5/4/07

Η προγραμμένη συγκίνηση ή Κράτος μουλάδων [epitafios show, III]

Τα Νέα, 29 Απριλίου 2006


Ο πανηγυρικός σημαιοστολισμός δεν είναι για την παρέλαση της 25ης Μαρτίου αλλά για τον επιτάφιο. Πάντοτε σε πένθος οι σημαίες κυματίζουν μεσίστιες· εδώ έχουμε προφανώς γιορτή, γιορτή τρανή για τη νίκη του μακαριοτάτου: νίκη επί του μέτρου, ψιλά γράμματα θα πείτε, νίκη όμως επί της Δημοκρατίας, έστω στα σημεία

Όταν ξαναπαίζεται ένα κινηματογραφικό, θεατρικό ή άλλο έργο, η κριτική μοιραία επαναλαμβάνει τον εαυτό της. Τηλεοπτικά περιοδικά λόγου χάρη επαναλαμβάνουν (ξανατυπώνουν) αυτούσια τη σύντομη παρουσίαση κάποιας ταινίας που ξαναπαίζεται. Θεατρικοί κριτικοί μεταφέρουν συχνά ολόκληρη την ανάλυση που είχαν γράψει για μια παλαιότερη παρουσίαση ενός θεατρικού έργου, προσθέτοντας απλώς όσα αφορούν το καινούριο ανέβασμα.

διαβάστε τη συνέχεια...

Αναπόφευκτο, ή ακριβέστερα επιβεβλημένο: δεν νοείται να στείλεις τον αναγνώστη να βρει το παλαιότερο κείμενό σου, αλλά προπάντων πρέπει να υπολογίζεις τον καινούριο πάντα αναγνώστη, γενικά, πολύ περισσότερο τον καινούριο λόγω ηλικίας, τον νεότερο και λιγότερο πληροφορημένο δηλαδή.

Όσο λοιπόν επαναλαμβάνεται ένα έργο, οφείλει ο κρίνων να επανέρχεται, και εύλογα πια να επαναλαμβάνει και ο ίδιος τον εαυτό του.

Οφείλει, επιμένω τώρα στο ρήμα, οφείλει να επανέρχεται λόγου χάρη κάθε 25η Μαρτίου στον μύθο του Κρυφού Σχολειού, μακάρι και στην εναντίωση του ανώτερου κυρίως κλήρου στον εθνικοαπελευθερωτικό Αγώνα· οφείλει να επανέρχεται κάθε Νοέμβρη στην ιστορία της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, που σχεδόν την έχει ήδη οικειοποιηθεί ο μεγαλύτερος τότε εχθρός της, το ΚΚΕ εννοώ· οφείλει να επανέρχεται στα όσα ίδια επανέρχεται εν προκειμένω ο μακαριότατος, και πιο συγκεκριμένα, εδώ, στο έργο της Μεγάλης Παρασκευής.

Έργο; Σόου ανίερο δυστυχώς, από τη μια πλευρά, κίνηση άκρως επιτυχής σφετερισμού αλλότριας εξουσίας, απ’ την άλλη. Θα θυμίσω την πρώτη πλευρά και θα επιμείνω στη δεύτερη, που κι αυτήν την είχα θίξει σε περσινή μου επιφυλλίδα.

Ανίερο σόου

Επειδή οι νεότεροι θα νομίζουν κάποια στιγμή πως έτσι το βρήκαμε κι αυτό, ας επιμείνουμε:

