που με όλο και μεγαλύτερη ανοχή λέμε «ακροδεξιός», και έτσι καλοδεχόμαστε στα σαλόνια μας, τηλεοπτικά και άλλα, όχι απλώς φιλο- αλλά καραχουντικούς (ναι, ακόμα και στα σοβαρότερα τηλεπαράθυρα και τοκ σόου), αυτό λοιπόν που ανεκτικά λέμε «ακροδεξιός» ενέχεται σε εθνικά εγκλήματα και εθνική προδοσία. Έπειτα ότι –ειδικά– ο «άχρι σταυρού» θαρραλέος είναι εντέλει ένας κοινός θρασύδειλος. Και τότε και τώρα. Αφού ο επί παντός λαλίστατος δεν ξεστόμισε ούτε λέξη σε κρισιμότατα θέματα, όπως το περσινό δημοψήφισμα στην Κύπρο, όταν ήταν φρέσκια η εκλογή της «Δεξιάς του Κυρίου», απ’ όπου προσδοκούσε πολλά και ήθελε να την κρατάει –ο και κοινός εκβιαστής (με τις ταυτότητες)– στο χέρι. Και λέξη δεν ξεστόμισε τώρα με το θέμα της Μακεδονίας του, καθώς, ολοφάνερα πια, άλλοι τον κρατάν στο χέρι. Ή για το θέμα των Ιεροσολύμων και του Ειρηναίου. Που εκεί όμως φαίνεται ότι μερίδιο μέγα στη μαγειρική ήταν δικό του. Τα έφτιαξε αυτός, τα τρώμε, όπως πάντα, εμείς.

Γραφικός λοιπόν, αλλά επικίνδυνος. Επικινδυνότατος.

buzz it!

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Να του το δώσουμε το γήπεδο του Παναθηναϊκού στην Αλεξάνδρας...

Ούτε γι' αστείο μην το γράφεις, θα γίνει μακελειό, αν τολμήσεις κάποιος να κάνει τέτοια κίνηση...

Ευκαιρία να φτιαχτεί εκεί ένας μικρός πνεύμονας πρασίνου. Ας κάνει ο Χριστόδουλος τις εκκλησίες του εκεί που έχει και πολλούς οπαδούς, στου Παπάγου...