1/4/07

Ομοφοβία και υπονοούμενα [Παπαϊωάννου γ΄]

Τα Νέα, 31 Μαρτίου 2007 [με δυο-τρεις μικροπροσθήκες εδώ]





Σκηνή από το Brokeback Mountain, που σόκαρε ίσως ιδιαίτερα, επειδή εκεί καταρρίπτεται το στερεότυπο του macho, του αρχετυπικά αρσενικού καουμπόη


«Έχω την εντύπωση ότι κάτι ενδιαφέρον συμβαίνει όταν ένας ομοφυλόφιλος άνδρας δεν παίρνει τον ρόλο του κλόουν στη σύγχρονη κοινωνία. Ο ρόλος αυτός [του κλόουν] είναι απόλυτα θεμιτός. Όταν καταθέτεις τις σκέψεις σου όμως, φαίνεται ότι προκαλείς αμηχανία.»

Ξεκινώ με αυτά τα λόγια του Δημήτρη Παπαϊωάννου, από συνέντευξή του στη Μυρτώ Λοβέρδου (Βήμα 24.12.06), για να συνεχίσω την προηγούμενη επιφυλλίδα μου, εκεί που η Τατιάνα έκανε εμετό στα μισά του Brokeback Mountain, γιατί βλέπεις με την ταινία αυτή δυναμιτίζεται το στερεότυπο του αρρενωπού καουμπόη, οι ομοφυλόφιλοι δεν ήταν πια η καρικατούρα την οποία προωθούν τα τηλεοπτικά και επιθεωρησιακά ήθη. Κι έλεγα πως καλά η Τατιάνα, μα πού να δείτε και προοδευτικούς ιστορικούς της τέχνης λόγου χάρη.

διαβάστε τη συνέχεια...

Ώστε υπάρχει «ακόμα σήμερα» ομοφοβία, ή έχουν προβλήματα και υφίστανται «ακόμα σήμερα» διακρίσεις οι ομοφυλόφιλοι, όπως ρωτούσε, όντως αθώα, νεαρός και επιτυχημένος συγγραφέας σε σχετική τηλεοπτική εκπομπή; Εδώ θα μπορούσε κανείς να επισημάνει απλώς τον φερετζέ-κλειδί της όλης υπόθεσης, το «τηρουμένων των αναλογιών», να πει ένα ξερό, κατηγορηματικό «ναι», και να σταματήσει η όποια συζήτηση. Γιατί, «τηρουμένων των αναλογιών» βεβαίως, υφίστανται διακρίσεις, ίδια και απαράλλαχτα όπως υφίσταται διακρίσεις η γυναίκα, ή πιο απλά όπως υφίσταται εκμετάλλευση ο εργάτης, κι ας μη δουλεύει σήμερα εφταήμερο, εξαήμερο και δωδεκάωρο, πόσο μάλλον να τραβάει αλυσοδεμένος κουπί σε ρωμαϊκή γαλέρα.

Σήμερα η διαπόμπευση, όταν δεν υφίσταται κι αυτή «κυριολεκτικά», κι αν δεν είναι τάχα διαπόμπευση όσα και όπως λέγονται σε πρωινάδικα, μεσημεριανάδικα και μεταμεσονύχτια τηλεοπτικά ανακριτικά γραφεία, σήμερα λοιπόν η διαπόμπευση (μπορεί να) γίνεται με πιο ανάλαφρο, εκλεπτυσμένο τρόπο, και από κατεξοχήν προοδευτικά βήματα. Αλλά, μπα! Το ’γραψα αυτό, και αμέσως το παίρνω πίσω. Τι εκλεπτυσμένο: με τα πιο χυδαία, όταν δεν είναι απλώς βλακώδη, υπονοούμενα.

Στην καλύτερη περίπτωση, κάθε αναφορά στο καυτό πάντα θέμα έχει την απαραίτητη εισαγωγή: «εγώ δεν έχω τίποτα με τους γκέι…», κάπως σαν το «εγώ δεν είμαι ρατσιστής…» (συχνά προστίθεται: «ίσα ίσα, πολλοί / οι περισσότεροι / οι καλύτεροι φίλοι μου είναι γκέι» κτλ.), είτε για να δηλωθεί απλώς η απόσταση, άρα και η αντικειμενική κρίση, είτε για να ακολουθήσει το περίφημο «αλλά», ένα «αρκεί να μην»: «αρκεί να μην εκφράζεται αυτό [η ομοφυλοφιλία δηλαδή] ρητά και απερίφραστα».

Όμως ο χορός είναι «ρητός και απερίφραστος». Το γυμνό κορμί, αντίθετα από ό,τι στον καμβά του Τσαρούχη λόγου χάρη, είναι ζωντανό, «χειρότερα» κι από τον κινηματογράφο δηλαδή! Με άλλα λόγια, αντίθετα από ό,τι στις άλλες τέχνες, ακόμα και τον κινηματογράφο, το (γυμνό) κορμί στο θέατρο ή στον χορό είναι απολύτως απτό, γι’ αυτό ίσως και πιο προκλητικό.

Ιδού, φτάσαμε στον Παπαϊωάννου και στο «2», που υπήρξαν και η αφορμή να θίξουμε απλώς το μεγάλο αυτό θέμα.

Αν αυτό είναι το κλειδί για τη γενικότερη αντίδραση, εξηγείται ίσως γιατί στον ευρύτερο χώρο, περιέργως όχι τόσο του κοινού όσο της διανόησης και της κουλτούρας, γιατί εκεί μοιάζει να στάθηκε πρόκληση η δηλωμένη ομοφυλοφιλία του Παπαϊωάννου, ενώ πάντοτε οι ομοφυλόφιλοι καλλιτέχνες έπαιρναν συχωροχάρτι. Όχι πως δεν κρυβόταν κι εδώ κάποια συγκατάβαση, πως οι καλλιτέχνες, βρε παιδί μου, είναι ιδιαίτερα ευαίσθητοι, πάντως μεγάθυμα και εύκολα άνοιγαν οι αγκάλες της κοινωνίας στους καλλιτέχνες, στον Χατζιδάκι λόγου χάρη, στον Τσαρούχη, στον Κουν, ακόμα και τον τρασβεστισμό του Ταχτσή κατάπιε η κοινωνία –άσε πια τους καλλιτέχνες ιδίως του κλασικού χορού, όπου η ομοφυλοφιλία έμοιαζε απαραίτητο αξεσουάρ.

Έχει να κάνει άραγε κι εδώ με την ανατροπή των στερεοτύπων, ο γκέι που δεν είναι κλοόυν, ο γκέι που δεν είναι θηλυπρεπής, ο χορευτής που είτε είναι είτε δεν είναι γκέι, πάντως δεν είναι θηλυπρεπής, ή εντάσσεται απλώς στη γενικότερη μεμψιμοιρία απέναντι στον συγκεκριμένο καλλιτέχνη, που του αμφισβητείται τότε, έπειτα από μια συγκεκριμένη φάση, την Ολυμπιάδα προφανώς, ο τίτλος του καλλιτέχνη; Ή μήπως συμβαίνουν και τα δυο; Δύσκολο να πει κανείς, τα πράγματα είναι μπερδεμένα, ίσως και να τα μπέρδεψα κι εγώ, που πήγα να βγάλω το γενικότερο θέμα από μια μεμονωμένη περίπτωση, τι πιο χαρακτηριστικό όμως παράδειγμα γι’ αυτό το μπέρδεμα από την περίπτωση του προβεβλημένου ιστορικού της τέχνης, όπως έλεγα;

Ιστορικός λοιπόν της τέχνης, του πιο προοδευτικού, αλίμονο, χώρου της Αριστεράς, που υποδέχτηκε με παιάνες την ανάθεση της τελετής έναρξης των Ολυμπιακών στον Παπαϊωάννου, άρχισε έπειτα ξαφνικά την πιο φτηνή επίθεση, λέω φτηνή, γιατί ακόμα και η αναφορά στο πρόσωπο του καλλιτέχνη ήταν στερεοτύπως: «ο Δημητράκης του κ. Χρήστου», «ο Δημήτρης του κ. Χρήστου», υπονοούμενο προφανώς στη στήριξη του Λαμπράκη! Φυσικά κι απαριθμήθηκαν όλες οι επιρροές ή και «αντιγραφές» του Παπαϊωάννου, το θέμα δεν είναι βέβαια η όποια κριτική, είναι ο τρόπος.

Εδώ κανονικά χωράει ένα ολόκληρο κεφάλαιο για την παθολογία της κριτικής, που είναι έτοιμη να ξεσκίσει έναν ήδη υμνημένο από την ίδια καλλιτέχνη σε ενδεχόμενη αποτυχία του, σαν να ’ναι ξάφνου ο τελευταίος ατάλαντος. Έτσι, μετά την αποκαθήλωση του Παπαϊωάννου που λέγαμε, ο εν λόγω ιστορικός της τέχνης, σε ειρωνική αναφορά του στην Κατερίνα Παπακώστα της ΝΔ γράφει ότι «μετακινείται από το ένα στιλ στο άλλο με χάρη πολυκαιρισμένης πεταλουδίτσας. Και κίνηση Παπαϊωάννου»: όπου ο Παπαϊωάννου δηλαδή έγινε το ακριβές συνώνυμο του κιτς!

Αλλά να μην ξεχνάμε το σημερινό κυρίως θέμα μας: σε καζαμία που εκπόνησε λοιπόν ο ίδιος πάντα ιστορικός της τέχνης για το 2007, ανάγγελλε το ανέβασμα από τον Παπαϊωάννου χοροδράματος με τον τίτλο –άλλο υπονοούμενο– «Fuck us d’oro (Φάε με, χρυσό μου)».

