Brothers in arms (α΄)
Τα Νέα, 10 Νοεμβρίου 2007
Αν ελάχιστα περνούν στις εφημερίδες, όπου κρατούν τον έλεγχο οι νεοκαθαρολόγοι, πολλά γράφονται και διαδραματίζονται στον «υπόγειο» κόσμο του διαδικτύου, από νέους και ενημερωμένους γλωσσολόγους
Βrothers in arms, ή Εν όπλοις αδελφοί, ή η ανακουφιστική αίσθηση ότι μοιράζεσαι τις απόψεις σου και μ΄ άλλους (φωτογραφία του Γιάννη Μπεχράκη από την έκθεση «Από την πρώτη γραμμή»)
το πλήρες κείμενο:
Η υπέροχη ροκ μπαλάντα των Dire Straits, που έδωσε το όνομά της και σ’ ολόκληρο τον δίσκο τους του 1985, μου ήρθε στο νου, με όλη τη γλυκιά μελαγχολία της, όταν έγραφα στις δύο προηγούμενες επιφυλλίδες για έναν γλωσσικό οδηγό.
Brothers in arms λοιπόν, ή Εν όπλοις αδελφοί, κάτι παραπάνω από συμπολεμιστές δηλαδή, σκεφτόμουν όταν επισήμαινα διάφορα «άστοχα», κατά την άποψή μου, κι αμέσως ανακουφιζόμουν πως δεν ήταν μόνο άποψη δική μου, πως κι άλλοι, όχι λίγοι, τα έχουν επισημάνει, τα ίδια ή άλλα, παραπλήσια.
Αλλά γιατί μελαγχολία; Επειδή «εν όπλοις». Και γιατί «εν όπλοις», ποιος τάχα ο πόλεμος; Αφού το γλωσσικό έχει λυθεί, μας το διαβεβαιώνουν και οι γλωσσολόγοι, και ιδιαίτερα όσοι πολέμησαν ακριβώς για να μη λυθεί, κι από κοντά τους οι των «ίσων αποστάσεων».
Εντάξει, ας κατεβάσω τον τόνο, εκεί που η μελαγχολία πάει να δώσει τη θέση της στην οργή, άρα και στην υπερβολή. Σίγουρα δεν είναι πλέον πόλεμος, καρικατούρα πολέμου είναι, αλλά παραταύτα, απ’ τη μεριά των άλλων, πόλεμος, άλλοτε ανοιχτός άλλοτε καλυμμένος, μια για τα αρχαία, μια για το πολυτονικό, ή και τα δυο μαζί, άλλοτε μέσα από φαινομενικώς αθώα ορθογραφικά ζητήματα. Κι αν το γλωσσικό έχει ουσιαστικά λυθεί, κι αν η γλώσσα μακροπρόθεσμα τα ξεράσει όλα αυτά, όλους αυτούς κι όλους εμάς, για την ώρα παίζουμε (κλεφτο)πόλεμο, αφού τον πολεμικό τόνο αυτοί τον δίνουν, κι εμείς τρέχουμε από κοντά, στο σκοπό τους χορεύουμε, δυστυχώς πλην μοιραία.
Μέσα στον ορυμαγδό αυτό ο χρήστης τρομοκρατημένος καταναλώνει ό,τι του προσφέρεται, όπως του προσφέρεται, με μεσολαβητές και κύριους υπεύθυνους πια όχι τόσο τους κάθε λογής γραφιάδες όσο τους εντεταλμένους να διορθώνουν, τους διορθωτές. Και τρομοκρατημένος, λέω, υπερθεματίζει: πρόσφατα έστειλα σε κάποιον σύλλογο χρήματα εκ μέρους μιας θείας μου, «αντί στεφάνου», για το θάνατο άλλου θείου. Τη θεία τη λένε Μελπομένη, Μέλπω. Το ευχαριστήριο γράμμα το οποίο κοινοποίησε ο σύλλογος στη χήρα του θανόντος μιλούσε για τη δωρεά της «Μέλπους» τάδε!
