94. Διαπλέομαι και συγκομίζομαι
Τα Νέα, 26 Οκτωβρίου 2002
Με τη φράση «οι δρόμοι δεν διεπλέοντο αυτοκινήτων» τέλειωνα την προηγούμενη επιφυλλίδα, τη δεύτερη αφιερωμένη στην επανάκαμψη της γενικής πτώσης, και μάλιστα μέσα από ανύπαρκτους γραμματικοσυντακτικά τύπους: «των κατσικών» από τη μια και του «διέφυγε της προσοχής» από την άλλη. Και έπειτα από παραδείγματα με ρήματα που συχνά συντάσσονται λανθασμένα με γενική, με ρήματα δηλαδή που ούτε σε αρχαιότερη ή λογιότερη γλώσσα συντάσσονταν με γενική (διαφεύγω, μετέρχομαι, αποποιούμαι κ.ά.), αναρωτιόμουν αν το «διεπλέοντο αυτοκινήτων» είναι η μοιραία, η αναπόφευκτη κατάληξη της λογιοπληξίας των ημερών.
διαβάστε τη συνέχεια...
Γιά να δούμε όμως τα υλικά αυτής της χαρακτηριστικής, για το θέμα μου, φράσης: (α) ανύπαρκτη μεσοπαθητική φωνή του ρήματος διαπλέω: «διαπλέομαι», (β) αρχαϊστικός παρατατικός: «διεπλέοντο», αντί για ένα ομαλότερο, διάολε, «διαπλέονταν», και αποπάνω (γ) σύνταξη με γενική. Πιο απλά, είναι σαν να λέγαμε ότι «η θάλασσα πλεόταν από καΐκια» ή, με άλλο ρήμα, ότι «η πλατεία τρεχόταν από παιδιά». Νά τα δούμε τώρα λογιότερα και με γενική: «η θάλασσα επλέετο καϊκιών» και «η πλατεία ετρέχετο παιδιών». Αθάνατος Μποστ; Όχι. Λογιόπληκτος των ημερών. Επιμένω στο χαρακτηρισμό, γιατί μόνο η λογιοπληξία εξηγεί τη συγκεκριμένη διαδρομή που οδήγησε στο κωμικοτραγικό αποτέλεσμα.
Συνηθίσαμε να χαρακτηρίζουμε «ελληνικούρες» τα λάθη των απλών ανθρώπων, των ανθρώπων που αδυνατούν να εντάξουν στον λόγο τους απολιθώματα ή και περισσότερο ενεργά λόγια στοιχεία της γλώσσας μας. Άλλοτε με ελαφρά ειρωνεία και σηκωμένο το φρύδι και άλλοτε με οργή αντιμετωπίζουμε «την οδός» και «τη δεσποινίς», ακόμα και τον λαϊκό αλλά δόκιμο τύπο «ο ψήφος», τον Πρόδρομο του Big Brother που είπε ότι «τέσσεροι» από αυτούς που θα του τηλεφωνήσουν, θα κερδίσουν το σιντί του, νομίζω.
Ναι, έτυχε να διαβάσω δύο διαφορετικά σχόλια για το λαϊκό (διαλεκτικό;) «τέσσεροι» του Πρόδρομου, και πολύ περισσότερα τις μέρες αυτές των εκλογών για τον αρσενικό τύπο της ψήφου. Ο Μικρούτσικος μάλιστα ήθελε πέρσι να μπει μέσα στο σπίτι του Big Brother και να δασκαλέψει τα παιδιά να μη λένε ο ψήφος, «επειδή μας ακούει και ο κόσμος». Ενώ ο ίδιος έλεγε συνέχεια το εύλογο πάντως και συνηθισμένο «μεγενθύνεται», μιλούσε για «επιθετισμό» και ρωτούσε παίκτρια που είχε πρόσφατα αποχωρήσει αν εποφθαλμιούσε τον καλό της που ήταν ακόμα μέσα, εξηγώντας της: «ρίχνεις καμιά ματιά, τον παρακολουθείς από την τηλεόραση;»! Και αυτοδιορθώθηκε, όπως ξανάγραψα, όταν είπε της Κλειώς, και το ’κανε «της Κλειούς».
