14/4/07

Ο «θελισμός», ή Ω συν-άδελφοι δι-ορθωτές!

Τα Νέα, 15 Μαΐου 2004 Ο «καρα-straight» με τον «ημι-star-ako», που δείχνουν πάντως την παραγωγική δύναμη, τη ζωτικότητα της γλώσσας, τι αντιπροσωπεύουν, ή τι εκφράζουν, έτσι καραγκιόζ μπερντέ γραμμένα; διαβάστε τη συνέχεια... Σε τέτοια, καταρχήν ορθογραφικά θέματα είχα αφιερώσει την προηγούμενη επιφυλλίδα. Και τέλειωνα με το «realito-παίχνιδο», που αυτό πια, έτσι χωρισμένο, μας δίνει ένα ανύπαρκτο αγγλικό «realitΟ» και ένα εξίσου ανύπαρκτο ελληνικό «παίχνιδο». Ώσπου είδα στο μεταξύ και τα «realitόπαιδα»: αυτό τουλάχιστον, με το τονούμενο -ο, δε θα μπορέσει να χωριστεί στα δύο, είπα –μα ας μην το ξαναπώ, ποιος ξέρει τι μπορεί κανείς να σκαρφιστεί.* Είναι σαν το κουνούπι με τον ελέφαντα. Η γραφή, πιο συγκεκριμένα η ορθογραφία, ο τελευταίος τροχός στην άμαξα της γλώσσας, πάει να γίνει τιμόνι κι οδηγός. Ή, εκεί που η γλώσσα προχωρεί, δημιουργεί, παίζει, συνθέτει και οργιάζει, τρέχει από κοντά η ορθογραφία, και προσπαθεί να της βάλει τρικλοποδιά. Έγραφα για τα «μοδάτα restaurants» και τον «mini καύσωνα». Και σκέφτομαι: όταν δεν είναι απλώς ξενομανία –και συχνά δεν είναι– τότε τι είναι; Φοβάμαι, μάλλον πιστεύω, και το ’χω ξαναγράψει, πως είναι μια συντηρητική τάση που ταξινομεί τα πάντα και τα βάζει στη θέση τους: τα ξένα με τα ξένα, τα δικά μας με τα δικά μας. Και στα δικά μας, πάλι: τα αρχαία με τα αρχαία, τα νέα με τα νέα. Αρνείται έτσι, προσπαθεί απελπισμένα να αρνηθεί στη γλώσσα, ή τουλάχιστον να καθυστερήσει όσο μπορεί, αυτό που η γλώσσα έχει ήδη κάνει. Γιατί η γλώσσα έχει ήδη ενσωματώσει, έστω απροσάρμοστα, και τα ρεστοράν και το μίνι. Τώρα η όψιμη «αποκατάσταση» της ξενικής γραφής τους τα δείχνει με το δάχτυλο, τους αμφισβητεί τη νέα τους ταυτότητα. Προς την ίδια κατεύθυνση εργάζεται και η πολυσυζητημένη τάση να κλίνονται οι –επίσης προ πολλού ενσωματωμένες– λέξεις: τα «μπαρς» και τα «γκολς», για να συναντηθούν και πάλι –καθόλου απροσδόκητη συνάντηση– οι εκ φύσεως ξενομανείς με τους εκ πεποιθήσεως Ακραιφνείς. Δεν πρέπει να κουραστούμε να λέμε και να ξαναλέμε τα ίδια, αφού γίνονται και ξαναγίνονται τα ίδια, ή και τα όλο και χειρότερα, φαιδρότερα ή σοβαρότερα. Και ίδια όπως κλίνονται τώρα τα άκλιτα, αφήνονται άκλιτα τα προ πολλού κλινόμενα: «της Ατλάντα», όπως είδαμε τόσες φορές, αλλά και «της Σοφία» και «της Μέλπω», όπως είδα, ή –ακόμα χειρότερα– άκουσα στο μεταξύ· «τα παλτό», όπως επίσης είδαμε πολλές φορές, αλλά και τα λαϊκότατα «γιαπί», όπως είδα τελευταία! Από την ίδια συντηρητική σχολή, που δεν αφήνει τελικά τη γλώσσα να αναπνεύσει, είναι η κομματομανία, που βάζει ένα κόμμα παντού όπου νομίζει πως πάει να της ξεφύγει ένα λεξίδιο, ένα επίθετο, ένας προσδιορισμός. Ιδού, νεότερης