Γράφει κανείς και ξαναγράφει, κι όχι δικές του σοφίες, προσωπικά δίνω παραπομπές παραπάνω απ’ όσο νοείται για επιφυλλίδα, σκόπιμα μάλιστα παραπέμπω στον συντηρητικό Γ. Ν. Χατζιδάκι, ακόμα και στον Μπαμπινιώτη για αρκετά – μπα, δε βαριέσαι! Πού να τους πεις για Τριανταφυλλίδη ή για Κριαρά, καγχασμό θα εισπράξεις, κι ας μην έχουν διαβάσει γραμμή τους. Όπως συχνά δεν έχουν διαβάσει γραμμή κανενός.
Πάνε δυο χρόνια, ο γνωστός σκιτσογράφος στοχαστής και προκλητικά αδαής αρχαιολάγνος, που στα πέντε αρχαία που πετά κάθε φορά (ας περιοριστώ σ’ αυτά, μια και το «οι δρόμοι διεπλέοντο αυτοκινήτων» είναι, υποτίθεται, νεοελληνικά) κάνει λάθος και στα… δέκα, ο εν λόγω λοιπόν φωτογράφιζε την αφεντιά μου και με αφορμή πρόσφατες επιφυλλίδες μου κατέγραφε «τρία κυρίως συμπεράσματα» στα οποία επανέρχομαι, έλεγε, με «ανιαρή επιμονή»: «(α) την ασυνέχεια της ελληνικής, (β) τη (γλωσσική) νομιμοποίηση του λάθους, αν η επανάληψή του αναγκάσει τη γλώσσα να το αποδεχθεί, (γ) [...] να διδάσκονται τα αρχαία ελληνικά στα παιδιά ως ξένη γλώσσα».
Τρία στα τρία, επίδοση εκπληκτική! Δεν είχε διαβάσει λοιπόν (α) ούτε καν εκείνες τις επιφυλλίδες μου, αφού (και) σ’ εκείνες αναφερόμουν στη συνέχεια της γλώσσας, μ’ όλες ωστόσο τις διαφορετικές μορφές της, (β) δεν είχε διαβάσει ποτέ κανένα βιβλίο, άρθρο κτλ. πλείστων όσων γλωσσολόγων, με την κοινή πλέον θέση ότι το λάθος με τη χρήση απολανθάνεται, (γ) δεν είχε διαβάσει στην ίδια του την εφημερίδα την άποψη του Τάσου Χριστίδη ή, λίγες μόλις μέρες πριν στα Νέα, τον Εμμ. Κριαρά, που τόνιζε ότι τα αρχαία πρέπει να διδαχτούν σαν ξένη γλώσσα (απροπό, «να διδαΧΘούν» του το είχαν διορθώσει, ποιανού, του Κριαρά, στον τίτλο: ιδού ο κλεφτοπόλεμος που λέγαμε!). Το φαιδρότερο; Στο ίδιο χρονογράφημά του ο στοχαστής εξυμνούσε τον Κριαρά για το Μεσαιωνικό λεξικό του: «ο μέγας Κριαράς» έγραφε, σημάδι πως δεν είχε διαβάσει όχι τα περί αρχαίων μόνο, αλλά ποτέ τίποτα του Κριαρά, αλλιώς θα ήξερε ότι ο βεβαίως μέγας Κριαράς μια ζωή αγωνίζεται για απόψεις διαμετρικά αντίθετες απ’ τις δικές του.
Παντελής άγνοια λοιπόν, ή απλούστατα απάτη, γιατί έτσι είναι εύκολο να κρεμάς κουδούνια και να χτυπάς τις απόψεις, υποτίθεται, του όποιου Χάρη, αντί να τα βάλεις με τον Κριαρά ή με τον Χριστίδη –αν τον έχεις ακουστά αυτόν, που έφυγε άλλωστε τόσο νωρίς, κοντά τρία χρόνια τώρα.
Είτε λοιπόν δεν τον διαβάζουν τον «μαλλιαριστή», όπως λένε, Κριαρά, είτε τον πετάνε στ’ άχρηστα μαζί με τον Τριανταφυλλίδη κι όλη τη σχολή του δημοτικισμού, τ’ αφτιά τους μένουν πεισματικά κλειστά και σε νεότερες φωνές, δε λέω απ’ τη Θεσσαλονίκη, προγραμμένη την έχουν κι αυτήν, αλλά κι απ’ το παραδοσιακά συντηρητικό Αθήνησι, φωνές που κάτω απ’ τη σκιά του Μπαμπινιώτη κατόρθωσαν και πέρασαν απόψεις και ιδέες, της σύγχρονης απλούστατα γλωσσολογίας, που ξεβολεύουν όμως τους νεοκαθαριστές. Πού να τους βρουν όμως αυτούς τους άλλους και πού να τους διαβάσουν, όταν, όπως είπαμε, δεν διαβάζουν τα ελάχιστα που έχουν μπροστά στα μάτια τους, στην εφημερίδα τους.
Αν όμως είναι ελάχιστα αυτά που περνούν στις εφημερίδες, είναι πολλά αυτά που γράφονται και διαδραματίζονται στον «υπόγειο» κόσμο του διαδικτύου, μέσα από ιστοσελίδες και ιστολόγια (μπλογκ), από νέους κατά κανόνα επιστήμονες γλωσσολόγους, ή ακόμα φοιτητές, «παιδιά» τα περισσότερα του Μπαμπινιώτη και της εποχής του, ορισμένα με σεβασμό ή και θαυμασμό για τον δάσκαλό τους, παρότι με κατασταλαγμένες, αντίθετες απόψεις! Κείμενα θεωρητικά, με εξαντλητική πολλές φορές τεκμηρίωση, κείμενα που συχνά προκαλούν ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες συζητήσεις –με τη δυνατότητα που παρέχεται ειδικά στα μπλογκ– θα μπορούσαν να λύσουν πολλές απορίες, αν θελήσει κανείς να περιπλανηθεί στον αχανή αυτό κόσμο.
Στον εύφορο κόσμο του διαδικτύου
Μοιραία θα σταθώ, και κατανάγκην τηλεγραφικά, σε ελάχιστα από όσα γνωρίζω:
Με αφορμή μια παρουσίαση της περιλάλητης «Ελληνικής Γλωσσικής Κληρονομίας» είχα και άλλοτε παραπέμψει στις ανορθογραφίες (anorthografies.blogspot.com), ένα μπλογκ, το πιο πολιτικοποιημένο, που το υπογράφουν νεαρότατα παιδιά αλλά εξαιρετικά ενημερωμένα ως προς τις βαθύτερες αρχές της γλωσσολογίας, ο Μιχάλης Καλαμαράς, ο Θοδωρής Μαρκόπουλος και ο Βαγγέλης Τόλης. Θέματα όπως «Ομιλείτε ομηρικά», «Η γλωσσική ιδεολογία του “σωστού” και του “λάθους”», «Τα αρχαία ελληνικά, τελευταία γραμμή άμυνας της καθαρεύουσας», και, το κυριότερο, πολλά για τις γλώσσες των μειονοτήτων κτλ., αποτελούν ζωτικής σημασίας ανάσα εκεί όπου «η ηγεμονία των νεοκαθαρευουσιάνων είναι καταθλιπτική», καθώς «διαπερνά όλους τους πολιτικούς χώρους» και έχει μάλιστα «διεμβολίσει το ιστορικό δημοτικιστικό μπλοκ»: έτσι γράφουν στο ιδρυτικό κείμενό τους, τονίζοντας την «ανάγκη για δημόσια πολιτική παρέμβαση στα ζητήματα της γλώσσας και της γλωσσικής πολιτικής», αφού «η γλώσσα είναι πολιτικό ζήτημα».
Από τα παλαιότερα και πλουσιότατα σε ύλη γλωσσικά μπλογκ, το περιγλώσσιο (periglwssio.blogspot.com), που το γράφουν ο Φοινικιστής, ο Τέττιξ και ο Στωικός, αντιγράφω μια εμπνευσμένη παρωδία του καβαφικού ποιήματος «Ποσειδωνιάται», διά χειρός Τέττιγος:
Πολυτονιάται, στα 2050 μ.Χ.
Το σύστημα το πολυτονικό οι Ποσειδωνιάται
Εξέχασαν τόσους αιώνας ανακατευμένοι
Με προοδευτικούς, κουλτουριαρέους και γλωσσολόγους
Το μόνο που τους έμενε πολυτονικό
Ήταν μια μυστική γιορτή, με οξείες και με περισπωμένες.
Κι είχαν συνήθειο προς το τέλος της γιορτής
Κανόνες τονισμού να απαγγέλλουν,
Που μόλις πια τους καταλάμβαναν ολίγοι:
«Η προπαραλήγουσα ποτέ δεν στεφανούται
Όταν τους προεξανισταμένους εν τοις αγώσι ραπίζουσι.
Αχ, άμα, αδέρφια, ενεθυμούμασταν το δίγαμμα και τη δασεία,
Δεν θα παθαίναμε όλοι μας σαν κόπανοι τη δυσλεξία».
Και έτσι μελαγχολικά ετέλειωνε συνήθως η εορτή των.
Γιατί θυμούνταν που ήσαν πολυτονιστές κι αυτοί μία φορά
Και είχαν για καμάρι τη βιτσιά του δάσκαλου για το έψιλον περισπωμένη.
Και τώρα πώς εξέπεσαν, πώς έγιναν,
Να γράφουν και να ομιλούν βλαχοαγγλικά,
Βγαλμένοι, φευ και τρισαλί, από τον πο-λυ-το-νι-σμό.
Υπάρχουν κι άλλοι, για την επόμενη επιφυλλίδα, από τον δυναμικά νεοαφιχθέντα Τιπούκειτο ώς τον βετεράνο στον χώρο Νίκο Σαραντάκο, γνωστό ήδη απ’ τη σελίδα αυτή, που βγήκε όμως τις μέρες μόλις αυτές από τον «υπόγειο» κόσμο του διαδικτύου και μας συστήνεται μέσα από τις Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου με τη Γλώσσα μετ’ εμποδίων.
Αν ελάχιστα περνούν στις εφημερίδες, όπου κρατούν τον έλεγχο οι νεοκαθαρολόγοι, πολλά γράφονται και διαδραματίζονται στον «υπόγειο» κόσμο του διαδικτύου, από νέους και ενημερωμένους γλωσσολόγους
Βrothers in arms, ή Εν όπλοις αδελφοί, ή η ανακουφιστική αίσθηση ότι μοιράζεσαι τις απόψεις σου και μ΄ άλλους (φωτογραφία του Γιάννη Μπεχράκη από την έκθεση «Από την πρώτη γραμμή»)
το πλήρες κείμενο:
Η υπέροχη ροκ μπαλάντα των Dire Straits, που έδωσε το όνομά της και σ’ ολόκληρο τον δίσκο τους του 1985, μου ήρθε στο νου, με όλη τη γλυκιά μελαγχολία της, όταν έγραφα στις δύο προηγούμενες επιφυλλίδες για έναν γλωσσικό οδηγό.
Brothers in arms λοιπόν, ή Εν όπλοις αδελφοί, κάτι παραπάνω από συμπολεμιστές δηλαδή, σκεφτόμουν όταν επισήμαινα διάφορα «άστοχα», κατά την άποψή μου, κι αμέσως ανακουφιζόμουν πως δεν ήταν μόνο άποψη δική μου, πως κι άλλοι, όχι λίγοι, τα έχουν επισημάνει, τα ίδια ή άλλα, παραπλήσια.
Αλλά γιατί μελαγχολία; Επειδή «εν όπλοις». Και γιατί «εν όπλοις», ποιος τάχα ο πόλεμος; Αφού το γλωσσικό έχει λυθεί, μας το διαβεβαιώνουν και οι γλωσσολόγοι, και ιδιαίτερα όσοι πολέμησαν ακριβώς για να μη λυθεί, κι από κοντά τους οι των «ίσων αποστάσεων».