Αν όμως προσπερνούσαμε την περίπτωση με τον Παπαϊωάννου, τα μπερδεμένα, όπως είπα πριν, σε σχέση με το θέμα μας περί ομοφοβίας, ξεμπερδεύονται και εμφανίζονται σ’ όλη τους τη γύμνια.

Ας κλείσουμε λοιπόν για σήμερα το θέμα μας χωρίς Παπαϊωάννου, αλλά πάντοτε με τον ίδιο κριτικό, ακριβώς επειδή δεν είναι, υποτίθεται, Τατιάνα. Συγκεντρωμένα δείγματα της «τέχνης» του είχα μαζέψει αρκετά, μολονότι δεν διαβάζω συστηματικά τη στήλη του, και κάποια φορά τα έστειλα με ψευδώνυμο στην εφημερίδα που τον φιλοξενεί. Το ψευδώνυμο είχε βεβαίως να κάνει με το ότι ήμουν συνεργάτης άλλης εφημερίδας, δεν ήταν δηλαδή απόκρυψη, εξού και τώρα δημοσιεύω εδώ, στη σελίδα μου όμως πια, αυτούσια τα όσα είχα στείλει:

«Αγαπητή Ελευθεροτυπία,
»Τρομάξαμε να ξεχάσουμε τον Θέμο της τελευταίας σελίδας της Ελευθεροτυπίας, με τα σεξιστικά και γενικότερα ρατσιστικά του, και τρώμε τώρα τα ίδια από το On off της Κυριακάτικης, σερβιρισμένα από τον μέγα κήνσορα, κατά τα άλλα, της σημερινής σάπιας κενωνίας, Μάνο Στεφανίδη.

»Τη μια (30.7.06) “αγωνιά”, κατά δήλωσή του, “ποιοι θα έλεγαν ναι στον κ. Κακλαμάνη” [στην υποψηφιότητά του για δήμαρχος] και αραδιάζει δηλωμένους (στο κάτω κάτω) ομοφυλόφιλους, βάζοντας όμως π.χ. τον ακτιβιστή Βαλιανάτο μαζί με διάφορα τηλεοπτικά νούμερα, αφενός γελοιοποιώντας δηλαδή τους ομοφυλόφιλους συλλήβδην, αφετέρου εστιάζοντας την “κριτική” του στην ομοφυλοφιλία του Κακλαμάνη, σαν να μην του ’φταναν τα ακροδεξιά ένσημα του εκλεγέντος στο μεταξύ δημάρχου.

»Την άλλη (13.8.06) μας γαργαλάει, αναφερόμενος, με άσχετη αφορμή, στους Βρετανούς, που “ρέπουν προς τ’ ανορθόδοξα”: καλύτερα και πριν απ’ αυτόν μάς τα ’πε ο Μακαριότατος…

»Τώρα (17.12.06), ποιος ξέρει με ποιον στόχο κατά νου, βάζει μότο σε φαινομενικά άσχετη επιφυλλίδα του το επίσης βαθυνούστατο: “Αν θαυμάζω κάτι στ’ αδέλφια μας [το πιάσατε το υπονοούμενο;] τους ομοφυλόφιλους είναι πως, ενώ δεν τίκτουν, πολλαπλασιάζονται γεωμετρικώς”.

»Ε, όλο και κάποια μέτρα θα ’χει σκεφτεί ο κ. Στεφανίδης για τον περιορισμό του κακού. Δε μας τα λέει;»

Μπα, ώστε υπάρχει «ακόμα σήμερα» ομοφοβία;

Και δύο ανέκδοτα:

1. Φωνάζει ο Τάσος από μια ραχούλα στην αντικρινή, όπου βόσκει τα πρόβατά της η Γκόλφω: «Όρε Γκόλφω, του βράδ’ να βάλ’ς του καλό σ’ του βρακί, νά ’ρθου να σ' γαμήσου!» Κι η Γκόλφω: «Το ’πιασα του υπουνουούμινο, Τάσο μ’, το ’πιασα!»

2. Τέλειωνα την περασμένη επιφυλλίδα με την υπόσχεση, όπως έγραψα και στην αρχή εδώ, να επανέλθω με «ιστορικούς της τέχνης» κτλ. Ημέρα Σάββατο δημοσιεύτηκε η επιφυλλίδα μου και, κατά σατανική σύμπτωση, την Κυριακή που ξημέρωσε, στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, ο εν λόγω ιστορικός της τέχνης έγραφε πόσο σεξιστικό έως φασίζον ήταν το «2» του Παπαϊωάννου!


[βλ. και εδώ]

buzz it!

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Κύριε Χάρη, θα ήθελα να σας επισημάνω μια κριτική που ενδεχομένως σας έχει διαφύγει σχετικά με το 2. Έχει δημοσιευτεί στο www.athensartreview.org τεύχος 9.

Γιάννης Χάρης είπε...

δεν την ήξερα: ενδιαφέρουσα!
δεν ήξερα καν το περιοδικό. ευχαριστώ πολύ