εσοδείας παραδείγματα: «πέρασε και την, πρώτη και τελευταία, Κυριακή της στην ολυμπιακή Αθήνα η 15χρονη έφηβη», «να δω πού, στο καλό, το πάει ο Παπακαλιάτης», «η εγκατάσταση των νέων παρκόμετρων θα, πρέπει να, συνδυασθεί με αυστηρή αστυνόμευση». Να τονίσω πως η υπερορθογράφηση αυτή κατά κανόνα απιστεί πρώτα και κύρια στην ορθογραφία –όσο οξύμωρο κι αν μοιάζει. Γιατί η γραφή, η ορθογραφία, παρακολουθεί, έστω με κάποια καθυστέρηση και από κάποια απόσταση, τη γλώσσα. Η υπερορθογράφηση εδώ, ταγμένη σε έργο μάλλον εξωγλωσσικό, για να μην πω αμιγώς ιδεολογικό, αρνείται να «περιοριστεί» σε γραμματικές και λεξικά τωρινά: δεν τα ανοίγει λοιπόν· κι έτσι ξεχνάει ν’ ανοίξει και τα παλαιότερα. Κι έτσι, παρά πάσα γραμματική, και ακόμα χειρότερα παρά πάσα λογική, με τον «υπερκομματισμό» της τώρα, παράγει φράσεις ακατανόητες, όπως παραπάνω, γιατί οι Ιδέες δεν γνωρίζουν ούτε σύνταξη ούτε γραμματική, ούτε –προπάντων– Ιστορία. Γενικότερα, φράσεις και λέξεις άκαμπτες, μουμιοποιημένες, έχει η υπερορθογράφηση στο νου της, θαρρείς πρωτόγονος ορθογράφος ηλεκτρονικού υπολογιστή. Φράσεις και λέξεις πρότυπα, φετίχ, άπαξ και διά παντός δοσμένες. Και δεν αναγνωρίζει άλλο τύπο, ή πάντως επιχειρεί να αναχθεί στη λέξη μήτρα. Γι’ αυτό και γράφει: «ξανά’δα», «έρ’μος» και «πάν’» [=πάνε!], ακόμα και «πέσ’τε» είδα την προστακτική, όχι του πέφτω αλλά του λέω: «πέσ’τε το παράπονο, πέσ’τε το μονόλογο»! Και άλλη κατηγορία: όλες οι γραμματικές, και του Μπαμπινιώτη, όλα τα λεξικά, και του Μπαμπινιώτη, ακόμα και παλαιότερα, δίνουν τις προθετικές εκφράσεις, τα επιρρήματα, με μία λέξη: απευθείας, καταπώς, διαμιάς. Η υπερορθογράφηση τα χωρίζει. Ακόμα κι αυτά που ποτέ δεν γράφονταν με δύο λέξεις, π.χ. το κιόλας. Και πολύ περισσότερο τα αρχαία διό και εξαπίνης! Φτάσαμε να δούμε το κατεπείγουσα: «κατ’ επείγουσα», και τώρα το μετέπειτα: «μετ’ έπειτα»! Κι όπου τελειώνει η απόστροφος, αρχίζει το ενωτικό. Η τάση με το ενωτικό –«χωριστικό» θα έπρεπε να λέγεται– είναι ακόμα πιο νέα μόδα, θυγατέρα ή αδερφή της τάσης με την απόστροφο που μόλις είδαμε. Εξαπλώνεται ταχύτατα, και παίρνει κι αυτή σβάρνα στο διάβα της τα πάντα, γραμματική και λογική. Κι αυτή επίσης, ή αυτή προπάντων, στέκει συνοριοφύλακας στις λέξεις, και γενικότερα τροχονόμος στη γλώσσα. Αυτή προπάντων αρνείται την αφομοιωτική δύναμη της γλώσσας, τη συνθετική και παραγωγική, την καθαυτό δημιουργική της δύναμη, αλλά και την ώς τώρα εξέλιξή της. «Πολύ άτοπο να γράφονται μ’ ενωτικό λέξεις που μόνο σύνθετες υπάρχουν στην προφορική γλώσσα, καθώς γαλλοελληνικός» γράφει από το 1941 ο Μ. Τριανταφυλλίδης. Και το 1997/99 η Γραμματική D. Holton, P. Mackridge και Ειρ. Φιλιππάκη-Warburton: «Το ενωτικό κατά κανόνα δε χρησιμοποιείται στην Ελληνική για να δηλώσει χωρισμό μέσα σε μια λέξη». Αφθονεί όμως στην αγγλική. Λίγο λοιπόν (ή πολύ;) η αγγλική, λίγο (μάλλον πολύ) η τάση που μας απασχολεί, βλέπουμε να χωρίζονται αδιακρίτως: τα νεότερα, ολοένα πολυπληθέστερα σύνθετα με ευρω-: «ευρω-νομοθεσία» (κι ας είχαμε ήδη Ευρωβουλή και ευρωβουλευτές), αλλά και παλαιότερα ή παλαιότατα σύνθετα: «αντι-τρομοκρατικός νόμος», «αντι-εβραϊκή ταινία», αλλά και και «αλληλο-σεβασμός», «ελληνο-χριστιανικός», «παν-ανθρώπινος», «δεν τον πολυ-ενδιαφέρει», «κακο-συνηθίζω», «μπαινο-βγαίνει», έως και «ετσι-θελισμός». Αλλά πόθεν ο «θελισμός»; Υπάρχει δηλαδή λέξη «θελισμός», ώστε να δημιουργεί με άλλες σύνθετα; Υπάρχει όμως τάχα σκέψη, εν προκειμένω, έστω τόση δα; Ίσως συνέβαλαν και νεότερες απόψεις: π.χ., για να δηλωθεί αντιπαράθεση βάζουμε, λέει, παυλίτσα: «η σινο-σοβιετική διένεξη», ενώ για σύμπραξη, όχι: «η αγγλοαμερικανική επέμβαση». Αυτά έγραψε ο συνάδελφος Α. Παππάς στην τακτική στήλη του στο Βήμα, και παρατήρησα πως θα ’πρεπε τότε οι ελληνοτουρκικές σχέσεις να χωρίζονται ή να μη χωρίζονται, ανάλογα με τα φεγγάρια. Το είδε σαν χιούμορ, μα το εννοώ. Μια τέτοια, μη διδακτή στο κάτω κάτω, και παράδοξα «ερμηνευτική» ή περιπτωσιακή ορθογραφία, θα έμοιαζε περίπου με εικαστική αντίληψη της γραφής, όπου λόγου χάρη θα ζωγραφίζονται με χρώμα οι καλές λέξεις, με μαύρο οι κακές. Και πάντα θα αντιστρατεύεται την τάση της γλώσσας να παίζει, να συνθέτει. Ενωτικό ή χωριστικό; Η ελληνική έχει την ευκολία να δημιουργεί υποκοριστικά και σύνθετα: να λέει αγοράκι αντί για little boy και petit garçon, να λέει μονόδρομος αντί one way road, να λέει πηγαινοέρχομαι, ανεβοκατεβαίνω, ξαναλέω. Χωρίς ποτέ ενωτικό. Το ενωτικό μπαίνει για να τονιστεί η ιδιαίτερη σημασία που παίρνει μια λέξη με κάποιο πρόθημα: υπερ-εγώ· για να τονιστεί μια σύνθεση που αλλιώς συγχέεται με άλλη λέξη: ά-λογος, α-νοησία· καταχρηστικά σε μια πολυσύλλαβη σύνθεση: κοινωνικο-πολιτιστικές συνήθειες, ή σε χαλαρή, περιστασιακή σύνθεση: χριστιανο-αγιατολάδες· και φυσικά σε γλωσσικά παιχνίδια: Ανα-τάσεις (στήλη εφημερίδας), «Ρεαλ-ισμός και ουδετερότητα» (τίτλος για τη Ρεάλ), το έξοχο «υπο-τιμητής των πάντων» (Κ. Βίδος για τον Λαζόπουλο στο Βήμα). Όχι όμως «αντι-κοινωνικός» και «σοσιαλ-δημοκρατία», «στρογγυλο-καθισμένος» και «χθεσινο-βραδινή». Ή «μεγαλο-Πασόκοι», πλάι στο τερατωδέστερο «μεγαλο-ΠΑΣΟΚοι»! Έχουν πολύ ψωμί αυτά τα θέματα, που καταρχήν είναι, όπως είπα ορθογραφικά. Γιατί υπόγεια, έστω, ανταμώνουν με τα «Σαπφούς» και «Γωγούς», και τώρα τώρα με τα «Αδώνιδος» και «Πάριδος». Γι’ αυτό και πρέπει κάθε τόσο να επανερχόμαστε –ή μήπως μέχρι τότε: «να επαν-ερχόμαστε»; * Χρειάζεται άραγε να προσθέσω ότι στο μεταξύ το είδα;