Εντάξει, ας κατεβάσω τον τόνο, εκεί που η μελαγχολία πάει να δώσει τη θέση της στην οργή, άρα και στην υπερβολή. Σίγουρα δεν είναι πλέον πόλεμος, καρικατούρα πολέμου είναι, αλλά παραταύτα, απ’ τη μεριά των άλλων, πόλεμος, άλλοτε ανοιχτός άλλοτε καλυμμένος, μια για τα αρχαία, μια για το πολυτονικό, ή και τα δυο μαζί, άλλοτε μέσα από φαινομενικώς αθώα ορθογραφικά ζητήματα. Κι αν το γλωσσικό έχει ουσιαστικά λυθεί, κι αν η γλώσσα μακροπρόθεσμα τα ξεράσει όλα αυτά, όλους αυτούς κι όλους εμάς, για την ώρα παίζουμε (κλεφτο)πόλεμο, αφού τον πολεμικό τόνο αυτοί τον δίνουν, κι εμείς τρέχουμε από κοντά, στο σκοπό τους χορεύουμε, δυστυχώς πλην μοιραία.
Μέσα στον ορυμαγδό αυτό ο χρήστης τρομοκρατημένος καταναλώνει ό,τι του προσφέρεται, όπως του προσφέρεται, με μεσολαβητές και κύριους υπεύθυνους πια όχι τόσο τους κάθε λογής γραφιάδες όσο τους εντεταλμένους να διορθώνουν, τους διορθωτές. Και τρομοκρατημένος, λέω, υπερθεματίζει: πρόσφατα έστειλα σε κάποιον σύλλογο χρήματα εκ μέρους μιας θείας μου, «αντί στεφάνου», για το θάνατο άλλου θείου. Τη θεία τη λένε Μελπομένη, Μέλπω. Το ευχαριστήριο γράμμα το οποίο κοινοποίησε ο σύλλογος στη χήρα του θανόντος μιλούσε για τη δωρεά της «Μέλπους» τάδε!
Γράφει κανείς και ξαναγράφει, κι όχι δικές του σοφίες, προσωπικά δίνω παραπομπές παραπάνω απ’ όσο νοείται για επιφυλλίδα, σκόπιμα μάλιστα παραπέμπω στον συντηρητικό Γ. Ν. Χατζιδάκι, ακόμα και στον Μπαμπινιώτη για αρκετά – μπα, δε βαριέσαι! Πού να τους πεις για Τριανταφυλλίδη ή για Κριαρά, καγχασμό θα εισπράξεις, κι ας μην έχουν διαβάσει γραμμή τους. Όπως συχνά δεν έχουν διαβάσει γραμμή κανενός.
Πάνε δυο χρόνια, ο γνωστός σκιτσογράφος στοχαστής και προκλητικά αδαής αρχαιολάγνος, που στα πέντε αρχαία που πετά κάθε φορά (ας περιοριστώ σ’ αυτά, μια και το «οι δρόμοι διεπλέοντο αυτοκινήτων» είναι, υποτίθεται, νεοελληνικά) κάνει λάθος και στα… δέκα, ο εν λόγω λοιπόν φωτογράφιζε την αφεντιά μου και με αφορμή πρόσφατες επιφυλλίδες μου κατέγραφε «τρία κυρίως συμπεράσματα» στα οποία επανέρχομαι, έλεγε, με «ανιαρή επιμονή»: «(α) την ασυνέχεια της ελληνικής, (β) τη (γλωσσική) νομιμοποίηση του λάθους, αν η επανάληψή του αναγκάσει τη γλώσσα να το αποδεχθεί, (γ) [...] να διδάσκονται τα αρχαία ελληνικά στα παιδιά ως ξένη γλώσσα».