Πάντοτε η Μητρόπολη των Αθηνών περιέφερε τον επιτάφιό της με όλα τα σώματα στρατού, ασφαλείας κτλ. και τις αντίστοιχες μπάντες, μια γιγαντιαία παρέλαση, μοιραίως ελάχιστα θρησκευτική, σαν να κηδεύουνε απόστρατο, έλεγε ο Σεφέρης, αν θυμάμαι καλά, κι ανέβαινε η παρέλαση ώς το Σύνταγμα με όλους τους επισήμους και υπό το πένθιμο εμβατήριο του Μπετόβεν (δεν έχω τίποτα με το κομμάτι αυτό: κρατώ ίσα ίσα με άπειρη συγκίνηση την ανάμνηση από τον επιτάφιο του Α΄ νεκροταφείου, τότε που έβγαινε με το σούρουπο, και ακουγόταν, ανάμεσα στα δέντρα και στα μνήματα με τ’ αναμμένα τους καντήλια και κεριά, απόκοσμο από τη φιλαρμονική του Δήμου). Γούστα όμως είναι αυτά, και απολύτως φυσικό κάποιοι, πολλοί, να συγκινούνταν με αυτόν ακριβώς τον επίσημο χαρακτήρα, για την ταφή του πιο επίσημου νεκρού τους. Μα η παρέλαση είναι παρέλαση. Κι ωστόσο, λίγη τη βρήκε και αυτήν ο Νυν και, μόλις ανέβηκε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο, την προβίβασε σε σόου αξιώσεων. Λίγο του φάνηκε το θέαμα για το μεγάλο του ανάστημα.

Αποφάσισε λοιπόν και διέταξε, και πρόσδεσε στο άρμα του άλλους τέσσερις επιταφίους γειτονικών εκκλησιών, να πολλαπλασιάσει έτσι πονηρότατα το εκκλησίασμά του, και σε ειδική εξέδρα πλέον στην πλατεία Συντάγματος, να σολάρει μπρος στις κάμερες, με ημίωρο συνήθως κήρυγμα, γιατί δε φτάνει ο λόγος του Θεού ολόκληρη βδομάδα και επί ώρες καθημερινά, χρειάζεται και ο λόγος του Εκπροσώπου Του, κατά κανόνα ξεκαθάρισμα προσωπικών λογαριασμών, επίδειξη δηλαδή μικρότητας αλλά και εξουσίας, αυτής που θα μας απασχολήσει παρακάτω.

Χρειάζεται εδώ να τονιστεί άλλη μια φορά η σημασία που έχει το καπέλωμα των άλλων εκκλησιών, που στερεί κάποιες γειτονιές από την περιφορά του δικού τους επιταφίου, ισοπεδώνοντας επιπλέον (ή κυρίως) την ιδιομορφία καθενός –κι όλα αυτά με αυτουργό τον μέγα πολέμιο της παγκοσμιοποίησης, η οποία καταργεί, μας λέει, την ιδιοπροσωπία εθνών και λαών.

Η συγκίνηση έχει οριστικά εξοριστεί από τη φιέστα της πλατείας Συντάγματος, που μοιάζει πλέον πολιτική συγκέντρωση, για να υποστηρίξει αυτό ακριβώς που επιζητεί ρητά και επίμονα ο μακαριότατος: εθναρχική εμφάνιση.

Και η ανοίκεια έτσι κι αλλιώς εξέδρα δεν άργησε να μεταφερθεί στο επάνω μέρος της πλατείας, μπροστά στη Βουλή, όπου δίνει πια την προσωπική του παράσταση με την πλάτη στον Άγνωστο Στρατιώτη, με την πλάτη στη Βουλή, τη γνωστή και ως ναό της Δημοκρατίας, ο λόγω και έργω υβριστής της, όπως ξανάγραφα.

Σφετερισμός εξουσίας

Ευτυχώς τον μάθαμε στο μεταξύ αρκετά καλά τον μακαριότατο και τα πάσης φύσεως παιχνίδια του, από τα μωροφιλόδοξα και μικροπρεπή ώς τα επικινδυνότατα, της εξουσίας, μαζί με τον φιλοχουντισμό του, τον εθνοφυλετισμό κ.ά. Ευτυχώς, πολλά γράφτηκαν, πολλά αποκαλύφθηκαν στο μεταξύ. Όμως, γι’ αυτό ακριβώς, κι ενώ ωριμάζει η ανάγκη για χωρισμό Εκκλησίας και Κράτους, γι’ αυτό ακριβώς, κι ενώ είναι πια ανοιχτό σε κοινή θέα αυτό το τεράστιο γραφείο-εργαστήρι κάθε λογής παραβατικών, έως και παρακρατικών δραστηριοτήτων, γι’ αυτό, ξαναλέω, μοιάζει ακόμα μεγαλύτερος ο εμπαιγμός, αλλά και μεγαλύτερες οι ευθύνες της Πολιτείας.