Αυτό είναι το σταθερά επαναλαμβανόμενο μοτίβο: έλλειψη ανοχής ή απροκάλυπτα εχθρική στάση απέναντι σε πραγματικό ή θεωρούμενο λάθος προς την κατεύθυνση του λαϊκού λόγου και της εξομάλυνσης που με τον τρόπο του επιχειρεί, αλλά ευδαίμων αποδοχή και άκριτη υιοθέτηση κάθε στοιχείου που αναπαράγει ή μιμείται λογιότερα πρότυπα, έστω και με παντελώς λανθασμένο τρόπο.
Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο, προς αυτήν και μόνο την πλευρά, τη λόγια δηλαδή, θάλλει και η περίφημη «αντιρυθμιστική» ή «αντικανονιστική» τάση, ή ο περίφημος πλουραλισμός, όπως είδαμε πολύ συχνά και από τη σελίδα αυτή: όχι στο ο ψήφος πλάι στο η ψήφος, αλλά ναι στο ηρνείτο πλάι στο αρνιόταν.
Εδώ θα ήθελα να αντιπαραβάλω, κατά κάποιον τρόπο, τους δύο διαφορετικούς τύπους λαθών:
(α) λάθη από άγνοια κατά τη χρήση «ασυμμόρφωτων» λόγιων τύπων, λάθη που γίνονται σε μια ασυνείδητη προσπάθεια εξομάλυνσης και μαρτυρούν ακριβώς γλωσσικό αίσθημα υγιές· και
(β) λάθη που γίνονται σε μια συνειδητή πολλές φορές προσπάθεια να αποφευχθεί απλώς ο κοινός τύπος, λάθη και πάλι από άγνοια, που όμως διαφοροποιούνται ριζικά από την πρώτη κατηγορία ως προς τις προθέσεις του συντάκτη, ο οποίος στην περίπτωση αυτή καταστέλλει βίαια το γλωσσικό του αίσθημα.
Χαρακτηριστικά για την πρώτη κατηγορία λαθών είναι τα πολυσυζητημένα «από ανέκαθεν» και «διαρρέω την είδηση», από τα λάθη που γίνονται ακριβώς στα «κενά», στα προβληματικά σημεία του συστήματος.* Το «από ανέκαθεν», που το υπερασπίζεται και ο Ελύτης με την ποίησή του, έστω για λόγους προσωδίας, ενώ ο Κριαράς είχε τη λεξικογραφική γενναιότητα να το περιλάβει στο λεξικό του σαν λαϊκό τύπο (αποανέκαθεν και απανέκαθεν), έχει αναγορευτεί σήμερα σε άσφαλτο δείκτη απαιδευσίας. Κι ωστόσο είναι λάθος αναπόφευκτο μα και σοφό, αφού το «από», που μαρτυρείται –μόνο για τους ειδικούς– μέσα στο -θεν, έπρεπε πια να δηλωθεί σύμφωνα με τους νόμους της συγχρονικής λειτουργίας της γλώσσας, αναλογικά και με τα συνώνυμα «από παλιά», «από πάντα».** Άλλωστε, από τα χρόνια της Κοινής έρχεται το «λάθος»: ο δε Πέτρος ηκολούθει αυτώ από μακρόθεν έως της αυλής του αρχιερέως, γράφει ο «ανελλήνιστος» Ματθαίος!
Το «διαρρέω την είδηση», πάλι, ακολουθεί παλαιότερη και σταθερή τάση των ρημάτων να γίνουν μεταβατικά, έτσι όπως έγιναν προ πολλού το ανεβαίνω (τη σκάλα) και το κατεβαίνω (το ποτάμι). Ή όπως εξαπλώνεται ραγδαία η «μεταβατικοποίηση» του απαντώ: «απαντώ την ερώτηση» (=στην ερώτηση), «πρέπει να απαντηθεί το ερώτημα» (=να δοθεί απάντηση…) κ.ά. διαβάζουμε συνέχεια, χωρίς ωστόσο να επισημαίνεται ή να σχολιάζεται από κανέναν, από αυτούς λ.χ. που κατακεραυνώνουν το λανθασμένο «διαρρέω το…» –ίσως επειδή εδώ έχουμε καταπιεί από καιρό και ήδη καλοχωνέψει το μητρικό αγγλικό: answer the question.
