«Προτάσεις για τα μελλοντικά βιβλία της Ιστορίας»
Τα Νέα, 4 Αυγούστου 2007
Μεγαλύτερο μάθημα για τα παιδιά, προκειμένου να ετοιμαστούν για τις καινούριες, πολυφυλετικές κοινωνίες, πριν απ’ τα αίματα και τις σφαγές, είναι να μάθουν λ.χ. το πώς υποδεχτήκαμε όχι τίποτα λαθρομετανάστες αλλά τους αδερφούς μας Μικρασιάτες
Άλλος ευλογημένος αναγνώστης μού έστειλε στο ίντερνετ το θαύμα που δεν είχα τη χαρά να το αποθαυμάσω μόνος μου: το μοιράζομαι τώρα με τους αναγνώστες, που μπορούν να μπουν στο σάιτ της εφημερίδας και εκεί να θαυμάσουν τουλάχιστον τις υπογραφές
το πλήρες κείμενο
«Η δικτατορία της 21ης Απριλίου αιφνιδίασε την ηγεσία και του ΚΚΕ και της ΕΔΑ [...]. Κατά την περίοδο που ακολούθησε –και ενώ χιλιάδες κομμουνιστές και άλλοι αριστεροί συνωστίζονταν στις φυλακές και στις εξορίες– άρχισαν οι προσπάθειες...»
Όχι, δεν το ’κανε κι αυτό το έγκλημα η Ρεπούση, κι άλλωστε ο στόχος τώρα του σατανικού ρήματος «συνωστίζομαι» δεν είναι οι Έλληνες εν γένει, παρά οι αριστεροί αποκλειστικά. Άρα, ας μην περιμένουμε αντίδραση από Χριστόδουλο και Παπαθεμελή, όμως ομπρός Λαζόπουλε και Λιάνα, Θέμο και Στάθη και Καραμπελιά, ομπρός για την τρωθείσα τιμή της Αριστεράς, χτυπάτε αλύπητα την Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (ΙΕΕ) της Εκδοτικής Αθηνών, που τέτοια αφυδατωμένα φιλοδοξεί να διδάξει όχι απλώς σε εντεκάχρονα παιδιά παρά σ’ ολόκληρο το έθνος, αφού πρόκειται για μνημειώδες έργο, κι όχι με καμιά Ρεπούση ξαναλέω από πίσω, αλλά με τεράστιο επιτελείο καθηγητών και ακαδημαϊκών.
Ώστε εξεπουλήθημεν ολοσούμπιτοι εντέλει; Όμως, τι λέω τώρα; Εδώ, ίσα ίσα, το ανόμημα είναι άλλο, και σαφές: υπονόμευση του ρόλου και της δράσης της Αριστεράς, από αυτόχρημα συντηρητικούς κύκλους. Αν δεν το κάνανε αυτό οι ακαδημαϊκοί, ποιος εντέλει;
Πήγε να γελάσει το χειλάκι μου με το εύρημα αυτό από την ΙΕΕ, τόμο ΙΣΤ΄, σελ. 168, όταν μου το επισήμανε στο μπλογκ μου κάποιος ευλογημένος άνθρωπος με το ψευδώνυμο lkouf, βρήκα ωραία την ιδέα ν’ αρχίσω μ’ αυτό τη σημερινή επιφυλλίδα, με διαβάζω καθώς γράφω, κι όχι χαμόγελο παρά θλίψη με κυριεύει.
Το τι ειπώθηκε μ’ αυτή την ιστορία, κι άσ’ τους Χριστόδουλους και τους Καρατζαφέρηδες: «μεταξύ μας» πια, αλλά όταν απέναντί μας είχαμε ακριβώς τους Χριστόδουλους και τους Καρατζαφέρηδες! Το πώς μετριόνταν οι εδώθε κι οι εκείθε αριστεροί: όχι, η Αριστερά το υποστήριξε το βιβλίο· όχι, η Αριστερά δεν το υποστήριξε το βιβλίο, αφού μετρούσε ο καθένας καταπώς ήθελε την Αριστερά του και τους αριστερούς –και αφού πρωτίστως έμπλεξαν στην αριθμητική ιστορικούς επιστήμονες με κάθε λογής αναρμόδιους, κι έτσι στον Βασίλη Παναγιωτόπουλο, τον Β. Κρεμμυδά, τον Γ. Γιαννουλόπουλο ή τον Αντώνη Λιάκο αντιστοιχούσε συνομιλητής π.χ. ο κάθε Ψωμιάδης ή ο παπα-Τσάκαλος.
Κάποτε όμως να τελειώνουμε μ’ αυτή την ιστορία, τη σουρεαλιστική εντέλει, αφού έφτασαν να συρθούν άνθρωποι όντως σοβαροί, και επιστήμονες σοβαροί, να καταγγείλουν τα όποια λάθη του βιβλίου σε συζήτηση που την ξεκίνησε το θρησκευτικό-πατριωτικό λόμπι, συχνά και με τους όρους που έθεσε το λόμπι αυτό –ή ακόμα ακόμα να κάνουν τη συζήτηση, έστω τη δική τους, την ώρα που διεξαγόταν η συζήτηση των άλλων, αυτή που έδινε και γενικότερα τον τόνο, αυτή που θα οδηγήσει ίσως στην απόσυρση του βιβλίου, που οδήγησε στη συλλογή υπογραφών, στη συγκρότηση συλλόγων με ενδεικτικές ονομασίες («Νοιάζομαι» λ.χ.!), που παροτρύνουν τους γονείς να απαιτήσουν να εξαιρεθούν τα παιδιά τους από το μάθημα της Ιστορίας κτλ.
Κι από κοντά η θλιβερή ουρά της ιστορίας αυτής, διανοούμενοι «ουδέτεροι» και «αντικειμενικοί», πέρα από τα μικροϊδεολογικά πάθη των πτωχών και ταπεινών, που σπεύδουν πάντα να παρέμβουν, εξ ουρανού εννοείται, πάντα υπεράνω και αφ’ υψηλού, και να σκορπίσουνε απλόχερα τη σοφία τους –ή το χιούμορ τους. Έτσι και τώρα, που, όπως είδαμε, η συνωστισμολογία πήρε κι έδωσε.
Θέλετε όμως όντως χιούμορ; Αντιδραστικό, πλην όμως χιούμορ, κάπως σαν τα ρατσιστικά ή σεξιστικά ανέκδοτα με μαύρους, εβραίους, ξανθιές κτλ., που απ’ τη μια ανατριχιάζεις, από την άλλη όμως οφείλεις να παραδεχτείς πως κάποια διαθέτουν όντως χιούμορ.
Πριν σοβαρέψουμε λοιπόν, δίνω ένα δείγμα –κοινώς βάζω τα χέρια μου και βγάζω τα μάτια μου– από ένα ιμέιλ που κυκλοφόρησε ευρύτατα, με τίτλο «Ιδού μερικές ακόμα προτάσεις για τα μελλοντικά βιβλία της Ιστορίας»:
«Ένα εορταστικό τριήμερο του 1826 συνέβη ένα τρομερό δυστύχημα όταν κατά τη μαζική έξοδο από την πόλη του Μεσολογγίου πολλοί κάτοικοι ποδοπατήθηκαν στο μεγάλο μποτιλιάρισμα, όταν ένας Τούρκος υπάλληλος αμέλησε να ανοίξει το ένα φύλλο της θύρας της εξόδου της πόλης. Ανάλογο περιστατικό έγινε το 1981 με τη θύρα 7 του Ολυμπιακού».
Όντως γελάσαμε, και ωραία γελάσαμε, δε λέω. Μπορούμε όμως και να είμαστε για λίγο σοβαροί;
Ιδού λοιπόν κι άλλες ακόμα προτάσεις για τα μελλοντικά βιβλία της Ιστορίας, βιβλία που θα προετοιμάσουν τα παιδιά –οφείλουμε τώρα να μιλήσουμε οι αριστεροί μεταξύ μας, ούτε με τον Παπαθεμελή δηλαδή ούτε με τον Γεωργιάδη– να ζήσουν στον καινούριο κόσμο με τις πολυφυλετικές και πολυπολιτισμικές κοινωνίες.
Να μάθουμε λοιπόν στα παιδιά πως οι μακρινοί πρόγονοί τους δημιούργησαν πράγματι κάποια στιγμή ανώτερο πολιτισμό και κυριάρχησαν στον τότε κόσμο, χωρίς αυτό να σημαίνει πως ήταν περιούσιος λαός: «νά, παιδιά μου» θα λέει ο δάσκαλος, «όπως καληώρα σήμερα η κοσμοκράτειρα Αμερική, με τα μεγάλα επιτεύγματά της αλλά και τα εγκλήματά της». Δεν ήταν λοιπόν περιούσιος λαός εκ DNA: μεγαλούργησαν, αλλά μαζί και πατρίδα πρόδωσαν, με το χρυσό ασυζητητί στον Αλκιβιάδη, και κατέσφαξαν, από τον διά μαχαίρας τάχα εκπολιτιστή Μεγαλέξανδρο, αλλά και πυρπολητή (έτσι, πάνω σ’ ένα μεθύσι απλώς, με μιαν εταίρα, για πλάκα δηλαδή) της Περσέπολης, ώς τον εξίσου αιμοσταγή μα και άγιο της εκκλησίας μας Μεγάλο Κωνσταντίνο!
Αλλά μην πάμε τόσο πίσω και δεν έχουμε τελειωμό: νά, με τα Μικρασιατικά, που ήταν τώρα η αφορμή, όπου οφείλουμε, όπως είπαμε, να μάθουμε στα παιδιά πως πήγαμε να προσαρτήσουμε εδάφη όπου πλειοψηφούσε ο τουρκικός πληθυσμός, και σφάξαμε και βιάσαμε και κάψαμε και αφανίσαμε χωριά ολόκληρα, οπότε μας πήραν έπειτα φαλάγγι οι Τούρκοι και μας «συνώστισαν» στης Σμύρνης το λιμάνι –επειδή συν τοις άλλοις τα ελληνικά πλοία την κοπάνησαν, και ως συνήθως μας φταίγαν έπειτα οι ξένες δυνάμεις.
Οι «κωλοσμυρνιές» οι παστρικές
Μα πιο πολύ να μάθουμε έπειτα στα παιδιά μας, αυτά τα οποία ενοχοποιούμε επειδή [τα βάζουν κατά κανόνα οι πατεράδες τους να] αντιδρούν στο κάθε Αλβανόπουλο που είναι να κρατήσει τη σημαία, να μάθουμε λοιπόν στα παιδιά πώς υποδέχτηκαν τότε οι παππούδες τους όχι τίποτα «λαθρομετανάστες», αλλά τους ομοαίματους αδερφούς τους, αυτούς ντε τους οποίους είχαν πάει να τους σώσουν απ’ τους Τούρκους, κι όταν βρέθηκαν ανέστιοι ικέτες στη γη των πατέρων τους και των αδερφών τους, αυτοί οι πατέρες και αδερφοί μόνο που δεν τους ξανασυνώστισαν, έτσι όπως σήμερα «επαναπροωθούν» τους όντως ξένους. Να τους πούμε λοιπόν τι υποδοχή επιφυλάξαμε στο αίμα μας, το τι πουτάνες τις ανεβάζαμε, τι παστρικές τις κατεβάζαμε τις «κωλοσμυρνιές», που το «Σμυρνιά» ήταν έτσι κι αλλιώς βρισιά, κι η λέξη «πρόσφυγας» φοβέρα για τα παιδιά, να τρώνε το φαΐ τους: «άντε, γιατί θα ’ρθει η πρόσφυγα να σε πάρει»!
Και να τους πούμε έπειτα για την πιο πρόσφατη ιστορία, πώς πάλι προκαλέσαμε την επίθεση των Τούρκων στην Κύπρο, έπειτα από τη δική μας επίθεση το 1897, και το 1912, και το 1922, ή και το 1974, όπου τότε πια τα πράγματα ήταν απείρως πολυπλοκότερα από «επίθεση», με τον πραξικοπηματία Σαμψών, αφού ώς τότε είχαμε τους Τουρκοκύπριους να ζουν κυριολεκτικά σε γκέτο, μόνο αστέρι κίτρινο στο πέτο δεν τους βάζαμε να φορούν, να τους ξεχωρίζουμε όταν τους σφάζαμε στο σωρό!
