6/3/07

81. Υπέρ απροσαρμόστων [δανεισμός, δ΄]

Τα Νέα, 13 Απριλίου 2002

Είδαμε τα δανεικά κι αγύριστα, τις λέξεις που ενσωματώθηκαν ομαλά προ πολλού στη γλώσσα μας και, χωρίς να μαρτυρούν πλέον την ξενική καταγωγή τους, αποτελούν αναπόσπαστο, πολύτιμο κεφάλαιό της. Ας δούμε τώρα τα δανεικά τα καταναγκαστικά, λέξεις που δεν προσαρμόστηκαν, λέξεις που πληγώνουν κάποτε το αφτί μας και συχνά μας δυσκολεύουν με την προφορά τους.

διαβάστε τη συνέχεια...

Όταν ξεκινούσα την ενότητα αυτή για το δανεισμό, είχα χωρίσει τις απροσάρμοστες ξένες λέξεις σε τρεις κατηγορίες: στα επιδεικτικά της απροκάλυπτης ξενομανίας πρες κόμφερανς, κόουτς και μπρίφιγκ, που δεν επιδέχονται καμία σοβαρή συζήτηση, στα σχεδόν αρτιγέννητα φαξ, σέρφιγκ και ιμέιλ (e-mail), που είναι νωρίς για να δείξουν τις διαθέσεις τους και τις αντοχές τους, και στα σχετικώς παλαιότερα μπαρ, σάντουιτς και κονιάκ, που, χωρίς να επιχειρηθεί να μεταφραστούν, παρέμειναν άκλιτα, ασυμμόρφωτα, μολονότι συχνά έδωσαν παράγωγα και σχεδόν πάντοτε υποκοριστικά: μπαρ, μπαράκι, μπαρόβιος, συν το νεανικό μπαροκατάσταση (αλλά μπάρμαν και μπαργούμαν, μεταφερμένα κατευθείαν από τα αγγλικά)· και σάντουιτς, σαντουιτσάκι· κονιάκ, κονιακάκι.

Σ’ αυτή την κατηγορία θα σταθώ σήμερα, συγκεντρώνοντας λέξεις που έχουν ήδη ζωή αρκετών δεκαετιών και δεν κυκλοφορούν σε κλειστές κάστες και σαλόνια, παρά αποτελούν κοινό κτήμα. Είναι λέξεις που χρησιμοποιούνται από ευρύτερα κοινωνικά στρώματα, λέξεις που οι περισσότερες έχουν περάσει στη λαϊκή χρήση (σάντουιτς μας έφτιαχναν οι μανάδες μας να πάρουμε μαζί μας στο σχολείο, κι όχι αμφίψωμο).

Εδώ πρέπει να υπενθυμίσω ότι οι αρκετές ή και πολλές δεκαετίες ζωής των λέξεων αυτών είναι στην πραγματικότητα λίγες, ελάχιστες, για τη γλώσσα και τους μηχανισμούς της. Έτσι, μπορούμε στο μεταξύ να δούμε πρόχειρα διάφορες λέξεις που έρχονται και φεύγουν ή αντικαθίστανται, φαινομενικά αναίτια, πάντως όχι επειδή συνάντησαν την παραμικρή αντίδραση. Λέξεις-σήματα μιας εποχής, π.χ. οι χοροί σέικ, τουίστ, τσάρλεστον (θυμάστε και τις καραμέλες τσάρλεστον, ή το χτένισμα τσάρλεστον;), χάλι γκάλι, μπόσα νόβα, γιάνκα, που χάθηκαν μαζί με το σημαινόμενό τους. Λέξεις που αβίαστα, θαρρείς, υποχωρούν μπροστά σε άλλη, ελληνική ή τουλάχιστον κλιτή: έγραφα κι άλλοτε για το μανεκέν, που αντικαταστάθηκε από το κλιτό μοντέλο, το οποίο μάλιστα έδωσε αμέσως το ειρωνικό θηλυκό η μοντέλα-οι μοντέλες (αλλά τοπ μόντελ)· και θυμήθηκα ξαφνικά το χρώμα σαξ, το γαλαζοπράσινο· και τι έγινε η ρεκλάμα (παρότι κλιτή)· πώς υποχώρησε έτσι η περίφημη μπουτίκ· πώς χάθηκαν και τόσες άλλες λέξεις φετίχ (νά κι άλλη άκλιτη, το φετίχ, με τον φετιχισμό του όμως και με το σχετικό επίθετο, φετιχιστικός), λέξεις-αξίες και σύμβολα του μικροαστικού τρόπου ζωής, όπως το λίβιγκ ρουμ, τώρα καθιστικό· πάει η κούρσα κι η κουρσάρα που θάμπωνε τη γειτονιά, τώρα έχει ο καθένας το αυτοκίνητό του· δείτε πώς προελαύνει ο οδηγός στη θέση του λαϊκότατου σοφέρ, που είχε δώσει τους σοφεραίους και τη σοφεράντζα, αλλά και το ελαφρά υποτιμητικό σοφερίνα, η οποία θα μείνει πια μόνο στο τραγούδι για τη Ζοζεφίνα την τσαχπίνα· πάει και το βολάν, μένει (;) μόνο στη φράση «άσος τού βολάν» ή στα φουστάνια· το φοντάν έμεινε σκέτο σοκολατάκι, και δεν μας τρατάρουν παρά μας κερνούν· πάει το λαμπατέρ, έγινε φωτιστικό, και μάλιστα δαπέδου, και τώρα κοντά (και ελαφρώς ανατριχιαστικά) επιδαπέδιο, έφυγε και το επίσης τραγουδισμένο αμπαζούρ το θαλασσί, αγκαλιά εγώ κι εσύ· χάνεται, αν δεν χάθηκε κιόλας, η αμαρτωλή καπότα, που μόνο ψιθυριστά ξεστομιζόταν, τώρα ψιθυριστά ή φωναχτά, σε επίσημο αλλά και σε λαϊκό λόγο, κυριαρχεί το προφυλακτικό· χάνεται επίσης, όσο μπαίνει σ’ όλα τα σπίτια, και το αιρ κοντίσιον: έγινε κλιματιστικό. Ή πάλι, είναι μόνο δική μου αίσθηση ότι χάνεται η τόσο κοινή και εκφραστικότατη λέξη μπανάλ (με το μεγεθυντικό μπαναλαρία); Υποχωρούν δηλαδή κυρίως οι γαλλικές λέξεις; Αλλά το λίβιγκ ρουμ είναι αγγλικό, όπως και ο τζέντλεμαν-τζέντελμαν, άλλη λέξη-αξία, που έφερνε λιποθυμία: «πολύ τζέντελμαν αυτός!»

Ας θυμηθούμε τώρα μαζί απροσάρμοστες λέξεις που μοιάζει, για την ώρα, να έχουν εγκατασταθεί στη γλώσσα μας, κι ας δοκιμάσουμε νοερά, καθώς θα τις διαβάζουμε, να τις αποβάλουμε, ή έστω να τις αντικαταστήσουμε, να δούμε τότε να ακυρώνεται η μισή μας καθημερινή ζωή, ο μισός μας κόσμος, ή τουλάχιστον να χάνονται πολύτιμες υφολογικές αποχρώσεις (γιατί άλλο η κυρία και άλλο πια η μαντάμ, άλλο η κιλότα, το βρακί ή η βράκα, και άλλο το σλιπ και το σλιπάκι).

Έλεγα για τα ανθηρά και με μακρότατο εθνικόφρον παρελθόν μαρς και αλτ, νά και το (επ’ ώμου) αρμ!, και πάλι στο στρατό το τζιπ (πλάι στη σκελέα!) ή το ραντάρ, κι εκεί κοντά, σε χώρο γείτονα, το γκλομπ!

Χρώματα: μπεζ, κρεμ, ροζ, γκρενά, μπορντό (περιορίζομαι, όπως σε όλες τις κατηγορίες, στις πιο κοινόχρηστες λέξεις, κι όχι στο ειδικότερο κάθε φορά λεξιλόγιο –όπως θα ήταν εδώ, λόγου χάρη, τα πετρόλ, μπλε μαρέν, σικλαμέν κ.ά.).

Κουζίνα, μαγειρική-ζαχαροπλαστική: το κέικ κάθε νοικοκυράς, το κλασικό κορνφλάουρ, το γάλα εβαπορέ και το λικέρ, έπειτα μίξερ, γκριλ, φρικασέ, κονιάκ, κοκτέιλ, σουφλέ, και τα ήδη μακρόβια πτιφούρ, μιλφέιγ, κοκ κ.ά.

Συγκοινωνία: τρόλεϊ, ταξί (κάποτε με πληθυντικό ταξιά), μετρό και οσονούπω τραμ, και φέρι/φεριμπότ.

Οικοδομή, σπίτι: μπετόν αρμέ, [τοίχος] σαγρέ, σοβατεπί, καλοριφέρ, μπιμπελό (υπό εξαφάνιση;), κοντραπλακέ, ντουί και φις.

Αυτοκίνητο: καντράν, φλας, ρουλεμάν, ντεμπραγιάζ/αμπραγιάζ, μπουζί, σασί, κουπέ, ρεζερβουάρ και τζιπ.

Ρούχα, περιποίηση σώματος: πουλόβερ, φερμουάρ, καρό, κοτλέ, τζιν, ντεκολτέ, ρεβέρ, καπιτονέ, μπροκάρ, κομπινεζόν, ασορτί, ζέρσεϊ, τρουακάρ, κολιέ (αλλά και ο κολιές-οι κολιέδες), μενταγιόν, μπιζού, μανικιούρ, κραγιόν, λοσιόν, σαμπουάν, σεσουάρ (που μένει μόνο στα κομμωτήρια, γιατί στο σπίτι το κερδίζει το πιστολάκι [για τα μαλλιά]), μακιγιάζ, μεϊκάπ, μασάζ, κιμονό –αλλά πάει το μαντό!

Διασκέδαση, ψυχαγωγία, τέχνες: από τα περίφημα σκετς, στις σχολικές μάλιστα γιορτές, έως τα πάρτι, μπαρ, κλαμπ, ντίσκο, καμπαρέ, βαριετέ, με τους παλιούς χορούς βαλς και ταγκό, έπειτα ροκ εντ ρολ, και μιούζικαλ, θρίλερ, γουέστερν, ή μπαρόκ, ροκοκό, ρετρό, σολφέζ, κομεντί· και τώρα τα επελαύνοντα και εξαιρετικά παραπλανητικά κατά την ανάγνωση καφέ, που δεν είναι όμως ούτε καφετέριες ούτε καφενεία!

Αθλητισμός: εδώ, η ζωή μας όλη, με γκολ και σκορ και φάουλ και άουτ και πέναλτι και ματς και ντέρμπι, τώρα το μπάσκετ με τα ριμπάουντ του, που μπήκε σε κάθε σπίτι με τον Γκάλη, ακόμα πιο πρόσφατα τα αρασέ και τα ζετέ του Πύρρου Δήμα, και βόλεϊ, νοκάουτ, σκι, συν το γκολφ του εθνάρχη.

Γενικά, δοκιμάστε να βγάλετε από την καθημερινή ζωή του καθενός το χιούμορ, τα χόμπι, το ρεβεγιόν, το φλερτ και το αγκαζέ (χάθηκε μάλλον το αλά μπρατσέτα), το κομπρεσέρ, το κανό, το προφίλ, το σπρέι, τα κόμικς και τα κόμπλεξ (με τον κομπλεξικό κτλ.), το τρακ, το νάιλον, το σοκ.

Σοκ, δηλαδή. Ή κραχ. Και συνεχίζουμε.

buzz it!

Δεν υπάρχουν σχόλια: