6/12/07

Ο άχρηστος τηλεφωνητής και ο κύριος Μπαμπινιώτης

Τα Νέα, 6 Αυγούστου 2005, απάντηση στο κείμενο του Γ. Μπαμπινιώτη, "Κριτική μιας άκριτης και ά-χαρης κριτικής", Τα Νέα, 23 Ιουλίου 2005

"Επομένως, αυτός ο οποίος χρησιμοποιεί τούτο ή εκείνο το πράγμα έχει και τη μεγαλύτερη γνώση για αυτό, και εξηγεί στον κατασκευαστή τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα που παρουσιάζει το πράγμα κατά τη χρήση του.»
[Πλάτων, "Πολιτεία" 601 d, μετ. Ν. Μ. Σκουτερόπουλος]

«Γλωσσοεμφυλιακό πνεύμα» είναι να λέει ένας γλωσσολόγος ότι σε Γραμματική της Νέας Ελληνικής δεν έχουν θέση οι μύες του σώματός μας, επειδή είναι καθαρεύουσα!


το πλήρες κείμενο:

Πρόσφατα αγόρασα έναν τηλεφωνητή γνωστής μάρκας. Από την πρώτη μέρα που τον εγκατέστησα, διαπίστωσα πλήθος μειονεκτήματα, σε σχέση με τον προηγούμενο και με όσους άλλους είχα κατά καιρούς. Ήταν αποτυχία η αγορά μου και έσπευσα να τον αντικαταστήσω. Τον «προβληματικό» ή πάντως ατελή λυπάμαι να τον πετάξω. Τον έχω ακόμα, μακάρι να τον ήθελε κάποιος, να του τον χάριζα.

Ένα λεξικό όμως ή μια γραμματική, που επίσης λυπάμαι να τα πετάξω, κι όχι μόνο επειδή τα χρυσοπλήρωσα σε σχέση με τη χαμηλή συγκριτικά τιμή του τηλεφωνητή, ένα λεξικό ή μια γραμματική δεν θα τα χάριζα, λόγου χάρη στο ανιψάκι μου, με κίνδυνο να του κοκκινίσει το τετράδιο η καθηγήτριά του, έτσι και της έγραφε το αγόρι με -ω, ή ξεσήκωνε κάποια άλλη, λανθασμένη πληροφορία «πραγματολογικού» τύπου.

Χωρίς να είμαι ηλεκτρονικός λοιπόν, ξέρω πολύ καλά αν μου κάνει ή όχι ένας τηλεφωνητής. Έτσι και ξέρω αν μου κάνει μια γραμματική ή ένα λεξικό. Πολύ περισσότερο, αν είμαι πάνω από 30 χρόνια επαγγελματίας, έστω «διορθωτής δοκιμίων», όπως γράφει απαξιωτικά ο κ. Μπαμπινιώτης (χώρια που δεν ήμουν ποτέ αυτό ακριβώς, και κυρίως δεν είμαι καθόλου απ’ αυτό εδώ και πολλά χρόνια, αλλά σιγά τώρα!), που σημαίνει πως άλλο δεν κάνω από το να χρησιμοποιώ λεξικά και γραμματικές. Άλλωστε απ’ τον καιρό του Πλάτωνα κρατάει αυτή η συζήτηση, ποιος είναι πιο αρμόδιος να κρίνει, ο κατασκευαστής ή ο χρήστης.

Ώστε ένας τηλεφωνητής φτιαγμένος ίσως με τις καλύτερες προδιαγραφές μπορεί να είναι άχρηστος στην πράξη. Και ένα λεξικό ή μια γραμματική, πάλι με τις καλύτερες ίσως προδιαγραφές, μπορεί να είναι άχρηστα στη πράξη. Ίσως και επιβλαβή.