Δεν έχει νόημα να συνεχίσω. Τα θέματα, ανεξάντλητα. Από τη μοναδική σε έκταση σφαγή της Εικονομαχίας ώς το ασύλληπτο μακελειό της Τριπολιτσάς, ώς την ανατίναξη πλοίων ελληνικών από τον περίφημο μπουρλοτιέρη Μιαούλη το 1831, και με τον μονίμως εθνοπροδοτικό ρόλο της Εκκλησίας αφού μονίμως στήριζε επίορκους αξιωματικούς, που από αυτούς δα, άμμος της θαλάσσης, με τα πραξικοπήματα να τρέχουνε σαν τα μονά-ζυγά του δακτυλίου.
Μακάρι να τα πιάσει με χιούμορ κάποιος πάλι σε ιμέιλ, γιατί σε σχολική Ιστορία δε θα δουν το φως ποτέ.
Μεγαλύτερο μάθημα για τα παιδιά, προκειμένου να ετοιμαστούν για τις καινούριες, πολυφυλετικές κοινωνίες, πριν απ’ τα αίματα και τις σφαγές, είναι να μάθουν λ.χ. το πώς υποδεχτήκαμε όχι τίποτα λαθρομετανάστες αλλά τους αδερφούς μας Μικρασιάτες
Άλλος ευλογημένος αναγνώστης μού έστειλε στο ίντερνετ το θαύμα που δεν είχα τη χαρά να το αποθαυμάσω μόνος μου: το μοιράζομαι τώρα με τους αναγνώστες, που μπορούν να μπουν στο σάιτ της εφημερίδας και εκεί να θαυμάσουν τουλάχιστον τις υπογραφές
το πλήρες κείμενο
«Η δικτατορία της 21ης Απριλίου αιφνιδίασε την ηγεσία και του ΚΚΕ και της ΕΔΑ [...]. Κατά την περίοδο που ακολούθησε –και ενώ χιλιάδες κομμουνιστές και άλλοι αριστεροί συνωστίζονταν στις φυλακές και στις εξορίες– άρχισαν οι προσπάθειες...»
Όχι, δεν το ’κανε κι αυτό το έγκλημα η Ρεπούση, κι άλλωστε ο στόχος τώρα του σατανικού ρήματος «συνωστίζομαι» δεν είναι οι Έλληνες εν γένει, παρά οι αριστεροί αποκλειστικά. Άρα, ας μην περιμένουμε αντίδραση από Χριστόδουλο και Παπαθεμελή, όμως ομπρός Λαζόπουλε και Λιάνα, Θέμο και Στάθη και Καραμπελιά, ομπρός για την τρωθείσα τιμή της Αριστεράς, χτυπάτε αλύπητα την Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (ΙΕΕ) της Εκδοτικής Αθηνών, που τέτοια αφυδατωμένα φιλοδοξεί να διδάξει όχι απλώς σε εντεκάχρονα παιδιά παρά σ’ ολόκληρο το έθνος, αφού πρόκειται για μνημειώδες έργο, κι όχι με καμιά Ρεπούση ξαναλέω από πίσω, αλλά με τεράστιο επιτελείο καθηγητών και ακαδημαϊκών.
Ώστε εξεπουλήθημεν ολοσούμπιτοι εντέλει; Όμως, τι λέω τώρα; Εδώ, ίσα ίσα, το ανόμημα είναι άλλο, και σαφές: υπονόμευση του ρόλου και της δράσης της Αριστεράς, από αυτόχρημα συντηρητικούς κύκλους. Αν δεν το κάνανε αυτό οι ακαδημαϊκοί, ποιος εντέλει;
Πήγε να γελάσει το χειλάκι μου με το εύρημα αυτό από την ΙΕΕ, τόμο ΙΣΤ΄, σελ. 168, όταν μου το επισήμανε στο μπλογκ μου κάποιος ευλογημένος άνθρωπος με το ψευδώνυμο lkouf, βρήκα ωραία την ιδέα ν’ αρχίσω μ’ αυτό τη σημερινή επιφυλλίδα, με διαβάζω καθώς γράφω, κι όχι χαμόγελο παρά θλίψη με κυριεύει.
Το τι ειπώθηκε μ’ αυτή την ιστορία, κι άσ’ τους Χριστόδουλους και τους Καρατζαφέρηδες: «μεταξύ μας» πια, αλλά όταν απέναντί μας είχαμε ακριβώς τους Χριστόδουλους και τους Καρατζαφέρηδες! Το πώς μετριόνταν οι εδώθε κι οι εκείθε αριστεροί: όχι, η Αριστερά το υποστήριξε το βιβλίο· όχι, η Αριστερά δεν το υποστήριξε το βιβλίο, αφού μετρούσε ο καθένας καταπώς ήθελε την Αριστερά του και τους αριστερούς –και αφού πρωτίστως έμπλεξαν στην αριθμητική ιστορικούς επιστήμονες με κάθε λογής αναρμόδιους, κι έτσι στον Βασίλη Παναγιωτόπουλο, τον Β. Κρεμμυδά, τον Γ. Γιαννουλόπουλο ή τον Αντώνη Λιάκο αντιστοιχούσε συνομιλητής π.χ. ο κάθε Ψωμιάδης ή ο παπα-Τσάκαλος.
Κάποτε όμως να τελειώνουμε μ’ αυτή την ιστορία, τη σουρεαλιστική εντέλει, αφού έφτασαν να συρθούν άνθρωποι όντως σοβαροί, και επιστήμονες σοβαροί, να καταγγείλουν τα όποια λάθη του βιβλίου σε συζήτηση που την ξεκίνησε το θρησκευτικό-πατριωτικό λόμπι, συχνά και με τους όρους που έθεσε το λόμπι αυτό –ή ακόμα ακόμα να κάνουν τη συζήτηση, έστω τη δική τους, την ώρα που διεξαγόταν η συζήτηση των άλλων, αυτή που έδινε και γενικότερα τον τόνο, αυτή που θα οδηγήσει ίσως στην απόσυρση του βιβλίου, που οδήγησε στη συλλογή υπογραφών, στη συγκρότηση συλλόγων με ενδεικτικές ονομασίες («Νοιάζομαι» λ.χ.!), που παροτρύνουν τους γονείς να απαιτήσουν να εξαιρεθούν τα παιδιά τους από το μάθημα της Ιστορίας κτλ.
Κι από κοντά η θλιβερή ουρά της ιστορίας αυτής, διανοούμενοι «ουδέτεροι» και «αντικειμενικοί», πέρα από τα μικροϊδεολογικά πάθη των πτωχών και ταπεινών, που σπεύδουν πάντα να παρέμβουν, εξ ουρανού εννοείται, πάντα υπεράνω και αφ’ υψηλού, και να σκορπίσουνε απλόχερα τη σοφία τους –ή το χιούμορ τους. Έτσι και τώρα, που, όπως είδαμε, η συνωστισμολογία πήρε κι έδωσε.
Θέλετε όμως όντως χιούμορ; Αντιδραστικό, πλην όμως χιούμορ, κάπως σαν τα ρατσιστικά ή σεξιστικά ανέκδοτα με μαύρους, εβραίους, ξανθιές κτλ., που απ’ τη μια ανατριχιάζεις, από την άλλη όμως οφείλεις να παραδεχτείς πως κάποια διαθέτουν όντως χιούμορ.
Πριν σοβαρέψουμε λοιπόν, δίνω ένα δείγμα –κοινώς βάζω τα χέρια μου και βγάζω τα μάτια μου– από ένα ιμέιλ που κυκλοφόρησε ευρύτατα, με τίτλο «Ιδού μερικές ακόμα προτάσεις για τα μελλοντικά βιβλία της Ιστορίας»:
«Ένα εορταστικό τριήμερο του 1826 συνέβη ένα τρομερό δυστύχημα όταν κατά τη μαζική έξοδο από την πόλη του Μεσολογγίου πολλοί κάτοικοι ποδοπατήθηκαν στο μεγάλο μποτιλιάρισμα, όταν ένας Τούρκος υπάλληλος αμέλησε να ανοίξει το ένα φύλλο της θύρας της εξόδου της πόλης. Ανάλογο περιστατικό έγινε το 1981 με τη θύρα 7 του Ολυμπιακού».
Όντως γελάσαμε, και ωραία γελάσαμε, δε λέω. Μπορούμε όμως και να είμαστε για λίγο σοβαροί;
Ιδού λοιπόν κι άλλες ακόμα προτάσεις για τα μελλοντικά βιβλία της Ιστορίας, βιβλία που θα προετοιμάσουν τα παιδιά –οφείλουμε τώρα να μιλήσουμε οι αριστεροί μεταξύ μας, ούτε με τον Παπαθεμελή δηλαδή ούτε με τον Γεωργιάδη– να ζήσουν στον καινούριο κόσμο με τις πολυφυλετικές και πολυπολιτισμικές κοινωνίες.
Να μάθουμε λοιπόν στα παιδιά πως οι μακρινοί πρόγονοί τους δημιούργησαν πράγματι κάποια στιγμή ανώτερο πολιτισμό και κυριάρχησαν στον τότε κόσμο, χωρίς αυτό να σημαίνει πως ήταν περιούσιος λαός: «νά, παιδιά μου» θα λέει ο δάσκαλος, «όπως καληώρα σήμερα η κοσμοκράτειρα Αμερική, με τα μεγάλα επιτεύγματά της αλλά και τα εγκλήματά της». Δεν ήταν λοιπόν περιούσιος λαός εκ DNA: μεγαλούργησαν, αλλά μαζί και πατρίδα πρόδωσαν, με το χρυσό ασυζητητί στον Αλκιβιάδη, και κατέσφαξαν, από τον διά μαχαίρας τάχα εκπολιτιστή Μεγαλέξανδρο, αλλά και πυρπολητή (έτσι, πάνω σ’ ένα μεθύσι απλώς, με μιαν εταίρα, για πλάκα δηλαδή) της Περσέπολης, ώς τον εξίσου αιμοσταγή μα και άγιο της εκκλησίας μας Μεγάλο Κωνσταντίνο!
Αλλά μην πάμε τόσο πίσω και δεν έχουμε τελειωμό: νά, με τα Μικρασιατικά, που ήταν τώρα η αφορμή, όπου οφείλουμε, όπως είπαμε, να μάθουμε στα παιδιά πως πήγαμε να προσαρτήσουμε εδάφη όπου πλειοψηφούσε ο τουρκικός πληθυσμός, και σφάξαμε και βιάσαμε και κάψαμε και αφανίσαμε χωριά ολόκληρα, οπότε μας πήραν έπειτα φαλάγγι οι Τούρκοι και μας «συνώστισαν» στης Σμύρνης το λιμάνι –επειδή συν τοις άλλοις τα ελληνικά πλοία την κοπάνησαν, και ως συνήθως μας φταίγαν έπειτα οι ξένες δυνάμεις.
Οι «κωλοσμυρνιές» οι παστρικές
Μα πιο πολύ να μάθουμε έπειτα στα παιδιά μας, αυτά τα οποία ενοχοποιούμε επειδή [τα βάζουν κατά κανόνα οι πατεράδες τους να] αντιδρούν στο κάθε Αλβανόπουλο που είναι να κρατήσει τη σημαία, να μάθουμε λοιπόν στα παιδιά πώς υποδέχτηκαν τότε οι παππούδες τους όχι τίποτα «λαθρομετανάστες», αλλά τους ομοαίματους αδερφούς τους, αυτούς ντε τους οποίους είχαν πάει να τους σώσουν απ’ τους Τούρκους, κι όταν βρέθηκαν ανέστιοι ικέτες στη γη των πατέρων τους και των αδερφών τους, αυτοί οι πατέρες και αδερφοί μόνο που δεν τους ξανασυνώστισαν, έτσι όπως σήμερα «επαναπροωθούν» τους όντως ξένους. Να τους πούμε λοιπόν τι υποδοχή επιφυλάξαμε στο αίμα μας, το τι πουτάνες τις ανεβάζαμε, τι παστρικές τις κατεβάζαμε τις «κωλοσμυρνιές», που το «Σμυρνιά» ήταν έτσι κι αλλιώς βρισιά, κι η λέξη «πρόσφυγας» φοβέρα για τα παιδιά, να τρώνε το φαΐ τους: «άντε, γιατί θα ’ρθει η πρόσφυγα να σε πάρει»!
Και να τους πούμε έπειτα για την πιο πρόσφατη ιστορία, πώς πάλι προκαλέσαμε την επίθεση των Τούρκων στην Κύπρο, έπειτα από τη δική μας επίθεση το 1897, και το 1912, και το 1922, ή και το 1974, όπου τότε πια τα πράγματα ήταν απείρως πολυπλοκότερα από «επίθεση», με τον πραξικοπηματία Σαμψών, αφού ώς τότε είχαμε τους Τουρκοκύπριους να ζουν κυριολεκτικά σε γκέτο, μόνο αστέρι κίτρινο στο πέτο δεν τους βάζαμε να φορούν, να τους ξεχωρίζουμε όταν τους σφάζαμε στο σωρό!
Δεν έχει νόημα να συνεχίσω. Τα θέματα, ανεξάντλητα. Από τη μοναδική σε έκταση σφαγή της Εικονομαχίας ώς το ασύλληπτο μακελειό της Τριπολιτσάς, ώς την ανατίναξη πλοίων ελληνικών από τον περίφημο μπουρλοτιέρη Μιαούλη το 1831, και με τον μονίμως εθνοπροδοτικό ρόλο της Εκκλησίας αφού μονίμως στήριζε επίορκους αξιωματικούς, που από αυτούς δα, άμμος της θαλάσσης, με τα πραξικοπήματα να τρέχουνε σαν τα μονά-ζυγά του δακτυλίου.
Μακάρι να τα πιάσει με χιούμορ κάποιος πάλι σε ιμέιλ, γιατί σε σχολική Ιστορία δε θα δουν το φως ποτέ.
26 σχόλια:
"Μα πιο πολύ να μάθουμε έπειτα στα παιδιά μας, αυτά τα οποία ενοχοποιούμε επειδή [τα βάζουν κατά κανόνα οι πατεράδες τους να] αντιδρούν στο κάθε Αλβανόπουλο που είναι να κρατήσει τη σημαία, να μάθουμε λοιπόν στα παιδιά πώς υποδέχτηκαν τότε οι παππούδες τους όχι τίποτα «λαθρομετανάστες», αλλά τους ομοαίματους αδερφούς τους, αυτούς ντε τους οποίους είχαν πάει να τους σώσουν απ’ τους Τούρκους, κι όταν βρέθηκαν ανέστιοι ικέτες στη γη των πατέρων τους και των αδερφών τους, αυτοί οι πατέρες και αδερφοί μόνο που δεν τους ξανασυνώστισαν, έτσι όπως σήμερα «επαναπροωθούν» τους όντως ξένους."
Όταν κάποιος απόγονος προσφύγων μου αρχίζει για τους Αλβανούς ότι "δε θα ενσωματωθούν ποτέ" και "δεν είναι Έλληνες" και "η κουλτούρα τους είναι διαφορετική από τη δική μας" κλπ κλπ, πάντα του λέω ότι το ίδιο ακριβώς πίστευε η μισή Ελλάδα για τους παππούδες του στη δεκαετία του '20.
Ποτέ δεν το πιστεύουν. Με τίποτα. Ούτε πρόκειται. Τόσο καλή δουλειά έχουμε κάνει στην ενσωμάτωσή τους.
Αυτοί οι άνθρωποι μετά έρχονται και μιλάνε για μνήμη, και για βιωματικές αλήθειες.
Καταπληκτικό το λήμμα από την ΙΕΕ ! Μοναδικό! Αποστομωτικό! Περιμένω με αγωνία απαντήσεις από την άλλη πλευρά...
Έλεος πια. "Χιλιάδες συνωστίζονταν στις φυλακές και στις εξορίες" λέει το απόσπασμα από την ΙΕΕ. Δεν το πιάνετε οι της από "δω" πλευράς ότι ο συγγραφέας θέλει να δώσει ΕΜΦΑΣΗ στο ΠΛΗΘΟΣ των αριστερών φυλακισμένων και εξόριστων; Αν ήταν σαν τη Ρεπούση θα έγραφε "μέλη του αριστερού χώρου οδηγήθηκαν σε σωφρονιστικά ιδρύματα".
Σας συνάντησα στο διαδίκτιο σήμερα.
Σας διάβασα όχι ενδελεχώς αλλά κάμποσο. Δεν έφτανε ο χρόνος.
Είδα αρκετές αναρτήσεις σας με τα σχόλιά τους.
Παρακολουθώ τα πράγματα διαχρονικά κυρίως. Αλλά και την εφημερότητα αναγκαστικά.
Θέλω να σας πω μερικά πράγματα.
Η ιστορία είναι πολύ δύσκολο πράγμα. Το δυσκολότερο για την σκέψη μας και την ύπαρξή μας. Θα το διαπιστώσετε αν το μεταφέρετε στις προσωπικές και διαπροσωπικές σας σχέσεις, στις δικές σας ιστορίες. Εκεί που οι αντιγνωμείς και οι αντιθέσεις μας πνίγουν.
Καλλίτερο δε συλλογικό δείγμα, ο Ελληνικός εμφύλιος.
Για να καταλάβετε, υπόκειται όχι μόνο εξ ολοκλήρου, αλλά και κατ εξοχήν στον αμείλικτο νόμο των αντιθέτων της φυσικής. Με δυό δηλαδή κύριες πλευρές ολικά μαχόμενες, εκτός των δευτερευουσών, τριτευουσών και άλλων, που διαρκώς την εμβολίζουν, έστω μέσα από τον λόγο στην περίπτωσή μας, αφού δεν την γράφουμε εμείς, αλλά την σχολιάζουμε και την ερμηνεύουμε ή την προσαρμόζουμε ανάλογα με τις χρονικές μας ανάγκες, την θέση που κατέχουμε στην κοινωνική διαστρωμάτωση, την ψυχοσύνθεσή μας σαν άτομα, τις γνώσεις, την κουλτούρα, την παράδοση και τις σπουδές μας, την τεχνολογία της άλλης εποχής που ζούμε και μας καθορίζει απόλυτα σχεδόν, το πολιτικοοικονομικό σύστημα που μας έτυχε, τις καταπιέσεις μας όπως λένε οι Φρανκφουρτιανοί ή τα βάσανά κυρίως και λιγότερο τις χαρές μας, όπως προσωπικά επιλέγω να λέω.
Και πάντως οι πρωταγωνιστές δεν είμαστε ποτέ εμείς, ως άλλου χρόνου λόγιοι. Εμείς γράφουμε την δική μας ιστορία. Αλλά και είμαστε ως οι φάρσες εκείνης της ιστορίας, που όμως ο παρόν χρόνος μας ανήκει και άρα τον διαχειριζόμαστε, όχι όμως ολοκληρωτικά όπως νομίζουμε.
Αυτά είναι ήδη τρία-τέσσερα ισχυρά κρατούμενα, εκτός αυτών που εμφιλοχωρούν και προκύπτουν στην συζήτηση. Και η αναζήτηση ξεκίνησε.
Το δεύτερο που στον ελάχιστο χώρο και χρόνο που δικαιούμαι και θέλω να προσθέσω, είναι το εξής παράδειγμα. Αυτή την στιγμή υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες φιλόσοφοι σε όλα τα πανεπιστήμια και σχολεία του πλανήτη.
Φιλοσόφους όμως έχουμε υπερελάχιστους ή και καθόλου ίσως όπως λένε στην εποχή μας. Οι υπόλοιποι βέβαια όπως και οι ίδιοι εξ άλλου ορθώς αναφέρουν, ΄΄είμαστε μόνο ιστορικοί της φιλοσοφίας΄΄.
Ακριβώς το ίδιο αγαπητέ συμβαίνει και με τους ιστορικούς. Πολλοί θα ομιλούν και θα διεκδικούν. Κάποιοι μόνο θα έχουν την πνευματική δύναμη να συλλάβουν νηφάλια τον χρόνο με τα γεγονότα που κουβαλά στην αγκαλιά του, έξω από τις επιδράσεις της εποχής τους, τους φίλους τους, τις επιρροές τους, τις ιδέες, τις ιδεολογίες ή τα ιδεολογήματά τους και τόσα αμέτρητα σχεδόν άλλα. Όπως συνέβη με τον Θουκυδίδη και ελάχιστους άλλους.
Ευχαριστώ για την φιλοξενία.
Φιλικά Νεφέστορας.
Κύριε Χάρη, προσοχή! Μη λέτε -και γράφετε- τέτοια πράγματα. Θα εκνευριστεί το έθνος και οι γνήσιοι εκφραστές του.
Ακούς εκεί να λέμε την ιστορία στα παιδιά μας; Μας φτάνει ο μαρμαρωμένος βασιλιάς, το "πάλι με χρόνια με καιρούς", η "μαρτυρική Κύπρος" και η "ελληνική Μακεδονία".
Μια χαρά είμαστε, για να "συνωστίζονται" στα παράθυρα των καναλιών, οι Παπαθεμελήδες, οι Γεωργιάδηδες και η κυρία Κανέλλη.
ΥΓ: Γιατί η Αριστερά δεν στήριξε το βιβλίο; Προφανώς όταν θα αποφασίσει να γράψει την ιστορία της, θα ξε-συνωστιστεί.
Ευχαριστώ όλους τους φίλους για τις ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις τους, καλόδεχτο και το σχόλιο του ανωνύμου με το ευρηματικό αντιρεπουσικό του, που επιβεβαιώνει απλώς τα όσα έγραφα για το «χιούμορ» με το οποίο επενδύεται μια ουσιαστικά ιδεολογική διαφορά,
καλόδεχτα άλλωστε ήταν πάντοτε κάθε λογής αντίθετα σχόλια, από απλώς ειρωνικά έως ευθέως αντιδραστικά, ή και κάποια ελληναράδικα, μολονότι γι’ αυτά τα τελευταία ειδικά είχα εξαρχής δηλώσει απερίφραστα πως δε θα βρίσκουν θέση εδώ, αφού ο καθένας είναι ελεύθερος, εννοείται, να εκφράζει τις απόψεις του, αλλά το ίδιο είμαστε ελεύθεροι και εμείς να μην ανοίγουμε διάλογο μαζί τους· πιο σοβαρά ακόμα: υπάρχουν όρια πέρα από τα οποία δεν νοείται να νομιμοποιούμε τον όποιο διάλογο μαζί τους –πόσο μάλλον και να τους δίνουμε και βήμα: έχουνε δα από ολόκληρα κανάλια τηλεοπτικά και εφημερίδες κτλ., έως ολόκληρες εκπομπές πλέον και στα λεγόμενα σοβαρά κανάλια, ή στήλες ακόμα και σε παραδοσιακά δημοκρατικές εφημερίδες, όπου μπορούν ελευθερότατα να εκφράζουν τις απόψεις τους αυτές
τα ξαναλέω όλα αυτά, επειδή είναι η πρώτη φορά που διαγράφω σχόλιο, ένα εκτενέστατο σχόλιο το οποίο αναρτήθηκε σήμερα, 9.44 π.μ., και καταρχήν δεν είχε την παραμικρή σχέση με το κείμενο εδώ, ούτε φυσικά και καμία, προσχηματική έστω, αναφορά σ’ αυτό: ήταν μια… «κριτική» παρουσίαση της πρόσφατης παράστασης του Μ. Μαρμαρινού, που ήταν βασισμένη στο «Πεθαίνω σα χώρα» του Δ. Δημητριάδη!