buzz it!

4 σχόλια:

ψευδο-Lena είπε...

Ας δούμε το ψευδο-Lena σαν ένα παράδειγμα:
είναι τύπος ονόματος σε ένα νέο είδος ονομάτων
αρχικά έγραφα ως Lena - χρησιμοποιώ συχνά λατινικούς χαρακτήρες για το όνομά μου, τουλάχιστον στον ηλεκτρονικό κόσμο
μετά προέκυψε το ψευδο, πιθανόν απο κάποιες δικές μου ψυχολογικές διαδικασίες
το τελικό ψευδο-Lena βγήκε αβίαστα, και ομολογώ πως, αισθητικά τουλάχιστον, με ικανοποιεί ως τύπος ονόματος

Τι γίνεται λοιπόν στις περιπτώσεις μιας τέτοιας ονοματολογίας;

ψευδο-Lena είπε...

Άλλη ερώτηση: ονοματολογία ή ονοματοθεσία λέγεται αυτό που θέλω να πω;

Γιάννης Χάρης είπε...

εσύ ψευδο-Lena συγχωρείσαι έτσι κι αλλιώς, έναντι των λουλουδιών που σου χρωστάω ακόμα, κι ας μας υποβάλλεις στο "σπαστικό Shift+Alt", όπως σωστά γράφεις αλλού. Τώρα το Lena, με λατινικά στοιχεία, είναι απολύτως "κατανοητό" εδώ σ' αυτόν το χώρο. Σου προέκυψε το "ψευδο-", γίνεται έτσι ένα ωραίο παιχνίδι, με το pseudo θα έμοιαζε εξεζητημένο.

Θα μου πεις όλα έχουν μια εξήγηση, ναι, πολλά είναι επίσης παιγνιώδη και ευφάνταστα, δεν είναι αυτή όμως ακριβώς η τάση την οποία σχολιάζω, με τα παραδείγματα που έχω συγκεντρώσει. "Αλλού" δείχνουν αυτά!

υγ. ονοματοθεσία. ονοματολογία είναι άλλο πράγμα -σκέτο "ονομασία" θα έλεγα πάντως εγώ, στη συγκεκριμένη περίπτωση

Ανώνυμος είπε...

Πολύ ενδιαφέρον το θέμα.
Παρακαλώ να μου αναφέρετε ποιο κατά τη γνώμη σας είναι το σωστό:
μη-γραμμικός
ή
μη γραμμικός;

π.χ. μη γραμμική Άλγεβρα.