Περισσότερο με συγκινούν όμως άλλα λάθη: απελπισμένη γυναίκα, χωμένη μέσα στις λάσπες από τις τελευταίες πλημμύρες, εξηγούσε μπροστά στο φακό της τηλεόρασης το δράμα των περιοχών εκείνων, που πάντα πρώτες «πλήγονται» με τις βροχές. Αφού «πληγείσες περιοχές» τής τσαμπουνάνε διαρκώς απ’ τα δελτία ειδήσεων: πού αλλού να αναζητήσει το ρήμα της, πού να το βρει το πλήττω και πώς να το συνδέσει με τη σιδερωμένη γλώσσα τού πληγείσες ή, χειρότερα, του «πληγεισών περιοχών»;
Και μια και είπα για το πλήττω: για πλήξη ήθελε να μιλήσει πρωταγωνίστρια του θεάτρου μας, και είπε: «με πλήττει το εύκολο έργο» (=με κάνει να πλήττω), και στράφηκε σε συνομιλήτριά της πολιτικό και τη ρώτησε: «δεν θα σε πλήξει αν εκφωνήσεις τον ίδιο λόγο;» Συχνό αυτό το λάθος, όπως και από άλλη άποψη τα «να περισυνελέξω», «να εφιστήσει την προσοχή», μα ποιος δεν αναγνωρίζει την αμείλικτη «λογική» τους;
Συμπαθέστατος πρωταθλητής του στίβου δήλωσε ότι αγωνίζεται «ανά πάσα καιρική συνθήκη», καθώς θέλησε να χρησιμοποιήσει δημιουργικά το πρότυπο «ανά πάσα στιγμή».
«Εσύ επενέβης; –Όχι, δεν επενέβησα» απάντησε κάποια ηθοποιός που συμμετείχε σε τηλεπαιχνίδι, σχεδόν συλλαβίζοντας: επενέβη- [μικρή παύση, να το βρει:] -σα, ολοκλήρωσε.
Και στην τηλεόραση, σε υπότιτλο: «δεν βεβίαζα το παιχνίδι», γιατί πρότυπο στάθηκε η μετοχή «βεβιασμένος».
Τι σχέση έχουν τώρα όλα αυτά τα λάθη, που δείχνουν πάντως, μας αρέσει δε μας αρέσει, αντίσταση γλωσσικού αισθήματος –ύπαρξη καταρχάς γλωσσικού αισθήματος, και έπειτα αντίσταση–, τι σχέση έχουν με το «διεπλέοντο αυτοκινήτων» και με το τσάι που «αποξηραίνεται ευθύς ως συγκομισθεί», που εκζήτηση μόνο μαρτυρούν, και –παρά τα φαινόμενα ή και τις προθέσεις– σχέση επιδερμική, θα έλεγα τουριστική, με τη γλώσσα;
Έχουμε συνέχεια.
* Βλ. χαρακτηριστικά τη θέση της Δήμητρας Θεοφανοπούλου-Κοντού, στο συλλογικό Δέκα μύθοι για την ελληνική γλώσσα, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2001, σ. 53 κ.ε.
** Και με την ευκαιρία: όταν ακούμε, όχι από τον παπά του χωριού αλλά από τον Πρώτο, «αι γενεαί πάσαι ύμνον την ταφήν σου», αντί τη ταφή σου, βεβαιωνόμαστε ότι η δοτική πτώση δεν υφίσταται πια. Όταν ακούμε από τους περισσότερους «την Θεοτόκον και μητέραΝ του Θεού» ή «εις σάρκαΝ μίαν», έτσι, με λάθος -ν, βεβαιωνόμαστε ότι τα παλιά τριτόκλιτα δεν υπάρχουν. Κι όταν ακούμε από την Ι. Σύνοδο: «εν Αθήνησι», όπου δεν ξέρουν δηλαδή οι θεματοφύλακες, λέει, της γλώσσας ότι στην κατάληξη -ησι κρύβεται η πρόθεση εν, να μην κοροϊδεύουμε το έρμο το «απ’ ανέκαθεν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου