Η νίκη της μη ιδεολογικής ψήφου
Τα Νέα, 29 Σεπτεμβρίου 2007
«Πότε θα καταλάβει το “κίνημα” [...] ότι οι παρατεταμένες πολυσυλλεκτικές πρακτικές δεν εξασφαλίζουν πια παρά μόνο τη σύγχυση και την παρακμή;» (Ριχ. Σωμερίτης, Βήμα 23.9.07)
Στον δικομματισμό παίζεται πιγκ πογκ η εξουσία, με μπαλάκι κάτι μικρές απλώς μετατοπίσεις του εκλογικού σώματος
το πλήρες κείμενο:
Δεύτερη βδομάδα μετά τις εκλογές, και την προσοχή τη μονοπωλεί, εύλογα, ο μεγάλος ηττημένος, το ΠΑΣΟΚ. Που όχι μόνο δεν καρπώθηκε, σαν αντιπολίτευση, τη φθορά που έχει πάντοτε κάθε κυβέρνηση, πόσο μάλλον η τωρινή, η «χειρότερη κυβέρνηση που υπήρξε μεταπολιτευτικά», αλλά έχασε σχετικά σοβαρό ποσοστό και από τις δυνάμεις του.
Γνωστά αυτά, γράφτηκαν κατά κόρον, μαζί με κάθε λογής ερμηνείες για τα αίτια της ήττας, ερμηνείες που οι περισσότερες εστιάζονται στο πρόσωπο του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ. Γνωστά λοιπόν και σωστά, ώς έναν μεγάλο βαθμό. Μαζί με την καταλυτική κριτική που ασκείται στο ΠΑΣΟΚ από τα ίδια τα μεγαλοστελέχη του, ακόμα και από πρωτοκλασάτους πρώην υπουργούς του, και τώρα όπως και μετά την ήττα στις προηγούμενες εκλογές. Οπότε, περισσεύουμε εμείς.
Έχουμε τότε να πούμε τίποτα άλλο; Να δούμε τίποτα παραπίσω ή παράλληλα με όλα αυτά τα προφανή;
Προφανώς. Ότι ο άλλος μεγάλος ηττημένος των εκλογών, αν όχι ο μεγαλύτερος, είναι και αυτήν τη φορά η πολιτική στάση, η ιδεολογική ψήφος, άρα η ιδεολογία. Δεν είναι καινούριο το φαινόμενο, είναι η μήτρα και κατόπιν ο καρπός της κοιλίας (ολόκληρος ο κύκλος δηλαδή, ο φαύλος εννοείται πια) του δικομματισμού. Το έγραφα και στην προηγούμενη επιφυλλίδα, που δημοσιεύτηκε την παραμονή ακριβώς των εκλογών, με τίτλο «Δικομματισμός, η μήτρα του απολιτικού». Έλεγα ότι στις εκλογές αυτές το τελευταίο που θα μετρήσει είναι οι πυρκαγιές που κατέκαψαν σχεδόν τη μισή Ελλάδα, όπως δε θα μετρήσει ούτε η ενίσχυση του θρησκευτικού φονταμενταλισμού, ούτε η γενική ακυβερνησία, ούτε η διαφθορά κ.ά. Προφανή ήταν κι αυτά, δεν ήταν δα καμιά σοφία. Προφανή, όταν βλέπουμε την απολιτικοποίηση στην οποία ωθεί, για να τραφεί έπειτα από αυτήν (ο ίδιος φαύλος κύκλος!), το παιχνίδι του δικομματισμού, όπου διακύβευμα είναι η νομή της εξουσίας, και όχι ουσιαστικά η ιδεολογία.
Έτσι, μέσα από μεγάλες συγκλίσεις δύο κατά βάση διαφορετικών κομμάτων, που οδηγούν στο απολιτικό-αντιδραστικό «όλοι ίδιοι είναι», παίζεται πιγκ πογκ η εξουσία, με μπαλάκι κάτι μικρές απλώς μετατοπίσεις του εκλογικού σώματος. Τίποτα άλλο δε χρειάζεται πια. Άντε και η ανικανότητα του αρχηγού π.χ. της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ή αλλιώς η έλλειψη ενός χαρισματικού ηγέτη (αλλά και πάλι έξω από την ιδεολογία είμαστε), και τότε η ήττα του ενός μπορεί να είναι ηχηρότερη. Ή να δημιουργήσει, όπως τώρα, περιστασιακά (άραγε;) κενά ή μόνιμες ρωγμές (είναι νωρίς να το πούμε) στο οικοδόμημα του δικομματισμού, με αποτέλεσμα μια πεντακομματική βουλή –άγνωστο, και πάλι, αν περιστασιακά ή μόνιμα.
Αλλά έστω και έτσι, αλλάζει άραγε ουσιαστικά το παιχνίδι του δικομματισμού, με την ενίσχυση των δύο κομμάτων της Αριστεράς, που ήδη υπήρχαν στη Βουλή, και με την εμφάνιση της άκρας Δεξιάς, εμφάνιση μάλιστα υπερτροφική, εξαιτίας ακριβώς του παιχνιδιού του δικομματισμού; Εδώ πρέπει να το πούμε, πρέπει δηλαδή να το λέμε συνέχεια, ότι η χρήσιμη πολιτικά –για το ξεκαθάρισμα, ας πούμε, του τοπίου– πλην ζοφερή ενθρόνιση στον πολιτικό μας βίο των Πλεύρη-Βορίδη-Γεωργιάδη και των λοιπών βουλευτών του Καρατζαφέρη χρωστά τα μέγιστα στο ΠΑΣΟΚ: το λένε και αυτό τα μεγαλοστελέχη του, το είπε ο ίδιος ο Βενιζέλος –και πάλι περισσεύουμε εμείς. Έτσι, ό,τι ήταν εφιάλτης πλέον καθημερινός, ο Γεωργιάδης ή ο Καρατζαφέρης σε κάθε τηλεπαράθυρο, σε κάθε πάνελ, σε κάθε εκπομπή, τώρα αποτελεί πραγματικότητα, συνιστά (και συστήνει δυστυχώς) τον δημόσιο βίο και τον περίφημο πολιτικό πολιτισμό μας, αποτελεί νόμιμη έκφραση της λαϊκής βούλησης.
Το 2004 το ΠΑΣΟΚ, με τη διαφθορά, με την αλαζονεία, με την απομάκρυνσή του από το λαό και τα προβλήματά του, με όλα αυτά και άλλα τόσα που του καταμαρτυρούσαν και τότε τα ίδια τα μεγαλοστελέχη του, έφερε ασφαλώς τη Δεξιά στην εξουσία. Το 2007 το ΠΑΣΟΚ διατηρεί τη Δεξιά στην εξουσία και βάζει και το ΛΑΟΣ στη Βουλή.
Οι εκλογές του 2007 αποτέλεσαν θρίαμβο λοιπόν της Δεξιάς, έπειτα ακριβώς από όσα είχαν προηγηθεί στα τριάμισι χρόνια διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας. Η λογιστική, η μπακάλικη καταμέτρηση των απωλειών της ΝΔ, ερήμην των τριάμισι αυτών χρόνων, ερήμην των συγκυριών, η φαλκιδευτική λοιπόν αυτή καταμέτρηση της όποιας πτώσης της δύναμής της και ο χαρακτηρισμός «πύρρειος νίκη» μελαγχολία μόνο προκαλούν και απαισιοδοξία για την κατανόηση των αποτελεσμάτων και την ουσιαστική αλλαγή του πολιτικού τοπίου.
Γιατί, μην κοροϊδευόμαστε, η ανασύσταση, ή μάλλον η σύσταση και η ύπαρξη ενός σοσιαλδημοκρατικού, έστω κεντροαριστερού, κόμματος με προοπτικές εξουσίας μάς ενδιαφέρει όλους, και τους αριστερούς εννοώ, ενδιαφέρει οπωσδήποτε την Αριστερά, αν θέλει και αυτή να υπάρξει, και να υπάρξει σαν παραγωγός ιδεολογίας και όχι περιστασιακός συλλέκτης ψήφων συναισθηματικής φόρτισης και απογοήτευσης. Γιατί η Αριστερά μπορεί ουσιαστικά (και έχει νόημα) να υπάρξει σε ένα ξεκάθαρο πολιτικοϊδεολογικά τοπίο. Αλλιώς θα συνθλιβεί, στο αέναο παιχνίδι του δικομματισμού, ο οποίος μοιάζει να είναι δεδομένος, παρά την τωρινή διασάλευση της αρμονίας του παιχνιδιού.
Άρα, πάλι στα χέρια του ΠΑΣΟΚ βρίσκεται το γενικότερο τώρα πολιτικό παιχνίδι. Θα κατανοήσει όμως το ΠΑΣΟΚ, όχι πια τα αίτια της ήττας, αλλά τον ίδιο του το χαρακτήρα, που διαμορφώνεται κυρίως με άξονα το κυνήγι της εξουσίας, και όχι την αναζήτηση ενός ιδεολογικά σαφούς προσώπου, σαφώς διακριτού από την ιδεολογία αλλά και την πολιτική πλέον της όποιας Δεξιάς;
Οι συντηρητικές κοινωνίες
«Πότε θα καταλάβει το “κίνημα” (αλλά και η Δεξιά) ότι οι παρατεταμένες πολυσυλλεκτικές πρακτικές δεν εξασφαλίζουν πια παρά μόνο τη σύγχυση και την παρακμή;» είναι η πιο καίρια παρατήρηση που γράφτηκε για το ΠΑΣΟΚ, με την υπογραφή του Ριχάρδου Σωμερίτη (Βήμα 23.9.07).
Φοβούμαι ότι δεν θα το καταλάβει. Την επομένη των εκλογών, σε πρωινή, σοβαρή ενημερωτική εκπομπή, ρώτησε ένας παρουσιαστής κάποιον καλεσμένο αν ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΛΑΟΣ αποτελούν συμπαγή σχήματα ή ανεμομαζώματα. Σημάδι ότι δεν είχε καταλάβει ότι πρώτο το ΠΑΣΟΚ αποτελεί κατεξοχήν μη συμπαγή σχηματισμό, όπως το είδαμε σε όλη του τη διαδρομή, κατά την οποία η πολυσυλλεκτικότητά του το ωθούσε, όπως έγραφα και την προηγούμενη φορά, ώς τα υπερπατριωτικά και φονταμενταλιστικά χωράφια, και πάντα μέσα στην πνιγηρή αγκαλιά της Εκκλησίας.
Κακά τα ψέματα, ο συμπαγέστερος σχηματισμός ήταν και είναι πάντοτε η Δεξιά. Και έχει σημασία να το καταλάβουμε αυτό, και μάλιστα όχι στην εύκολη και αφελή πολιτικά εκδοχή ότι τη Δεξιά δεν τη συνέχει ιδεολογία παρά συμφέροντα και μόνο. Αν δεν το βλέπαμε ή κάναμε πως δεν το βλέπαμε ώς τώρα, οι εκλογές αυτές μάς έδειξαν με τον ωμότερο τρόπο ότι η κοινωνία δεν είναι έτσι αμοραλιστική ή κυνική, όπως εκφράστηκε με τη συγκεκριμένη ψήφο της· είναι απλούστατα συντηρητική.
Γιατί οι κοινωνίες γενικά είναι σχεδόν πάντοτε συντηρητικές, ακόμα κι όταν ψηφίζουν «προοδευτικά». Ακόμα και στους κόλπους των προοδευτικών κομμάτων, κεντρώων, σοσιαλδημοκρατικών, σοσιαλιστικών, κομμουνιστικών, ή και ακροαριστερών, ένας ορός, ας πούμε, της αλήθειας θα μας έδινε απογοητευτικά αποτελέσματα για τη στάση απέναντι σε βασικά θέματα: ναρκωτικά, θανατική ποινή, θέση της γυναίκας, μειονότητες εθνικές, θρησκευτικές, σεξουαλικές κτλ. Το ότι μπορεί μια κοινωνία, μια χώρα μάλλον πρέπει πια να πω, να διαχειρίζεται διαφορετικά πολλά από αυτά τα θέματα, με αναπτυγμένο το κράτος προνοίας λ.χ., δεν αλλάζει κατανάγκην και τη συντηρητική διάθεση, αν όχι ιδεολογία.
Μια τέτοια όμως διαχείριση δεν παύει να είναι μείζων στόχος προς τον οποίο πρέπει να τείνει μια κοινωνία. Και εδώ ακριβώς είναι ο ρόλος της Αριστεράς, της ευρύτερης οπωσδήποτε Αριστεράς. Αλλά γι’ αυτό προέχει να δούμε την πραγματικότητα όπως ακριβώς είναι, να μας δούμε όπως ακριβώς είμαστε.