Φέτος πια ο διάκοσμος για την ετήσια παράσταση ήταν ακόμα πιο χαρακτηριστικός: η πλατεία έπλεε στη γαλανόλευκη, όλη δηλαδή η σημειολογία στην υπηρεσία των σχεδίων του επίδοξου Εθνάρχη. Συνήθως στην εξέδρα για τον αγιασμό των υδάτων στα Θεοφάνια, ή για την Ανάσταση, κυριαρχούσαν τα «εκκλησιαστικά» χρώματα, πορφυρά χαλιά κτλ., μαζί και κάποιες σημαίες –γιατί τότε υπάρχει πανηγυρικός γιορτασμός και σημαιοστολισμός, γιατί δεν στήνεται εξέδρα για την εκφορά νεκρού, ούτε κυματίζουν περήφανα σημαίες. Τώρα, αποκλειστικά στα γαλάζια, που σημαίνει Εθνική γιορτή, πλάι στην 25η Μαρτίου και την 28η Οκτωβρίου, γιορτή του Έθνους πιο πολύ απ’ ό,τι της Εκκλησίας.

Νίκη λοιπόν του μακαρίως ηγεμονεύοντος, που μακάρια μας ενέπαιξε επί παντός απ’ την αρχή, και πιο πρόσφατα π.χ. με την «αυτοκάθαρση». Ο υβριστής της Δημοκρατίας και των ανθρώπινων δικαιωμάτων, ο τιμητής και απαξιωτής των άλλων εθνών, φυλών και θρησκειών, πέτυχε να βγει από τον οικείο του χώρο, τις εκκλησίες, που τις κατάντησε κι αυτές χειροκροτητήρια, και βρέθηκε να μας υβρίζει και να μας περιγελά, με την πλάτη ξαναλέω στη Βουλή, ή έστω μπροστά στη Βουλή, εικόνα λοιπόν καταισχύνης ενός κράτους μουλάδων, τώρα πίσω πίσω.

Αλλά η Πολιτεία;

Όμως, κανένας διάλογος δεν είναι δυνατόν να γίνει με τον μακαριότατο. Οι ευθύνες πρέπει να αναζητηθούν στην Πολιτεία. Και δυστυχώς όχι τώρα μόνο, από μια δεξιά κυβέρνηση, που αναμενόμενο θα ήταν να στηρίζει, ή να συνιστά ένα καθεστώς τρόπον τινά θεοκρατικό, στα μέτρα εν προκειμένω του μακαριοτάτου. Αλίμονο, η στροφή, υπενθυμίζω, παράλληλα βεβαίως με τάσεις ανάλογες παγκοσμίως, έγινε επί ΠΑΣΟΚ, με ιδρυτική της πράξη το γονάτισμα του τότε αρχηγού του σοσιαλιστικού κόμματος στην Παναγία τη Σουμελά. Ακολούθησαν βουλευτές και υπουργοί του, πρώτοι στον εκκλησιασμό, ή να κρατούν εικόνες στις λιτανείες, κι ενώ ο περισσότερο τεχνοκράτης νυν πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ τρέχει και κοινωνάει, πού, στο ολυμπιακό χωριό! Από κοντά και το κομμουνιστικό κόμμα, με μπροστάρη σε μετάνοιες και σε σταυρούς τη μετανοημένη δεξιά αλλά πάντα θρησκευόμενη ή θρησκόληπτη βουλευτίνα του.

Δεν πάει μήνας που τα δύο μεγάλα κόμματα στη Βουλή απέρριψαν πρόταση νόμου της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, η οποία αποσκοπούσε στη ρύθμιση των σχέσεων Πολιτείας και Εκκλησίας. Την πρόταση την κατέθεσαν ΚΚΕ, Συνασπισμός και Μάνος-Ανδριανόπουλος. Η Νέα Δημοκρατία απέκλεισε τη συζήτηση καν, ενώ το ΠΑΣΟΚ καταψήφισε την πρόταση, επιφυλασσόμενο να καταθέσει, άγνωστο πότε, τη δική του. Αυτή ήταν η απάντηση της συντριπτικής πλειοψηφίας της Βουλής στο Απύλωτο Στόμα, που είχε ήδη μοιράσει φυλλάδια στις εκκλησίες, για να κατακεραυνώσει τους «μητραλοίες» και τους «νέους Διοκλητιανούς» της Επιτροπής.

«Δεν μπορούμε [...] παρά να διερωτηθούμε έως πότε κυβέρνηση, Βουλή και πολιτικά κόμματα θα ανέχονται να καθυβρίζονται –και μάλιστα δαπάναις του ελληνικού λαού– όχι μόνον πολίτες που συμβαίνει να μη συμμερίζονται τις απόψεις της επίσημης Εκκλησίας αλλά και μέλη του ελληνικού κοινοβουλίου» κατέληγε η απάντηση της Ένωσης στο φυλλάδιο της Αρχιεπισκοπής.

Έπειτα από το επαναλαμβανόμενο σόου του μακαρίου μακαριοτάτου μπροστά στη Βουλή, τα ερωτήματα πρέπει να τεθούν από τραγικά γενικότερες θέσεις: η Βουλή των Ελλήνων είναι Βουλή όλων των Ελλήνων; εξακολουθεί να αποτελεί ναό της Δημοκρατίας; και έχουμε επιτέλους Δημοκρατία ή εγκαθιδρύουμε κράτος κάποιων, έστω, μουλάδων;

buzz it!

2 σχόλια:

Γιάννης είπε...

Μια απορία μου τριβελίζει το μυαλό εδώ και μήνες πολλούς· τι έγινε τάχα εκείνο το μεγάλο ζήτημα με τις ταυτότητες, τότε δηλαδή που το ΠΑΣΟΚ του Σημίτη αφαίρεσε την αναγραφή του θρησκεύματος κι ο κυρ-Χριστόδουλος ξεκίνησε τη συλλογή υπογραφών κατά του αντεθνικού έργου της κυβέρνησης, τότε που κήρυξε το δικό του ανένδοτο, υψώνοντας το λάβαρο, εκείνο το περίφημο της Λαύρας. Έτρεχαν οι πιστοί του κι υπέγραφαν πιστά, κι αν θυμάμαι καλά, υπέγραψε και ο νυν, ο Καραμανλής, μαζί με πολλούς δικούς του. Τι έγιναν, λοιπόν, εκείνες οι υπογραφές; Τώρα που κυβερνά η Δεξιά του Κυρίου δε θα 'πρεπε να βγουν καινούριες ταυτότητες με το θρήσκευμα γραμμένο, αυτή τη φορά;
Ή όλο εκείνο το πανηγύρι έγινε, για να πάρει ο μεν μια δυο ποσοστιαίες μονάδες, απαραίτητες για την εκλογή του, κι ο άλλος τις εκκλησιαστικές σχολές, την κατάργηση για την εκκλησία της φορολογίας, και τώρα την περιουσία του Ταμείου Κληρικών, για να περιοριστώ σε λίγα απ' όσα έχουν μαθευτεί, από τα πολλά που έχουν συμφωνηθεί.

Γιάννης Χάρης είπε...

προφανώς και είναι ρητορικά τα ερωτήματά σου...

να μην ξεχνούμε όμως στο λογαριασμό και κάτι ακόμα: ο Χρ. κάθε τόσο, όταν τον ρωτούν τι απέγιναν οι υπογραφές, απαντά διάφορα, όπως "όταν έρθει η ώρα" κτλ.: κοινότατος εκβιαστής δηλαδή, ανάμεσα σ' όλα τ' άλλα!