Είναι όμως με τις καλύτερες προδιαγραφές; Γιατί ώς τώρα αναφέρθηκα κυρίως στη χρηστικότητα· τα επιστημονικά τού τα είπαν άλλοι του κ. Μπαμπινιώτη, εγκαίρως, και βεβαίως συνάδελφοί του γλωσσολόγοι. Αλλά ο κ. Μπ. έφτιαξε το σχήμα: ο μπεστ-σελερίστας πρύτανης απ’ τη μια και ο «αγαθός διορθωτής δοκιμίων» απ’ την άλλη· η επιστημονική κοινότητα, που αναγνώρισε το έργο και το αγκάλιασε, απ’ τη μια, και ο «άγνωστος Χ.» από την άλλη. Έτσι παραπλανά ο κ. Μπ., δηλαδή εξαπατά τον αναγνώστη που δεν είναι σε θέση να γνωρίζει πως η επιστημονική κοινότητα, στο μεγαλύτερό της ποσοστό, για να μην πω στο αυστηρότερα σοβαρό ποσοστό της, δεν είναι, δεν ήταν ποτέ με τα έργα αλλά και με τις ημέρες γενικότερα του κ. Μπ.

Από τον σοφό Δάσκαλο Εμμ. Κριαρά (και παρά την επιμέρους συμφωνία του με τον κ. Μπ. σε θέματα ορθογραφικά) ώς τον αείμνηστο Α.-Φ. Χριστίδη, από τον Δ. Ν. Μαρωνίτη ώς τον Γιάννη Βελούδη, η επιστημονική κοινότητα, και ειδικότερα η γλωσσολογική, δεν ήταν με τον κ. Μπ.: Ούτε, κυρίως, κυριότατα, όταν ο κ. Μπ., σε χρόνους όπου μετρούσε περισσότερο η ιδεολογική στάση καθενός, ήταν μάχιμος καθαρευουσιάνος και μαχητικός αντιδημοτικιστής, ούτε όταν αργότερα άρχισε να προσαρμόζεται και σταδιακά να εγκαταλείπει την καθαρεύουσα. Ούτε όταν εργαζόταν για την ανιστόρητη και αλχημιστική προσπάθεια να ταυτιστεί η δημοτική με τον «μαλλιαρισμό», ώστε να προβάλει αυτός, μεταλλαγμένος πια, Προφήτης της Νέας Ελληνικής. Δεν ήταν με τον κ. Μπ. η επιστημονική κοινότητα όταν εκείνος έσπερνε ανέμους, με τις σταυροφορίες του για τη σωτηρία της γλώσσας και τη θεραπεία της λεξιπενίας, ούτε όταν καθόταν –και κάθεται– στο μπαλκόνι του να αποθαυμάζει τις θύελλες τις οποίες θερίζει η γλώσσα πια (εννοώ τα πάσης φύσεως λάθη που γίνονται προς τη λόγια και μόνο κατεύθυνση). Και δεν είναι μαζί του ούτε τώρα, όταν εμφανίζεται να συμπορεύεται με όσα εξαρχής δίδασκε η σύγχρονη γλωσσολογία και υποστήριζαν οι συνάδελφοί του, της Θεσσαλονίκης λόγου χάρη, και αναιρεί έτσι τα περί λεξιπενίας κ.ά., φροντίζοντας να δίνει εξετάσεις προοδευτικότητας, τουλάχιστον γλωσσολογικής, έστω με μισό στόμα, σε άρθρα ή σε συνεντεύξεις του, χωρίς ωστόσο να πάψει να κολακεύει τον κόσμο που τον ακολουθεί για όσα άλλοτε έλεγε.

Ας μείνω όμως στα δικά μου και στα ελάχιστα που απομονώνει από τις επιφυλλίδες μου –τις τωρινές, γιατί ποτέ δεν είπε λέξη για όσα κοντά έξι χρόνια τώρα γράφω εδώ στην εφημερίδα, και μάλιστα για το Λεξικό του, αλλά και για όσα έγραφα πριν από 20 ολόκληρα χρόνια, λ.χ. στο Αντί.

Τι γράφει λοιπόν τώρα ο κ. Μπ., που, αφού περίμενε χρόνους και χρόνους να εξαπολύσει την επίθεσή του, δεν περίμενε να διαβάσει και την τελευταία επιφυλλίδα της σειράς, όπως είχα ρητά εξαγγείλει εδώ.* Και απαντάει έτσι σε λειψά με πάλι λειψά, και με μικρές ή μεγάλες ανακρίβειες. Χώρια το ύφος. Αυτό ασχολίαστο, αλλά καλόδεχτο: να μάθουν και όσοι δεν ήξεραν το ήθος του ανδρός, αυτό που όλη η πιάτσα –και η επιστημονική κοινότητα κατεξοχήν– γνώριζε ανέκαθεν: αν σκεφτώ και μόνο πώς απάντησε στον Γ. Καρανάσιο! Ή την απάντησή του στον Π. Μάκριτζ, με την κατακλείδα πως βγήκαν τα ρηχά πιάτα και ζητάνε σούπα! Και ντρέπομαι και μόνο που αναφέρω την απάντησή του στον Μαρωνίτη! Από μιαν άποψη λοιπόν κολακευμένος πρέπει να αισθάνομαι. Ή ευνοημένος.

Εδώ ο παπάς, εκεί ο παπάς;

Στην ουσία τώρα –αν και ουσία είναι κανονικά όλα τα παραπάνω, οι ημέρες πιο πολύ κι από τα έργα του ανδρός:

1. Γράφει ότι στο λεξικό του ακολουθεί την ιστορική-ετυμολογική ορθογραφία: ετυμολογική, ναι, κατά τη δική του ετυμολόγηση (θέμα που δεν το έθιξα ώς τώρα· ας συγκρίνει πάντως κανείς με το μεγάλο λεξικό του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη και τις ετυμολογίες Πετρούνια)· ιστορική, όχι. Η ιστορική έχει δεχτεί εξορθολογιστικές απλοποιήσεις, και μόνο έτσι νοείται να πορεύεται στη νέα ελληνική· κάθε διόρθωση λοιπόν προς τα πίσω, όταν στο μεταξύ δέχεται κανείς ακόμα και την αλλαγή σημασίας, ναι, είναι σφάλμα κραυγαλέο ακόμα και για πρωτοετή της γλωσσολογίας. Και πάντως η διόρθωση γίνεται χωρίς αρχές, όταν, όπως έγραφα, τη μια δέχεται λ.χ. παρετυμολογία (πολυθρόνα), την άλλη όχι (πιλοτή). Έπειτα λοιπόν και από το μεταγενέστερο λεξικό του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη, παντελώς ασύστατα είναι τα σχετικά «με ορθογραφήσεις που είναι σήμερα ξεπερασμένες και που η επιστήμη τής (ιστορικής) γλωσσολογίας έχει από καιρό αναθεωρήσει» –όταν ο ίδιος ο κ. Μπ., 5 με 6 μόλις χρόνια πριν, στην ίδια του τη Γραμματική, όταν κυκλοφορούσε μεμονωμένα, δεν «ακολουθούσε» τη δική του σημερινή ορθογραφία.

2. Ώστε ο μυς δεν κλίνεται σε Γραμματική 1.200 σελίδων, επειδή είναι, λέει, καθαρεύουσα; Ώστε στη ΝΕ ο μυς, όχι το ποντίκι που το τρώει η γάτα, αλλά οι μύες του σώματός μας, είναι καθαρεύουσα; Πείτε το πιο δυνατά, να σας ακούσει το κοινό σας κ. Μπ., αυτό που το κανακέψατε με τις διαχρονίες και πια διεκδικεί ακόμα και γενική της γλώσσης και ρηματικούς τύπους εξεπαίδευε και συνεπήγετο, και έτσι χαιρετίζει τη Γραμματική σας, νομίζοντας πως τέτοιους τύπους θα βρει μέσα!

3. Γιατί σε τέτοιους απαντούσα, και αυτό ήταν το κύριο θέμα των επιφυλλίδων μου, το ιδεολογικό μάλλον, παρά αμιγώς γλωσσικό, αυτό το καταρχήν παράδοξο φαινόμενο, άλλα να λέει ο ταγός κι άλλα να αναμασά ο οπαδός. Και αναφερόμουν σε συγκεκριμένη μερίδα του κοινού, από τους κόλπους των διανοουμένων κυρίως, από τους συναδέλφους μου «διορθωτές δοκιμίων» κ.ά., που πλειοδότησαν στη σύγχυση την οποία έφερε το Λεξικό, παίρνοντας λάθος σύνθημα –ευθύνη και του ταγού, με τη διγλωσσία του. Εκεί απευθύνονταν τα σχόλιά μου, όταν για να χαιρετιστεί η Γραμματική Μπ. σαν μόνη περιγραφική, που αποδίδει την πολυτυπία κτλ., ψυχαναγκαστικά σχεδόν κατεδαφίζεται η Γραμματική Τριανταφυλλίδη και αγνοούνται απλούστατα άλλες νεότερες, όντως πιο περιγραφικές και μη ρυθμιστικές (ανέφερα δύο φορές μια τέτοια γραμματική). Έδινα έτσι, υποθετικό παράδειγμα, για μια ιδεατή γραμματική της πολυτυπίας, από τα αρχαία ώς τα νέα ελληνικά, σύμφωνα με το μύθευμα της αγοράς περί μίας και ενιαίας, τον παρατατικό τού κάθομαι, για να δείξω ακριβώς πόσο ανέφικτο είναι κάτι τέτοιο· εξού και χαρακτήριζα ανεδαφική μια τέτοιου είδους περιγραφική γραμματική: ας διάβαζε κι εδώ προσεχτικότερα ο κ. Μπ. (τώρα, το τι τύπους έχει ή δεν έχει ακούσει, τον αφορά εξίσου με το τι έχει ή δεν έχει διαβάσει). Αλλιώς, την «πολυτυπία» τού ντυνόμουν(α) την έχει δα κάθε γραμματική!

4. Όπως περιέχει και τα άλλα που σημείωνα ότι δεν έχει η Γραμματική Μπ., τους μυς που είδαμε, και το πυρ (καθαρεύουσα κι αυτό, κ. Μπ.;) και τα θηλυκά σε -ω (Φρόσω και ηχώ), που από «επιλογή του», λέει ο κ. Μπ., δεν τα βάζει, και παραπέμπει μάλιστα στο Λεξικό του! Κι απ’ όλα αυτά βρήκε να βγάλει τώρα άσο απ’ το μανίκι του τον πρέσβη, υποδεικνύοντάς τον στη σελίδα τάδε, να κλίνεται κατά τον αποστολέα! Όπως απαντούσε και παλιά στον Π. Μάκριτζ, ότι «το παπουτσής ως ανισοσύλλαβο κλίνεται όπως το βαρκάρης» και, πολύ περισσότερο, το ύδωρ και το ήπαρ «κλίνονται όπως το κρέας ή το καθήκον»! Αμ, η κατηγοριοποίηση, εκτός από κοσμογονική, πρέπει να ’ναι και λειτουργική.

Παραταύτα, το θέμα είναι, γενικότερα, και για τον αναγνώστη που δεν ξέρει, ότι η Γραμματική Μπ. έχει στο τέλος πίνακες με κλιτικά παραδείγματα: εκεί θα αναζητήσει κάθε χρήστης το πρότυπο για την κλίση ενός ονόματος. Έτσι άλλωστε έγραφα ότι και τα επίθετα λ.χ. δεν υπάρχουν στους πίνακες, παρά κι αυτά πρέπει να αναζητηθούν στο κυρίως σώμα: θέλει δηλαδή να δει κανείς πώς κλίνεται ο συγγενής: του συγγενούς ή του συγγενή, και δεν το βρίσκει στους πίνακες, οπότε αρχίζει να ξεφυλλίζει 1.200 σελίδες! Ώστε λοιπόν, άλλα εδώ, άλλα εκεί, άλλα τα βρίσκει ο αναγνώστης με τη μαντική, τα άλλα είναι καθαρεύουσα, τα άλλα ίσως εξαιρέσεις, που δεν βολεύονται πάντως στην περίφημη κατηγοριοποίηση. Αυτό κι αν είναι όχι ρύθμιση αλλά προκρούστεια γραμματική· ούτε ο πιο ένδοξος μαλλιαρισμός δεν θα έφτιαχνε τέτοια κουτάκια: ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε! Κι ό,τι δεν βρείτε στη Γραμματική, ε, αγοράστε και το Λεξικό!

5. Τη διτυπία υπερασπίζεται ο κ. Μπ., ότι λέμε «με χιλιάδες παραδείγματα» και «με χιλιάδες παραδειγμάτων». Μα ακριβώς την ύπαρξη διτυπίας σχολίαζα, στην τελευταία επιφυλλίδα που δεν περίμενε να τη διαβάσει, για να επισημάνω ακριβώς την έλλειψη καταγραφής-περιγραφής του φαινομένου. Και ίσα ίσα, για τη διγλωσσία πια τη δική του, θυμίζω πως, όταν η κ. Παναγιωταρέα σε τηλεοπτική συνέντευξη που του έπαιρνε παραληρούσε για τη χρήση της γενικής στον τύπο του εξωφύλλου της Γραμματικής («με χιλιάδες παραδειγμάτων»), ο κ. Μπ. δεν μίλησε για διτυπία, είπε πως ναι, βεβαίως, έτσι είναι. Μονοτυπία ειδικώς για την κ. Παναγιωταρέα;

Έτσι κολάκευε πάντα τους ημιεγγράμματους μα ιδεοληπτικούς, έτσι κρατούσε τη διαφορετική γλώσσα (γλώσσα είναι και οι πολυσήμαντες σιωπές) για διαφορετικό ακροατήριο. Το 1985, σε συνέδριο του τότε ΚΚΕ Εσωτ. για τη γλώσσα, σε μεσημεριανή συνεδρία, σε ολιγάριθμο σχετικά κοινό, ο κ. Μπ. παρατήρησε σε κάποιον αφρισμένο συνδικαλιστή, που ζητούσε την επιστροφή των αρχαίων και του πολυτονικού, πως, για να στηρίξουν το αίτημά τους για τα αρχαία, πρέπει να αποσυνδέσουν το πολυτονικό, που αυτό δεν στέκει στη Νέα Ελληνική. Το ίδιο βράδυ, στο κατάμεστο πλέον γήπεδο, όταν ο Σαββόπουλος συνέχεε επιτονισμό, διαφορετική εκφορά και τονισμό του λόγου, με μουσικό τονισμό και «αποδείκνυε» έτσι με ειδικές μετρήσεις την επιβίωση της μακρότητας και βραχύτητας στη ΝΕ, τότε λοιπόν πήγαν να βγάλουν τα κάστανα απ’ τη φωτιά ο μακαρίτης ο Φόρης και ο Μαρωνίτης, υπό τις αποδοκιμασίες του ρωμαϊκού κοινού. Ο «ακριβοδίκαιος» το μεσημέρι Μπ. το βράδυ στην αρένα παρέμεινε απλός, παθητικός θεατής, εύγλωττα σιωπηλός.

Αυτά λοιπόν, παρασιωπήσεις, παραναγνώσεις, διγλωσσία, κοινώς πιρουέτες, χαμαιλεοντισμοί. Κι αν έτσι δεν παράγεται βεβαίως ούτε προάγεται επιστήμη, οικοδομείται και προάγεται ωστόσο το είδωλο ενός «εθνικού γλωσσολόγου», κατασκευάζεται ένας μιντιακός σταρ, που κυκλοφορεί από το στόμα του Μικρούτσικου στα ριάλιτι ώς τις μεσημεριανές κυρίες με τις εκπομπές «κοινωνικής κριτικής». Ωραία δόξα εζήλωσε ο κ. Μπαμπινιώτης.


* Το απαντητικό κείμενο του κ. Μπαμπινιώτη δημοσιεύτηκε στις 23.7.05, την ίδια μέρα που δημοσιευόταν και η 4η και τελευταία δική μου επιφυλλίδα, την οποία, ξαναλέω, είχα προαναγγείλει. Έτσι, η απάντησή του ξεκινάει: "τρεις επιφυλλίδες αφιέρωσε ο κ. Γιάννης Χάρης [...] για να κρίνει τη Γραμματική μας..."

buzz it!