Τρία στα τρία, επίδοση εκπληκτική! Δεν είχε διαβάσει λοιπόν (α) ούτε καν εκείνες τις επιφυλλίδες μου, αφού (και) σ’ εκείνες αναφερόμουν στη συνέχεια της γλώσσας, μ’ όλες ωστόσο τις διαφορετικές μορφές της, (β) δεν είχε διαβάσει ποτέ κανένα βιβλίο, άρθρο κτλ. πλείστων όσων γλωσσολόγων, με την κοινή πλέον θέση ότι το λάθος με τη χρήση απολανθάνεται, (γ) δεν είχε διαβάσει στην ίδια του την εφημερίδα την άποψη του Τάσου Χριστίδη ή, λίγες μόλις μέρες πριν στα Νέα, τον Εμμ. Κριαρά, που τόνιζε ότι τα αρχαία πρέπει να διδαχτούν σαν ξένη γλώσσα (απροπό, «να διδαΧΘούν» του το είχαν διορθώσει, ποιανού, του Κριαρά, στον τίτλο: ιδού ο κλεφτοπόλεμος που λέγαμε!). Το φαιδρότερο; Στο ίδιο χρονογράφημά του ο στοχαστής εξυμνούσε τον Κριαρά για το Μεσαιωνικό λεξικό του: «ο μέγας Κριαράς» έγραφε, σημάδι πως δεν είχε διαβάσει όχι τα περί αρχαίων μόνο, αλλά ποτέ τίποτα του Κριαρά, αλλιώς θα ήξερε ότι ο βεβαίως μέγας Κριαράς μια ζωή αγωνίζεται για απόψεις διαμετρικά αντίθετες απ’ τις δικές του.
Παντελής άγνοια λοιπόν, ή απλούστατα απάτη, γιατί έτσι είναι εύκολο να κρεμάς κουδούνια και να χτυπάς τις απόψεις, υποτίθεται, του όποιου Χάρη, αντί να τα βάλεις με τον Κριαρά ή με τον Χριστίδη –αν τον έχεις ακουστά αυτόν, που έφυγε άλλωστε τόσο νωρίς, κοντά τρία χρόνια τώρα.
Είτε λοιπόν δεν τον διαβάζουν τον «μαλλιαριστή», όπως λένε, Κριαρά, είτε τον πετάνε στ’ άχρηστα μαζί με τον Τριανταφυλλίδη κι όλη τη σχολή του δημοτικισμού, τ’ αφτιά τους μένουν πεισματικά κλειστά και σε νεότερες φωνές, δε λέω απ’ τη Θεσσαλονίκη, προγραμμένη την έχουν κι αυτήν, αλλά κι απ’ το παραδοσιακά συντηρητικό Αθήνησι, φωνές που κάτω απ’ τη σκιά του Μπαμπινιώτη κατόρθωσαν και πέρασαν απόψεις και ιδέες, της σύγχρονης απλούστατα γλωσσολογίας, που ξεβολεύουν όμως τους νεοκαθαριστές. Πού να τους βρουν όμως αυτούς τους άλλους και πού να τους διαβάσουν, όταν, όπως είπαμε, δεν διαβάζουν τα ελάχιστα που έχουν μπροστά στα μάτια τους, στην εφημερίδα τους.
Αν όμως είναι ελάχιστα αυτά που περνούν στις εφημερίδες, είναι πολλά αυτά που γράφονται και διαδραματίζονται στον «υπόγειο» κόσμο του διαδικτύου, μέσα από ιστοσελίδες και ιστολόγια (μπλογκ), από νέους κατά κανόνα επιστήμονες γλωσσολόγους, ή ακόμα φοιτητές, «παιδιά» τα περισσότερα του Μπαμπινιώτη και της εποχής του, ορισμένα με σεβασμό ή και θαυμασμό για τον δάσκαλό τους, παρότι με κατασταλαγμένες, αντίθετες απόψεις! Κείμενα θεωρητικά, με εξαντλητική πολλές φορές τεκμηρίωση, κείμενα που συχνά προκαλούν ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες συζητήσεις –με τη δυνατότητα που παρέχεται ειδικά στα μπλογκ– θα μπορούσαν να λύσουν πολλές απορίες, αν θελήσει κανείς να περιπλανηθεί στον αχανή αυτό κόσμο.
Στον εύφορο κόσμο του διαδικτύου
Μοιραία θα σταθώ, και κατανάγκην τηλεγραφικά, σε ελάχιστα από όσα γνωρίζω:
Με αφορμή μια παρουσίαση της περιλάλητης «Ελληνικής Γλωσσικής Κληρονομίας» είχα και άλλοτε παραπέμψει στις ανορθογραφίες (anorthografies.blogspot.com), ένα μπλογκ, το πιο πολιτικοποιημένο, που το υπογράφουν νεαρότατα παιδιά αλλά εξαιρετικά ενημερωμένα ως προς τις βαθύτερες αρχές της γλωσσολογίας, ο Μιχάλης Καλαμαράς, ο Θοδωρής Μαρκόπουλος και ο Βαγγέλης Τόλης. Θέματα όπως «Ομιλείτε ομηρικά», «Η γλωσσική ιδεολογία του “σωστού” και του “λάθους”», «Τα αρχαία ελληνικά, τελευταία γραμμή άμυνας της καθαρεύουσας», και, το κυριότερο, πολλά για τις γλώσσες των μειονοτήτων κτλ., αποτελούν ζωτικής σημασίας ανάσα εκεί όπου «η ηγεμονία των νεοκαθαρευουσιάνων είναι καταθλιπτική», καθώς «διαπερνά όλους τους πολιτικούς χώρους» και έχει μάλιστα «διεμβολίσει το ιστορικό δημοτικιστικό μπλοκ»: έτσι γράφουν στο ιδρυτικό κείμενό τους, τονίζοντας την «ανάγκη για δημόσια πολιτική παρέμβαση στα ζητήματα της γλώσσας και της γλωσσικής πολιτικής», αφού «η γλώσσα είναι πολιτικό ζήτημα».
Από τα παλαιότερα και πλουσιότατα σε ύλη γλωσσικά μπλογκ, το περιγλώσσιο (periglwssio.blogspot.com), που το γράφουν ο Φοινικιστής, ο Τέττιξ και ο Στωικός, αντιγράφω μια εμπνευσμένη παρωδία του καβαφικού ποιήματος «Ποσειδωνιάται», διά χειρός Τέττιγος:
Πολυτονιάται, στα 2050 μ.Χ.
Το σύστημα το πολυτονικό οι Ποσειδωνιάται
Εξέχασαν τόσους αιώνας ανακατευμένοι
Με προοδευτικούς, κουλτουριαρέους και γλωσσολόγους
Το μόνο που τους έμενε πολυτονικό
Ήταν μια μυστική γιορτή, με οξείες και με περισπωμένες.
Κι είχαν συνήθειο προς το τέλος της γιορτής
Κανόνες τονισμού να απαγγέλλουν,
Που μόλις πια τους καταλάμβαναν ολίγοι:
«Η προπαραλήγουσα ποτέ δεν στεφανούται
Όταν τους προεξανισταμένους εν τοις αγώσι ραπίζουσι.
Αχ, άμα, αδέρφια, ενεθυμούμασταν το δίγαμμα και τη δασεία,
Δεν θα παθαίναμε όλοι μας σαν κόπανοι τη δυσλεξία».
Και έτσι μελαγχολικά ετέλειωνε συνήθως η εορτή των.
Γιατί θυμούνταν που ήσαν πολυτονιστές κι αυτοί μία φορά
Και είχαν για καμάρι τη βιτσιά του δάσκαλου για το έψιλον περισπωμένη.
Και τώρα πώς εξέπεσαν, πώς έγιναν,
Να γράφουν και να ομιλούν βλαχοαγγλικά,
Βγαλμένοι, φευ και τρισαλί, από τον πο-λυ-το-νι-σμό.
Υπάρχουν κι άλλοι, για την επόμενη επιφυλλίδα, από τον δυναμικά νεοαφιχθέντα Τιπούκειτο ώς τον βετεράνο στον χώρο Νίκο Σαραντάκο, γνωστό ήδη απ’ τη σελίδα αυτή, που βγήκε όμως τις μέρες μόλις αυτές από τον «υπόγειο» κόσμο του διαδικτύου και μας συστήνεται μέσα από τις Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου με τη Γλώσσα μετ’ εμποδίων.