Βρήκε μια ευκαιρία δηλαδή ο ανωνυμογράφος, μια πόρτα ανοιχτή και μπήκε, για να καταγγείλει –μέσα από σωρό μειωτικούς, προσβλητικούς κτλ. χαρακτηρισμούς, για το συγγραφέα γενικά, το έργο ειδικά, έπειτα εννοείται το σκηνοθέτη και την παράσταση– τον βαθύτατο «ανθελληνισμό» της παράστασης, προσκομίζοντας βασικό «αποδεικτικό υλικό» τη χρησιμοποίηση πλήθους μεταναστών σ’ αυτήν, οι οποίοι καλούνται γενικά, και από το σκηνοθέτη τώρα και την παράσταση ειδικά, «να μας γονιμοποιήσουν»!
Λυπάμαι που το μόνο που μπορώ να κάνω απέναντι στη βαθιά χυδαιότητα και τον ακόμα πιο βαθύ ρατσισμό –απέναντι στη βαθύτατη άγνοια και τη βλακεία δηλαδή, όπως συμβαίνει πάντοτε σ’ αυτές τις περιπτώσεις–, λυπάμαι λέω που το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να διαγράψω το εν λόγω σχόλιο
ΙΔΟΥ Ο ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΟΣ ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ ΑΓΑΠΗΤΕ κ. ΧΑΡΗ:
Ανακοινώθηκαν εσπευσμένα, λόγω προεκλογικής περιόδου οι αλλαγές στο βιβλίο ιστορίας της ΣΤ’ Δημοτικού. Στις διορθώσεις έχουν ληφθεί υπόψιν οι παρατηρήσεις επιστημονικών φορέων όπως η Ακαδημία Αθηνών, η Αρχιεπισκοπή, το ΛΑΟΣ, το Τηλετώρα, η Εθνική Ένωση Ελλήνων Τηλεπαρουσιαστών, ο Σύλλογος για την Διάσωση και Διατήρηση του Στέλιου Παπαθεμελή, η Ένωση Εφέδρων Καταδρομέων, η Λιάνα Κανέλη, οι παπαροκάδες, ο Κώστας Ζουράρις, και ο Κώστας Λαλιώτης
Σύμφωνα με δηλώσεις της υπουργού Παιδείας κα Μαριέτα Γιαννάκου, βασικές διορθώσεις στο βιβλίο είναι:
1. Απαλείφονται οι αμφιλεγόμενες αναφορές για συνεργασία του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης με τον Σουλτάνο κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας. Επανέρχεται η ορθή ιστορική εκτίμηση ότι αμέσως μετά την Άλωση το Πατριαρχείο κήρυξε ανένδοτο αγώνα και βγήκε στο βουνό όπου και παρέμεινε μέχρι την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του Ελληνικού Κράτους, (οπότε και επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη).
2. Επανέρχεται η πολιτικώς ορθή ιστορική αφήγηση για τα Κρυφά Σχολειά, τα Κρυφά Γυμνάσια, αλλά και τα Κρυφά ΙΕΚ, ΑΕΙ και ΤΕΙ, τα οποία είχε ιδρύσει η εκκλησία επί τουρκοκρατίας. Παρατίθενται ιστορικές πηγές για τις κρυφές Πανελλαδικές Εξετάσεις που διεξήχθησαν, καθώς και για τα Κρυφά Μεταπτυχιακά, στους τομείς του μεσαιωνικού σκοταδισμού, των θρησκευτικών προκαταλήψεων και της αποτροπής κοινωνικών μεταρρυθμίσεων.
3. Αποκαθίσταται η ιστορική άποψη ότι ο Ελληνικός Διαφωτισμός είναι υπερτιμημένος. Ξεκαθαρίζεται ότι ο Ρήγας Φεραίος ήταν ένας γραφικός χαλβάς που έγραφε κακά ποιήματα, η συμβολή του Κοραή ήταν κυρίως στην νεοελληνική γραμματική και το συντακτικό, ενώ η εχθρότητα της εκκλησίας προς τους παραπάνω δικαιολογείται ως παρεξήγηση, λόγω φόρτου εργασίας από την εμπλοκή του ιερατείου στον απελευθερωτικό αγώνα.
4. Η επίμαχη λέξη «συνωστισμός», απαλείφεται από την περιγραφή της Μικρασιατικής Καταστροφής και μεταφέρεται αυτούσια στην περιγραφή της Μακρονήσου.
Επίσης αποκαθίστανται και άλλες ιστορικές αλήθειες που είχαν παραλειφθεί στην αρχική έκδοση, όπως ότι ο πληθυσμός της Μακεδονίας υπήρξε αμιγώς ελληνικός από εξαφανίσεως των δεινοσαύρων, ότι ο Μεταξάς ήταν εκλεγμένος, ότι η Εθνική Αντίσταση στην γερμανική κατοχή διεξήγετο στο Κάιρο, ότι η εβραϊκή κοινότητα στη Θεσσαλονίκη πήγαινε γυρεύοντας και ότι το πραξικόπημα στην Κύπρο είναι κατασκεύασμα της εχθρικής προπαγάνδας.
«Με τις αλλαγές αυτές, επιτυγχάνεται μια δημιουργική σύνθεση του ιστορικού διδακτικού μεταμοντερνισμού με εθνικιστικές προκαταλήψεις δεκαετιών», δήλωσε η υπουργός παιδείας, ενώ διαβεβαίωσε τους ανησυχούντες ότι ουδέποτε το βιβλίο είχε ως στόχο την προώθηση της κριτικής σκέψης στα σχολεία.
Ανώνυμο τέκνον μου,
Αν όλες οι υπερβολές που αστόχαστα παραθέτεις αφορούσαν έστω και κατ' ελάχιστον τις θέσεις της Αρχιεπισκοπής, σίγουρα δεν θα επέλεγες να εκφραστείς ανώνυμα. Γενικώς φρονώ πως ένας καλός τρόπος για ν' αποφεύγονται από κάθε συνομιλητή οι ακρότητες και οι αδικίες είναι να σκέφτεται αν αυτά που υποστηρίζει ανώνυμα, θα τολμούσε να τα υποστηρίξει και επώνυμα. Ο δρόμος παραδοχής του λάθους είναι δύσκολος για σένα, νέε μου (γιατί υποθέτω πως είσαι νέος), όμως οι αγκάλες της αρχιεπισκοπής θα 'ναι πάντα ανοικτές για σένα. Μετανοείτε, ήγγικεν γαρ η ώρα!
Θα σας έλεγα και ανέκδοτο (οι κακοήθεις θα προλάβουν ότι ήδη σας το 'πα!), αλλά οι δύσκολες στιγμές που διάγω προεγχειρητικά δεν μου το επιτρέπουν.
Να 'στε πάντα καλά και νηφάλιοι.
Με τις ευλογίες μου.
Κύριε Χάρη, για τη συζήτηση γύρω από το βιβλίο και για το ρόλο της Αριστεράς σε αυτή τα έχουμε ξαναπεί. Δύο επισημάνσεις μονάχα εδώ:
1)Όσοι καταγγείλαμε τα [τεράστια, και όχι απλά "τα όποια"] λάθη δε "συρθήκαμε" σ' αυτή τη συζήτηση και φυσικά δε συμμετείχαμε σε αυτή με τους όρους του εθνικοχριστιανικού λόμπι. Ίσα-ίσα που κάναμε κάτι απείρως δυσκολότερο από το να οχυρωθούμε πέρα από ένα πόνημα σχεδόν απαράδεκτο από πολλές απόψεις: από τη μια κριτική σε αυτό και από την άλλη κριτική στις σαχλαμάρες του προαναφερθέντος λόμπι. Αν επιμένετε τόσο πολύ στο πότε έγινε αυτή η παρέμβαση θα σας υπενθυμίσω κάτι που είχα γράψει εδώ παλιότερα, ότι δηλαδή μια σοβαρή συζήτηση για το βιβλίο θα μπορούσε να κερδίσει τον κυρίαρχο τόνο ενάντια στις βλακώδεις κραυγές που δυστυχώς στηρίζονταν σε ένα ανισοβαρές μείγμα από ψέματα και αλήθειες.
2)Τις προτάσεις που διατυπώνετε για το τι θα πρέπει να λέμε στα παιδιά μας στο μάθημα της ιστορίας τις εφαρμόζουμε ήδη αρκετοί εκπαιδευτικοί και στην πρωτοβάθμια και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και, πιστέψτε με, τα παιδιά δεν δυσκολεύονται να δεχτούν τα περισσότερα από αυτά -ιδίως όταν τα υποστηρίζουμε με πρακτικό και επιστημονικό τρόπο. Χαρακτηριστικά θα αναφέρω την περίπτωση του Κρυφού Σχολειού για το οποίο τόσα ειπώθηκαν τους τελευταίους μήνες, αλλά παρ' όλ' αυτά [ή μήπως "παρολαυτά"; πάντα με μπερδεύει] λέμε άνετα εδώ και χρόνια στους μαθητές μας ότι δεν υπήρξε και ότι ήταν ένας θρύλος φέρνοντας ως απόδειξη τα πολλά κτίρια που υπάρχουν σε αρκετές ελληνικές πόλεις από την εποχή της τουρκοκρατίας και στέγαζαν τότε εκπαιδευτικά ιδρύματα. Τα παιδιά ούτε ανθέλληνες μας λένε ούτε πράκτορες της Νέας Τάξης.
Βέβαια, και το έχουμε ξανασχολιάσει αυτό, με ξενίζει για άλλη μια φορά η αλλαγή του γραμματικού προσώπου όταν περνάτε από την αρχαιότητα στους νεότερους χρόνους, λες και θα πρέπει ντε και καλά τα παιδιά ή να μετέχουν σε μια συλλογική φαντασίωση εθνικιστικής ανωτερότητας ή θυματοποίησης (όπως συνέβαινε μέχρι σήμερα) ή κουβαλούν πάνω τους ενοχές για πράγματα που δεν έχουν κάνει. Νομίζω πάντως ότι μπορούμε να το χειριστούμε ικανοποιητικά αυτό το ζήτημα.
Όμως, κι εδώ θα κλείσω, θα πρέπει να λέμε στα παιδιά και ότι η Αναγέννηση δεν ήταν μια ωραία ατμόσφαιρα, που έλεγε και ο Ηλιόπουλος, αλλά τότε έκαιγαν φιλοσόφους και "μάγισσες", ότι κάπου στις αρχές του αιώνα έγινε μια μεγάλη επανάσταση κάπου στα βόρειά μας με συγκεκριμένες αιτίες και επιπτώσεις, ότι η άνοδος του φασισμού δεν ήταν απλά το φυσικό επακόλουθο των απεργιών, ότι το Ολοκαύτωμα έγινε από τους ναζί και δεν ήταν απλά το παιδί μιας αρρωστημένης διάνοιας, ότι τις ατομικές βόμβες τις έριξαν οι ΗΠΑ κοκ.
Η ιδεολογική διαμάχη που ξέσπασε με αφορμή το βιβλίο Ιστορίας της Στ΄ Δημοτικού νομίζω πως έχει οδηγήσει τόσο τους επικριτές του βιβλίου, όσο και τους υποστηρικτές του, σε υπερβολές που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Ο Γιάννης Χάρης κατέδειξε πολλές από τις υπερβολές των επικριτών του βιβλίου. Θεωρώ, για παράδειγμα, ότι είναι πολύ πειστικός και μάλλον έχει δίκιο όταν σε προηγούμενη επιφυλλίδα της σειράς αυτής (δηλαδή της σχετικής με το βιβλίο της Στ΄ Δημοτικού και γενικότερα με τη διδασκαλία της Ιστορίας) εξηγεί πως τα περί «συνωστισμού» δεν περιορίζονται μόνο στη συγκεκριμένη φράση του βιβλίου, αλλά εντάσσονται σ’ ένα ευρύτερο κεφάλαιο του βιβλίου, το οποίο παρουσιάζει σε αρκετές σελίδες τα μικρασιατικά και δεν αφήνει αμφιβολίες για το τι έγινε και πώς.
Από την άλλη όμως, όταν αναφέρεται σε θέματα που πρέπει να διδάσκονται οι μαθητές κι εύχεται «να τα πιάσει με χιούμορ κάποιος πάλι σε ιμέιλ», «γιατί σε σχολική Ιστορία δε θα δουν το φως ποτέ», αποκαλύπτει την προκατάληψη και την δυσπιστία που υπάρχει εκατέρωθεν, κι αυτό γιατί πολλά από τα θέματα που παραθέτει, πιστεύοντας ότι δεν θα τολμήσει ποτέ να τα παρουσιάσει το σχολείο στους μαθητές, ήδη – φοβερή έκπληξη για όλους τους διαπληκτιζόμενους απ’ τη μια και την άλλη πλευρά! – παρουσιάζονται!
Θα αναφέρω συγκεκριμένα παραδείγματα απ’ τα σχολικά βιβλία του Λυκείου, στα οποία έχω πρόσβαση επειδή τα διδάσκω, παραδείγματα που ως επί το πλείστον «πατούν» στις αναφορές που κάνει σχετικά ο Γιάννης Χάρης στο άρθρο του.
Γράφει λοιπόν ο Γιάννης Χάρης: «Να μάθουμε λοιπόν στα παιδιά πως οι μακρινοί πρόγονοί τους δημιούργησαν πράγματι κάποια στιγμή ανώτερο πολιτισμό και κυριάρχησαν στον τότε κόσμο, χωρίς αυτό να σημαίνει πως ήταν περιούσιος λαός: “να, παιδιά μου” θα λέει ο δάσκαλος, “όπως καληώρα σήμερα η κοσμοκράτειρα Αμερική, με τα μεγάλα επιτεύγματά της αλλά και τα εγκλήματά της.” Δεν ήταν λοιπόν περιούσιος λαός εκ DNA.» Ε, λοιπόν, το ζητούμενο είναι σήμερα πραγματικότητα στις σχολικές αίθουσες! Συγκεκριμένα, στο μάθημα των αρχαίων ελληνικών στην Α΄ Λυκείου («Αρχαίοι Έλληνες Ιστοριογράφοι»), στο οποίο διδάσκονται αποσπάσματα απ’ το ιστοριογραφικό έργο του Ξενοφώντα και του Θουκυδίδη, με αφορμή την εξιστόρηση του Ξενοφώντα για τον φόβο που ένιωθαν οι Αθηναίοι για αντίποινα ύστερα από τη συντριβή του στόλου τους στους Αιγός Ποταμούς απ’ το στόλο της Πελοποννησιακής Συμμαχίας, το σχολικό βιβλίο παραθέτει το εξής σχόλιο (σελ. 65-66):
«[…] Χαρακτηριστικά είναι τα παρακάτω αποσπάσματα από το έργο του Θουκυδίδη, όπου εικονίζονται παραστατικά η ΑΛΑΖΟΝΕΙΑ και η ΑΠΑΝΘΡΩΠΙΑ (σημ.: οι υπογραμμίσεις με κεφαλαία δικές μου) των ισχυρών κρατών απέναντι στα μικρά, ανίσχυρα κράτη και κυρίως σε περίοδο πολέμου:
και ΑΘΗΝΑΙΟΙ πάλιν ες Εύβοιαν διαβάντες ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ ΣΤΡΑΤΗΓΟΥΝΤΟΣ ΚΑΤΕΣΤΡΕΨΑΝΤΟ ΠΑΣΑΝ […] (Θουκ. 1, 114)
Περί δε τους αυτούς χρόνους του θέρους τούτου Σκιωναίους μεν ΑΘΗΝΑΙΟΙ εκπολιορκήσαντες ΑΠΕΚΤΕΙΝΑΝ τους ηβώντας, παίδας δε και γυναίκας ΗΝΔΡΑΠΟΔΙΣΑΝ, και την γην Πλαταιεύσιν έδοσαν νέμεσθαι. (Θουκ. 5, 32)
Οι δε ΑΠΕΚΤΕΙΝΑΝ Μηλίων όσους ηβώντας έλαβον, παίδας δε και γυναίκας ΗΝΔΡΑΠΟΔΙΣΑΝ· […] (Θουκ. 5, 116)»
Επομένως, το αίτημα για την κατάδειξη των εγκλημάτων ήδη είναι πραγματικότητα, με το σχόλιο του Θουκυδίδη «Περικλέους στρατηγούντος» να βροντοφωνάζει πως ο Περικλής δεν ήταν μόνο ο ηγέτης που δημιούργησε τον χρυσό αιώνα του κλασικού ελληνικού (αθηναϊκού) πολιτισμού, αλλά κι ένας στρατηγός που διέπραξε «εγκλήματα πολέμου», όπως θα τα ονομάζαμε με τη σύγχρονη του συρμού ορολογία.
Άλλο ενδεικτικό παράδειγμα από το ίδιο βιβλίο: αναφορικά με την αντιπαράθεση Κορινθίων – Κερκυραίων, η οποία αποτέλεσε και μία από τις αφορμές του Πελοποννησιακού πολέμου, ο Θουκυδίδης, στο 1ο βιβλίο της Ιστορίας του, καταγράφει την αγωνία των Κερκυραίων μπροστά στο ενδεχόμενο να ηττηθούν απ’ τους Κορινθίους και να υποταχτούν σ’ αυτούς, δεδομένης της προηγούμενης δικής τους ΟΥΔΕΤΕΡΟΤΗΤΑΣ, που τους ανάγκαζε στην παρούσα φάση να μένουν μόνοι τους, χωρίς κανένα στήριγμα, απέναντι στην απειλή των Κορινθίων. Για το απόσπασμα αυτό, λοιπόν, του Θουκυδίδη, το σχολικό βιβλίο δίνει την εξής εργασία (σελ. 268):
«Να συζητήσετε: α) τα “υπέρ” και τα “κατά” της ουδετερότητας στις σχέσεις των κρατών και των ανθρώπων, β) τις πιθανότητες που έχει ΣΗΜΕΡΑ ένα κράτος ή ένα άτομο να παραμείνει ουδέτερο απέναντι στα πολιτικά ή/και κοινωνικά δρώμενα του πλανήτη μας.»
Και στην περίπτωση αυτή, συνεπώς, είναι προφανές ότι το σχολικό βιβλίο προτρέπει τους μαθητές να σχολιάσουν τη σύγχρονη πραγματικότητα με αφορμή τα παρελθοντικά γεγονότα, να κάνουν τους συσχετισμούς και τις συγκρίσεις τους, αναφερόμενοι ακριβώς και στην «ΚΟΣΜΟΚΡΑΤΕΙΡΑ ΑΜΕΡΙΚΗ»: η ερώτηση του σχολικού βιβλίου κατευθύνει ολοφάνερα προς τον σχολιασμό γεγονότων όπως ο πόλεμος στο Ιράκ ή στην πρώην Γιουγκοσλαβία, ή γεγονότων όπως η πρεμούρα των χωρών του πρώην σοβιετικού μπλοκ να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ ύστερα απ’ την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, την νίκη των Η.Π.Α. στον ψυχρό πόλεμο και τη διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Να τες επομένως οι αφορμές για τις στάσεις των εκάστοτε μικρών και μεγάλων, είτε ονομάζονται Αθηναϊκή Δημοκρατία είτε Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Και το τονίζω ξανά: τα πράγματα αυτά ΓΙΝΟΝΤΑΙ στις σχολικές αίθουσες, δεν συμβαίνουν απλά στο μυαλό του γράφοντος.
Συνεχίζει ο Γιάννης Χάρης: «Αλλά να μην πάμε τόσο πίσω και δεν έχουμε τελειωμό: να, με τα Μικρασιατικά, που ήταν τώρα η αφορμή, όπου οφείλουμε, όπως είπαμε, να μάθουμε στα παιδιά πως πήγαμε να προσαρτήσουμε εδάφη όπου πλειοψηφούσε ο τουρκικός πληθυσμός, και σφάξαμε και βιάσαμε και κάψαμε και αφανίσαμε χωριά ολόκληρα […]»: καί η συγκεκριμένη δράση του ελληνικού στρατού διδάσκεται στο σχολείο. Στο μάθημα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας θεωρητικής κατεύθυνσης της Γ΄ Λυκείου, οι μαθητές διδάσκονται ολόκληρο το λογοτεχνικό έργο του Στρατή Δούκα «Ιστορία ενός αιχμαλώτου», στο οποίο δίνονται εύγλωττα ακριβώς οι εικόνες των καμένων τουρκικών χωριών απ’ τους Έλληνες στρατιώτες (π.χ. στη σελ. 209: «Σα μάκρυνα από κει, απάντησα ένα τούρκικο χωριό χαλασμένο. Από ’να μισογκρεμισμένο σπίτι έβγαινε καπνός.»). (Βέβαια, είναι περιττό να σχολιάσουμε και όλα τα υπόλοιπα ανθρωπιστικά μηνύματα που απορρέουν απ’ αυτό το λογοτεχνικό έργο, τα οποία αναλύονται και μεταδίδονται στους μαθητές.)
Κι επιμένει για τα μικρασιατικά ο Γιάννης Χάρης: «Μα πιο πολύ να μάθουμε έπειτα στα παιδιά μας […] πώς υποδέχτηκαν τότε οι παππούδες τους όχι τίποτα “λαθρομετανάστες”, αλλά τους ομοαίματους αδερφούς τους […] Να τους πούμε λοιπόν τι υποδοχή επιφυλάξαμε στο αίμα μας, το τι πουτάνες τις ανεβάζαμε, τι παστρικές τις κατεβάζαμε τις “κωλοσμυρνιές”, που το “Σμυρνιά” ήταν έτσι κι αλλιώς βρισιά, κι η λέξη “πρόσφυγας” φοβέρα για τα παιδιά, να τρώνε το φαΐ τους […]» Στο βιβλίο «Θέματα Νεοελληνικής Ιστορίας» της Γ΄ Λυκείου (θεωρητική κατεύθυνση) υπάρχει ολόκληρο κεφάλαιο που εξετάζει το προσφυγικό ζήτημα και την ένταξη των προσφύγων στην Ελλάδα. Παραθέτω χαρακτηριστικά: «Σε γενικές γραμμές υπήρχε διαφορά νοοτροπίας και ιδιοσυγκρασίας μεταξύ προσφύγων και γηγενών. Οι γηγενείς αναφέρονταν συχνά στο ΗΘΟΣ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ (ΚΥΡΙΩΣ ΤΩΝ ΑΣΤΩΝ), ΣΤΗ ΡΟΠΗ ΤΟΥΣ ΓΙΑ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΟΣΜΟΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΑΥΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΤΟΥΣ. Οι πρόσφυγες από τη μεριά τους μιλούσαν για το χαμηλό μορφωτικό και πολιτιστικό επίπεδο των ντόπιων και πρόβαλλαν την ελληνικότητά τους, ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΟΙ ΝΤΟΠΙΟΙ ΣΥΧΝΑ ΑΜΦΙΣΒΗΤΟΥΣΑΝ. […] Η αντίθεση μεταξύ προσφύγων και γηγενών, σε ελάχιστες περιπτώσεις πήρε τη μορφή ανοικτής σύγκρουσης. Ο ΟΡΟΣ “ΠΡΟΣΦΥΓΑΣ”, ΟΜΩΣ, ΕΙΧΕ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΥΠΟΤΙΜΗΤΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΠΟΛΛΑ ΧΡΟΝΙΑ.» (σελ. 167, οι υπογραμμίσεις με κεφαλαία δικές μου.) Κι εδώ συνεπώς αποδεικνύεται ότι όσα είναι επιθυμητό να λέγονται, ΛΕΓΟΝΤΑΙ στο σχολείο.
Άλλο ζητούμενο για τον Γιάννη Χάρη: να αναδειχτεί και η «αιμοσταγής» διάσταση του άγιου της εκκλησίας μας Μεγάλου Κωνσταντίνου. Κι αυτό γίνεται! Στο βιβλίο Ιστορίας της Α΄ Λυκείου «Ιστορία του αρχαίου κόσμου» και σε σχετικό κεφάλαιο για τον Μεγάλο Κωνσταντίνο (σελ. 236-239), σημειώνεται πως ο αυτοκράτορας σταδιακά «μεταστράφηκε» προς τον Χριστιανισμό, ενώ παραθέτεται σε πηγή και η εκτίμηση του ιστορικού Οστρογκόρσκι πως η μετέπειτα ευνοϊκή στάση του Κωνσταντίνου απέναντι στον Χριστιανισμό πιθανότατα υπήρξε προϊόν πολιτικής σκοπιμότητας, σε μια αυτοκρατορία στην οποία οι χριστιανοί της υπήκοοι ολοένα και αυξάνονταν. Η πηγή δε με την «αιρετική» για τα αφτιά μας άποψη καταλαμβάνει ολόκληρη στήλη στη σελίδα 238.
Από την άλλη πλευρά, η πυρπόληση της Περσέπολης «για πλάκα» απ’ τον Μεγάλο Αλέξανδρο πράγματι δεν αναφέρεται στο σχολικό βιβλίο Ιστορίας της Α΄ Λυκείου («Ιστορία του αρχαίου κόσμου»), όπου και εξετάζεται η αντίστοιχη περίοδος. Αν όμως ανατρέξουμε στο σχετικό κεφάλαιο, θα λέγαμε μάλλον ότι η παράλειψη αυτή δεν πρέπει να μας ξενίζει, δεδομένου ότι οι στρατιωτικές επιχειρήσεις του Μ. Αλεξάνδρου παρουσιάζονται επιγραμματικά και χωρίς προεκτάσεις. Ο Γιάννης Χάρης ήδη πολύ εύστοχα εξήγησε για την περίπτωση του βιβλίου της Στ΄ Δημοτικού ότι δεν είναι θεμιτό να το σχολιάζουμε απομονώνοντας φράσεις και ότι απαιτείται να ελέγχουμε το γενικό πλαίσιο. Το ίδιο ισχύει κι εδώ: δεν μπορούμε να απαιτούμε μεμονωμένες αναφορές που θα θέλαμε, χωρίς να παίρνουμε υπόψη μας το γενικότερο πνεύμα του κάθε βιβλίου, το πόσο αναλυτικό ή όχι επιδιώκει να είναι και τους στόχους που θέτει προς εκπλήρωση. Παραθέτω χωρίο: «Στη δεύτερη φάση (331-327 π.Χ.) προχώρησε [ο Μ. Αλέξανδρος] στη Μεσοποταμία […] και κατέλαβε τις μεγάλες πόλεις της αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών, τη Βαβυλώνα, τα Σούσα (331 π.Χ.), την Περσέπολη, τις Πασαργάδες, τα Εκβάτανα (330 π.Χ.)» (σελ. 108). Δεν μπορεί δηλαδή να ισχυριστεί κανείς ότι υπάρχει σκοπιμότητα στην παράλειψη των λεπτομερειών για την Περσέπολη, αφού, από την άλλη, δεν υπάρχει, για παράδειγμα, ούτε εκτενής αναφορά π.χ. στη «μεγαλοφυΐα του στρατηλάτη» που έλυσε το γόρδιο δεσμό ή που –νωρίτερα– δάμασε τον «ατίθασο» Βουκεφάλα. Απλά, οι λεπτομέρειες αυτού του είδους δεν αφορούν τη λογική και τους στόχους του βιβλίου. Σκεπτόμενος δε αντίστοιχα παραδείγματα ξένων ηγετών που διέπραξαν αγριότητες, μπήκα στον πειρασμό να ελέγξω στο ίδιο βιβλίο αν γίνεται, για παράδειγμα, αναφορά στις αγριότητες του Ρωμαίου αυτοκράτορα Νέρωνα, με την προοπτική μάλιστα να γίνει σύγκριση, για παράδειγμα, ανάμεσα στους «πολιτισμένους Έλληνες» και τους «απολίτιστους βαρβάρους». Και όμως, τίποτα τέτοιο στο σχολικό βιβλίο: η αναφορά στο Νέρωνα είναι απλά ονομαστική, και τίποτε παραπάνω (σελ. 212). Επομένως έχουμε απλά να κάνουμε με τη στοχοθεσία του βιβλίου, για την οποία και είναι άδικο να του επιρρίπτουμε τέτοιες «παραλείψεις».
Στο πλαίσιο αυτού του σκεπτικού είναι επίσης άδικο να επιρρίπτουμε στα σχολικά βιβλία την παράλειψη αναφοράς στη «μοναδική σε έκταση σφαγή της εικονομαχίας», εφόσον στόχος δεν είναι να υπεισέλθουμε σε τέτοιες λεπτομέρειες. Όσο όμως κι αν το ίδιο βιβλίο της Α΄ Λυκείου μένει σε γενικές επισημάνσεις, δεν γίνεται να παραβλέψουμε πως σχετικά με το θέμα αυτό σημειώνει: «Ο Ιουστινιανός ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΕ ΜΕ ΣΚΛΗΡΟΤΗΤΑ τα κατάλοιπα των αρχαίων θρησκειών. […] ΕΞΟΝΤΩΣΕ, παράλληλα, τις θρησκευτικές μειονότητες.» (σελ. 257, οι υπογραμμίσεις με κεφαλαία δικές μου)
Βέβαια, οι αναφορές, για παράδειγμα, στο Κυπριακό ή, να προσθέσω εγώ, σε θέματα του εμφύλιου, πράγματι δεν γίνονται από τα σχολικά βιβλία ή, όταν γίνονται, τα συγκεκριμένα κεφάλαια δεν διδάσκονται (δεν ορίζονται δηλαδή από το Υπουργείο ως διδακτέα ύλη). Θα έλεγα ωστόσο ότι τα βήματα που έχουν γίνει σε σχέση με άλλα γεγονότα του παρελθόντος, στα οποία το ελληνικό παρελθόν δεν εξωραΐζεται, μάλλον θα πρέπει να μας γεμίζουν με αισιοδοξία πως θα προχωρήσουμε σε περαιτέρω βήματα νηφάλιας εξέτασης του παρελθόντος μελλοντικά, και όχι να μας προδιαθέτουν αρνητικά για «παραλείψεις» και για διάθεση απενοχοποίησης κάθε ελληνικής τακτικής, πολιτικής ή στρατιωτικής.
Προσωπικά θα έλεγα πως η όλη συζήτηση μάλλον θα ’πρεπε να ’χε πάρει μια τελείως διαφορετική τροπή, και θα εξηγήσω γιατί: τη στιγμή που θεωρούμε ότι διεξάγεται ένας αμείλικτος πόλεμος μεταξύ «προοδευτικών» και «ελληναράδων» ή μεταξύ «προδοτών του έθνους» και «πατριωτών» ή όπως θέλετε ονομάστε την κάθε πλευρά, μας διαφεύγει ότι ο πόλεμος αυτός αφορά στην πραγματικότητα ένα ασήμαντο ποσοστό του πληθυσμού της χώρας. Εξηγούμαι:
Όσος ντόρος κι αν γίνεται σε τηλεοράσεις και εφημερίδες πάνω στο επίμαχο ζήτημα, όσες υπογραφές κι αν μαζεύονται απ’ τη μία πλευρά, όσα αφιερώματα κι αν γίνονται από την άλλη πλευρά, όπως το πρόσφατο στα «Νέα», όσο κι αν κονταροχτυπιούνται με μακροσκελέστατα κείμενα (όπως το παρόν!) στα διάφορα μπλογκ οι ιδεολογικοί αντίπαλοι, όσο κι αν κάποτε ιδρύονται γραφικοί σύλλογοι «αγώνα» όπως ο «Νοιάζομαι», καθώς μας ενημερώνει ο Γιάννης Χάρης, μιλάμε για μία συζήτηση που στην πραγματικότητα αφορά ελάχιστους ανθρώπους. Μερικές χιλιάδες, θα αντέτεινε κανείς, και φυσικά δεν είναι λίγοι. Είναι ελάχιστοι, επιμένω ωστόσο, ειδικά αν τους συγκρίνουμε με τους εκατοντάδες χιλιάδες μαθητές που περνούν κάθε χρόνο απ’ τις σχολικές αίθουσες, αλλά και με τους γονείς τους, οι οποίοι μένουν παγερά αδιάφοροι απέναντι σε όλη αυτή την τρέλα.
Ρώτησα καλή μου φίλη δασκάλα τι συμβαίνει με το σχολικό βιβλίο της Ιστορίας στην Στ΄ Δημοτικού, αν αντιδρούν οι μαθητές και πώς το αντιμετωπίζουν οι δάσκαλοι. Η απάντησή της; Ότι καμία αντίδραση δεν υπάρχει από τους μαθητές, ότι οι δάσκαλοι το διδάσκουν κανονικά, ακολουθώντας τις οδηγίες των σχολικών συμβούλων και του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, ότι –γενικότερα– ο θόρυβος που γίνεται δεν αφορά σε καμία περίπτωση τη σχολική διαδικασία, την οποία κι έχει αφήσει ανέγγιχτη! Το παραπάνω, με διαβεβαίωσε η φίλη μου, δεν είναι η εξαίρεση στις αίθουσες του δικού της σχολείου, αλλά ο συντριπτικός κανόνας στα σχολεία όλης της χώρας.
Δεδομένου συνεπώς πως η διδασκαλία στις αίθουσες συνεχίζεται απρόσκοπτα και πως, όπως παρουσίασα, στα σχολικά βιβλία δεν εξωραΐζεται η ελληνική πλευρά, μ’ όλες τις υπόλοιπες να καταβαραθρώνονται, θα επαναλάμβανα πως δεν θα ’πρεπε να μας απασχολεί το ΤΙ θα ειπωθεί στο μάθημα της Ιστορίας, αλλά το ΠΩΣ θα ειπωθεί, ώστε η Ιστορία να μην αποτελεί για το μεγαλύτερο ποσοστό των μαθητών ένα ανιαρό και δύσκολο μάθημα απομνημόνευσης πολλών άχρηστων πληροφοριών (κάτι που αποδεικνύει όχι μόνο η απόσταση των μαθητών από το μάθημα μέσα στις σχολικές αίθουσες, αλλά και η κακή –κάτω απ’ τη βάση– ή απλά μέτρια επίδοσή τους σε ποσοστό περί το 70% στις γραπτές εξετάσεις του), αλλά ένα ελκυστικό μάθημα που θα βοηθήσει τους μελλοντικούς πολίτες στη διαμόρφωσή τους. Το ΤΙ είναι κατά τη γνώμη μου λυμένο. Το ΠΩΣ χρειάζεται να γίνει το μεγάλο μας στοίχημα, ώστε οι μαθητές να μην απωθούνται. Αυτό όμως το ΠΩΣ είναι μια άλλη τεράστια συζήτηση.
Αγαπητέ gazaka, άργησα να σου απαντήσω, γιατί μεσολάβησε και το μακροσκελές σχόλιο του κ. Γιάννη Στρούμπα, και ήθελε λίγο κουράγιο η όλη επιχείρηση πια. Έτσι κι αλλιώς, έπειτα από τρεις ολοσέλιδες επιφυλλίδες κι ένα σωρό σχόλια, δεν ξέρω αν έχω να πω πια τίποτ’ άλλο. Κι αφού ήδη από καιρό, φοβάμαι, επαναλαμβάνομαι, άντε μια τελευταία φορά:
Έλεγα πάντα ότι η μία και βασική μου θέση είναι ότι δεν συζητούμε με τον Χριστόδουλο, αλλά επίσης ούτε τα δικά μας, έστω, συζητούμε, την ώρα που γίνεται η συζήτηση με τον Χριστόδουλο. Σε σχόλιό σου στην προηγούμενη επιφυλλίδα είχες πει ένα πολύ ωραίο, πως οι Χριστόδουλοι και οι λοιποί συζητούν έτσι για το βιβλίο επειδή δεν το συζητήσαμε έγκαιρα και εμπεριστατωμένα εμείς: ακούγεται όντως πολύ ωραίο, όμως και πάλι δε θα συμφωνούσα απολύτως. Αλλά, όπως και να ’ναι, αφού η πραγματικότητα είναι πως δεν το συζητήσαμε εμείς, αλλά το συζητούν εκείνοι, οφείλουμε να ξεμπερδεύουμε με τα εν γένει σκοταδιστικά, και ειδικότερα τα εθνικιστικά ή και φασιστικά, και μετά οτιδήποτε άλλο.
Σ’ αυτό επέμεινα και επιμένω, και επειδή σ’ αυτή την κυρίαρχη συζήτηση αναφερόμουν κάθε φορά, [1] δε θα ’λεγα ποτέ και δεν είπα ποτέ ότι συλλήβδην όλοι όσοι εναντιώθηκαν στο βιβλίο «σύρθηκαν» ή συμμετείχαν στη συζήτηση «με τους όρους του εθνικιστικού λόμπι»!
[2] Το ότι κάποιοι, δάσκαλοι και καθηγητές, λέτε και πέντε σωστά, «προχωρημένα» πράματα στα παιδιά, και ότι φυσικά τα παιδιά δεν έχουν καμία δυσκολία να τα δεχτούν, το θεωρώ αυτονόητο. Μόνο που κι αυτό δε σημαίνει τίποτα, αφού αποτελείτε, δυστυχώς, τραγική μειονότητα, και το ξέρετε.
Για το βιβλίο δεν έχω πάρει θέση, ούτε και τώρα θα το κάνω, και λογικά πια δε θα επανέλθω: η όποια συζήτηση αφορούσε την ιδεοληπτική, άντε την ιδεολογική, διάσταση της κυρίαρχης, ξαναλέω, συζήτησης. Αλλιώς, και σε θεωρητική βάση, θα συμφωνούσα γενικά μαζί σου, και οπωσδήποτε με την τελευταία παράγραφο (μόνο που εκεί θα σε μαλώσει κι εσένα ο κ. Στρούμπας, με όλα τα σχετικά αποσπάσματα απ’ τα βιβλία που και βέβαια λένε πως το Ολοκαύτωμα έγινε απ’ τους ναζί κτλ.).
Όμως το θέμα δεν είναι τι λένε τα βιβλία –περνάω τώρα στον κ. Γιάννη Στρούμπα– αλλά φυσικά πώς το λένε: αυτή δεν ήταν άλλωστε όλη η συζήτηση με τον «συνωστισμό»; Αλλά μ’ αυτό δεν καταλήγει κι ο ίδιος στο τέλος;
Με κίνδυνο να θεωρηθεί ότι άλλη γραμμή, άλλον τρόπο συγγραφής της Ιστορίας υποστήριζα, υποστηρίζοντας έστω έμμεσα το βιβλίο, και άλλον προέκρινα στην τελευταία μου επιφυλλίδα, όπως θα φανεί παρακάτω, θα επιχειρήσω να απαντήσω στον κ. Γ.Σ.
Αρχικά, μπροστά στον καταιγισμό παραθεμάτων, σκέφτηκα να ομολογήσω με συντριβή ότι δεν ήξερα πόσο προχώρησαν τα βιβλία από την εποχή τη δική μου, και να ξεμπερδεύω.
Επειδή όμως τόσον κόπο έκανε ο κ. Γ.Σ., αλλά κυρίως επειδή, όπως λέω πάντα, μπορεί να μας διαβάζουν και άλλοι, ας κουραστώ λιγάκι παραπάνω:
Ο κ. Γ.Σ. τσάκωσε τη φράση μου ότι «σε σχολική Ιστορία δε θα δουν το φως ποτέ» αυτά που λέω ότι πρέπει να μαθαίνουμε στα παιδιά στο σχολείο, και έβαλε κάτω όλα τα βιβλία να μου αποδείξει πόσο λάθος έχω, γιατί όλα ή σχεδόν όλα τα έχουν τα βιβλία· ή μερικά, ακόμα κι αν δεν τα έχουν, ή δεν τα έχουν έτσι ακριβώς, πάντως δεν έχουν και τα αντίθετα, δηλαδή τις ακρότητες των άλλων, άρα ερχόμαστε στα ίσα μας και πάλι. (Συγνώμη, κ. Γ.Σ., μνημείο δικανικού λόγου αποτελούν οι πιρουέτες στο σημείο αυτό, κι εδώ σας βγάζω το καπέλο, αλλά ας μη σταθούμε εδώ.) Η ουσία λοιπόν είναι, σύμφωνα με τον κ. Γ.Σ. και τα παραθέματά του, απ’ όποιο βιβλίο όποιας τάξης κι αν τα ξετρύπωσε, πως τα βιβλία δεν αποκρύπτουν τίποτα εντέλει.
Κύριε Στρούμπα, η τελευταία μου επιφυλλίδα είχε τίτλο, μέσα σε εισαγωγικά μάλιστα: «Προτάσεις για τα μελλοντικά βιβλία της Ιστορίας», παρμένον από ένα μέιλ που κυκλοφόρησε ευρύτατα, και αναδημοσιεύτηκε, ολόκληρο ή αποσπάσματά του, και σε αρκετές εφημερίδες. Ένα μόνο δείγμα από το μέιλ εκείνο έδινα κι εγώ: χιουμοριστικό ήταν, στη γραμμή πολλών άλλων, πάντα με στόχο το συγκεκριμένο βιβλίο και αφορμή τον περίφημο «συνωστισμό». Στη γραμμή αυτή, σ’ αυτό το ύφος της σκόπιμης υπερβολής, αλλά με πραγματικά τώρα, αντικειμενικά δεδομένα, πρότεινα κι εγώ πως πρέπει να μάθουν τα παιδιά μας πως ο Μεγαλέξανδρος ήταν κοινός ιμπεριαλιστής, και όχι κάποιος στρατηλάτης εκπολιτιστής, αφού κατέκαψε πολιτισμούς άλλους· ότι ο Μέγας Κωνσταντίνος υπήρξε αιμοσταγής δολοφόνος, κι ωστόσο η Εκκλησία, τέτοια που πάντα ήτανε και είναι (εδώ πια πρέπει να ειπωθούν τα σημεία και τα τέρατα που διέπραξε: δεν τα λέω όμως τώρα, μη βγω και δωδεκαθεϊστής!) τον ανακήρυξε άγιο· ότι η σφαγή της εικονομαχίας υπήρξε από τις πλέον παράλογες και αιματηρές στην Ιστορία της ανθρωπότητας (τηρουμένων των αναλογιών, μη φτάσουμε τώρα στους παγκόσμιους πολέμους!) με θύματα πολύ περισσότερα απ’ όσα είχε λόγου χάρη η Ιερά Εξέταση· ότι (κι εδώ είναι το ζουμί, πιστεύω, εδώ είναι που τσούζει, κι αυτά πολύ αμφιβάλλω αν τα δεχτούν έτσι εύκολα και τα παιδιά –αναφέρομαι στον gazaka πάλι) είμαστε από τους πιο ξενόφοβους και ρατσιστές λαούς, με προϋπηρεσία, με θητεία στο σπορ κατά πολύ ανώτερη άλλων λαών, που –ίδια όπως εμείς τώρα– εναντιώνονται στην είσοδο («εισβολή» τη λένε) μεταναστών («λαθρομεταναστών» λέμε εμείς) από άλλες χώρες, στην επιμειξία με άλλους λαούς και άλλο αίμα, ενώ εμείς πετροβολούσαμε το ίδιο μας το αίμα.
Με αυτά τα λόγια εννοούσα πως πρέπει να ειπωθούν, κ. Γ.Σ., στη γραμμή, ξαναλέω, των κατασκευασμένων παραδειγμάτων των άλλων. Σας παράπεσε για χιουμοριστική πρόταση, και δεν διακρίνατε το πνεύμα της; Μα καλά κάνατε, από μιαν άποψη, γιατί, όπως είπα, των άλλων ήταν σκόπιμες, τάχα ή όντως χιουμοριστικές, υπερβολές, ενώ τα παραπάνω (κι έμεινα σε ορισμένα από τα ελάχιστα, έτσι κι αλλιώς, που είχα στην επιφυλλίδα μου) είναι η σκέτη, πικρή, ολόπικρη αλήθεια. Κι εμένα αυτό το «πώς»
της διδασκαλίας με ενδιαφέρει τώρα –κυρίως απέναντι στους «άλλους».
Γιατί αλλιώς, όχι, δεν είναι τόσο προχωρημένα τα σημερινά βιβλία και τόσο πίσω, βαθιά νυχτωμένος εγώ, όπως πιστέψατε, κι όπως ευχαρίστως θα σας έλεγα, αν ήταν να ξεμπερδεύαμε, κ. Γ.Σ. Αλίμονο, πάντα τα βιβλία έγραφαν και για τον Μ. Κωνσταντίνο και για την εικονομαχία και για την Περσέπολη και για την Τριπολιτσά κτλ.
Αλλά, κ. Γ.Σ., σαν εκπαιδευτικός που είστε και σαν μαθητής που υπήρξατε, ξέρετε πολύ καλά ότι την Ιστορία δεν τη μαθαίνουμε στο σχολείο, δεν την έμαθε ποτέ κανείς στο σχολείο –όπως και πολλά άλλα, θα μου πείτε. Όχι απλώς γιατί άλλο το «μαθαίνω» κι άλλο το «παπαγαλίζω», κι αφού αφήσουμε –κακώς πάντως– καταμέρος το πώς γράφεται και διδάσκεται το καθετί: κοινοτοπίες, θα μου πείτε δικαίως, είναι όλα αυτά.
Όμως, γενικότερα, μαθαίνω κάτι, Ιστορία εν προκειμένω, σημαίνει ότι με κάτι το συνδέω μέσα στο κεφάλι μου, κάπου το εντάσσω μέσα στο κεφάλι μου, και κατά συνέπεια στη ζωή μου. Κι άμα μετά δουλεύει το μυαλό μου, είμαι ικανός να αξιοποιήσω αυτή την κεφαλαιοποιημένη και συγκροτημένη γνώση. Είμαστε, κ. Γ.Σ.; και εμείς οι μεγαλύτεροι ή οι μεγάλοι, ακόμα και οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί, και τελευταία τα παιδιά; Αλίμονο, αν χρειάζεται απάντηση. Κι ωστόσο δόθηκε περίτρανα η απάντηση όλο αυτό το διάστημα, ακριβώς από τους πολλούς, που δεν τους απασχολούν αυτά τα θέματα, όπως λέτε (ας πάμε τότε σπίτια μας εμείς, κι ας μην κουραζόμαστε, ιδίως με ακατάσχετα πλέον σχόλια επί σχολίων).
Όμως –μιλώ τώρα με τους δικούς σας όρους–, αν βγούμε προς στιγμήν έξω απ’ τους «πολλούς», αν τάχα είμαστε δηλαδή διακριτή και συμπαγής συνομοταξία οι «λίγοι», επειδή οι πολλοί σάς έχουν και εσάς, όπως και τον καθένα μας, εκεί που είστε (όπου κι αν είστε), στη ζωή σας εννοώ, ας ερωτηθούν, πρώτα οι πολλοί, αλλά έπειτα και οι περισσότεροι απ’ τους λίγους, να δούμε τι έμαθαν από αυτά που πάντα είχαν, και ακόμα περισσότερο έχουν σήμερα, τα βιβλία. Να δούμε πού εντάχθηκε η κάθε πληροφορία, κι αν αποτέλεσε κατόπιν γνώση: ξεκινήστε λοιπόν, κ. Γ.Σ., αν μάλιστα θέλετε πρώτα απ’ τους λίγους, μ’ ένα απλούστατο ερωτηματολόγιο, που θα ελέγχει δηλαδή στοιχειωδώς την κατακτημένη γνώση. Απλές ερωτήσεις, απλά λόγια, έτσι όπως ενδεικτικά τα έγραψα πιο πάνω: ήταν ιμπεριαλιστής ο Μεγαλέξανδρος; σφάξαμε και βιάσαμε και κάψαμε στη Μικρασία; είμαστε ρατσιστές (άλλη, ακόμα πιο απλή διατύπωση θα ήταν: «απλώς απάνθρωπα κτήνη;») όταν πετροβολούσαμε τον ανήμπορο και αδερφό μας και πρόσφυγα; Θα πρότεινα μάλιστα, πριν από κάθε ερώτηση, να τους διαβάζατε προηγουμένως το οικείο απόσπασμα.
Είναι πολύ πιο περίπλοκο από τόσο το «πώς», κ. Γ.Σ.
Κι εν πάση περιπτώσει, αν τάχα υπήρξε παρανόηση, όταν λέμε και συζητούμε τι πρέπει να μαθαίνουμε στα παιδιά, οφείλουμε να μιλούμε από ένα, στοιχειώδες για να μην πω αφελές, επίπεδο και πέρα. Γιατί ξέρουμε, οι «λίγοι» έστω, μια και το θέσατε έτσι, πως άλλο τι γράφουν τα βιβλία, αν δηλαδή και πόσο και (τελευταίο, έστω) πώς καταγράφεται η γνώση στα βιβλία, κι άλλο πώς προσλαμβάνεται αυτή η γνώση, και γίνεται ατομική πρώτα, κι έπειτα συλλογική συνείδηση.
Κύριε Χάρη, πολύ βιαστικά γιατί σε μία ώρα ξεκινάμε οδικώς για Ηγουμενίτσα και από εκεί για Ανκόνα, θέλω να σας ευχαριστήσω για την απάντησή σας και να σημειώσω πως μάλλον έχω καταλάβει αρκετά καλά τις θέσεις σας. Δε χρειάζεται να επαναληφθούμε λοιπόν και σημειώνω απλά ότι η βασική μας διαφωνία είναι στο τι θεωρούμε ως σημαντικότερο διακύβευμα σε αυτό το ζήτημα (σίγουρα όχι το ποια ιστορία θα μάθουν τα παιδιά στο σχολείο).
Πάντως θεωρώ ότι το θέμα ΕΙΝΑΙ και το ΤΙ λένε τα βιβλία και τι ΔΕ λένε και ΠΩΣ το λένε και επιπλέον ΠΟΤΕ, ΓΙΑΤΙ και ΜΕ ΠΟΙΟΝ ΣΚΟΠΟ, γιατί όλα αυτά μπορεί να μην αλλάζουν ουσιαστικά τον τρόπο που μαθαίνουν τα παιδιά την ιστορία -αν τουλάχιστον δεν αλλάξει και ο τρόπος που την βλέπει η ίδια η κοινωνία- αλλά δείχνουν ανάγλυφα την ιδεολογική, επιστημονική και επιστημολογική πάλη γύρω από την Ιστορία και τη διδακτική της. Αν εφαρμόσουμε τις παραπάνω παραμέτρους που έθεσα σε ένα και μοναδικό παράδειγμα από τα πολλά του επίμαχου βιβλίου, στην Οκτωβριανή Επανάσταση, θα καταλάβει κανείς πολλά, χωρίς να χρειαστεί να προστρέξει σε συνομωσιολογίες και άλλα φαιδρά.
Στη διαμάχη λοιπόν δεν είμαι ούτε με τους μεν ούτε με τους δε όχι γιατί θέλω να τηρήσω ίσες αποστάσεις, αλλά γιατί θεωρώ και τις δύο πλευρές, το εθνικοχριστιανικό λόμπι και τους παρατρεχάμενούς του από τη μια και όσους συντάσσονται με τη λογική και το ιστοριογραφικό ρεύμα που διαπερνά το βιβλίο από την άλλη, ιδεολογικούς μου αντιπάλους που, για να μιλήσω με ένα νοσταλγικό όρο, ανήκουν απλά σε διαφορετικές όψεις της (πιο) μαύρης αντίδρασης.
Το σίριαλ πάντως θα έχει και άλλα επεισόδια, να μου το θυμηθείτε :)
καλό ταξίδι, φίλε gazaka, αν σε πρόλαβα, και για να μη φύγεις παραπονεμένος :-) σου λέω ότι με το θεωρητικό σχήμα, όπως το δίνεις, συμφωνώ απολύτως: θέμα timing ήταν η ιστορία αυτή
Με προλάβατε - σας ευχαριστώ!
(Στο ταξίδι στην Ιταλία θα συνοδεύω μια θαυμάστριά σας, που δηλώνει ερωτευμένη μαζί σας -ε, καλά, με τα κείμενά σας στα ΝΕΑ)
gazaka, πες στη φίλη σου πως την ευχαριστώ και πως όλες οι ελπίδες μου πάνω της να σε μεταστρέψει
Τελικά, την πιο σοφή κουβέντα εδω μέσα την είπε ο κ. Παύλος Γ. Δεν ξέρω αν οφείλεται στη σοφία της μεγάλης του ηλικίας ή ήταν σπινθήρισμα του νεανικού του πνεύματος, αλλά το γεγονός είναι ένα, ότι κ. Χάρη σίγουρα κάνετε γιόγκα, άλλη εξήγηση δεν υπάρχει, μετά και από την απάντηση σας στον κ. Στρούπα και ένα διαλακτικότερο τόνο που βλέπει κανείς σε άλλα σας σχόλια, και εδώ και αλλού. Κ. Χάρη, εγώ προσωπικά, παρόλο που θαυμάζω την τόλμη και τη μαχητικότητά σας, ορισμένες φορές σας προτιμώ με γιόγκα :-) Ζητώ προκατβολικά συγγνώμη μήπως σας πειράξει, αλλά ξέρετε, καμιά φορά το πάθος σας… αγχώνει τον αναγνώστη, νομίζει κανείς πως θα πάθετε καρδιακό κι αυτό το άγχος, πώς να σας το πω, δεν λειτουργεί εντέλει θετικά και ενδεχόμενα σας αδικεί. Ουφ, το είπα, μετά από ασκήσεις γιόγκα κι εγώ :-)
Και επειδή είπα για τον κ. Παύλο Γ. (παραγματικά ο hominid είναι ο Χωμενίδης όπως γράφει ο κ. Σαραντάκος; Ο Χωμ. ο λογοτέχνης;), ενδεχόμενα να είναι troll o Παύλος Γ. Ενδεχόμενα να είναι απλά μια... ψυχοπαθητική προσωπικότητα (εξ ου και η εμμονή με την Ψυχιατρική) και να αρέσκεται να αλλάζει personna. Τη μια να εμφανίζεται ως γηραλέος κύριος μετά χαμομηλίου, μεγαλύτερος κι από τον κ. Χάρη (συγγνώμη, ραμολή σας κάναμε κ. Χάρη...), την άλλη ως έφηβος φοιτητής με σπυράκια ακμής, την άλλη να υπογράψει ως Mack The Knife, ως Τζακ ο ΑΝτεροβγάλτης ή ως Ηγουμένη Πουλχερία. Ίσως,να χακερώσει (καλό αυτό;) και την πτωχή, φυματική μου ύπαρξη, υπογράφοντας σαν Μαργαρίτα Γκοτιέ και απορρυθμίζοντας όλους τους μελλοντικούς ερευνητές του βίου και των έργων μας. Παρόλο που προσωπικά δεν επιδοκιμάζω κάθε είδος παρενδυσίας(ας μην θεωηρθώ ρατσίστρια τώρα!), αν όντως συμβαινει κάτι τέτοιο,εγώ θα σταθώ στο τι είπε ο Παύλος Γ. και ποιών κάλους πάτησε, ενδεχόμενα. Ή μήπως και με τη σατανικά προβοκατόρικη μέθοδό του (ο Ρασπούτιν είναι;)αποκάλυψε πρώτος άλλον μικρο-troll; Ουφ, κι αυτό το είπα!
Κ. Χαρη, τη Γραμματική Holton κλπ. την είχα πορμηθευθεί εξαιτίας σας, δεν κατάλαβα γρι, μετά συγχωρήσεως. Τώρα ζήτησα του Πετρούνια αλ΄λά δεν τη βρίσκω πουθενά, τι εκδοτικού οίκου είναι; Επίσης, ποια η γνώμη σας για τα βιβλία της Παπαζαφείρη και ένα καινουργιο σχετικά: «Το λέμε σωστά; Το γράφουμε σωστά;»
Σας χαιρετώ κιευχαριστώ.
αγαπητή κυρία με τασ καμελίασ, ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια. Καρδιακό μάλλον εδώ κινδυνεύω να πάθω παρά όταν γράφω για την εφημερίδα.
Πάντως, σοβαρά, αναγνωρίζω πολύ καλά αυτό που λέτε, το λέω και μόνος μου συχνά σε φίλους, ξέρω (αυτό είναι το 6ο εξομολογητικό στην πεντάδα του μπλογκοπαίχνιδου!) ότι με το ύφος του μπορεί κανείς να ικανοποιεί ή και να ενθουσιάζει φίλους και ομοϊδεάτες, να εξοργίζει τους έτσι κι αλλιώς εχθρούς, αλλά να μην κερδίζει από έναν "ενδιάμεσο" χώρο, εκεί όπου κατεξοχήν θα είχε νόημα να απευθυνθεί... Ουφ, το είπα κι εγώ :-)
Η γραμματική του Πετρούνια είναι (δυστυχώς, ψιλοάθλια τυποτεχνικά) έκδοση University Studio Press, της Θεσσαλονίκης. Χρήσιμα τα βρίσκω τα βιβλία της Παπαζαφείρη (φαντάζομαι εννοείτε τους 2 τόμους από τα "Λάθη στη χρήση της γλώσσας μας"), ενώ το "Το λέμε σωστά..." αναπαράγει την μπαμπινιωτική σύγχυση αλλά κυρίως πάσχει στην οργάνωση/παρουσίαση του υλικού του (έχω σκοπό εδώ και πάνω από χρόνο να ασχοληθώ εκτενέστερα, έχω κρατήσει όλες μου τις σημειώσεις..., ελπίζω σύντομα ν' αξιωθώ να το κάνω).
Για τα "άλλα", εκτίμησα ιδιαίτερα το χιούμορ σας, αλλά θα παρακαλούσα (μην το πάρετε προσωπικά: αφορμή απλώς είστε εσείς) να θεωρηθεί ότι ειπώθηκαν ήδη αρκετά :-)
Κι εγώ ευχαριστώ.
ΥΓ για την "κυρία...": ξέχασα, για τον οδηγό "Το λέμε σωστά..." ορισμένα έχει γράψει ο Ν. Σαραντάκος και κανονική κριτική στη σελίδα του στην τριτιάτικη "Καθημερινή" ο Μπουκάλας, σχετικά πρόσφατα: συχωρέστε με, δεν ευκαιρώ καθόλου να τα βρω, να σας δώσω πληρέστερα στοιχεία
Κύριε Χάρη,
Μου απαντάτε πως οι προτάσεις σας για το περιεχόμενο των μελλοντικών βιβλίων της Ιστορίας στηρίζονται στον χιουμοριστικό και υπερβολικό τρόπο με τον οποίο κάποιοι σχολίασαν το βιβλίο Ιστορίας της Στ΄ Δημοτικού. Όπως δηλαδή ορισμένοι πολέμιοι του βιβλίου το σχολιάζουν ειρωνικά αναφερόμενοι σε άλλες πιθανές διατυπώσεις που θα μπορούσε να ’χει στο ίδιο μήκος κύματος, να γράφει δηλαδή ότι κατά την έξοδο του Μεσολογγίου το 1826 «πολλοί κάτοικοι ποδοπατήθηκαν στο μεγάλο μποτιλιάρισμα», έτσι κι εσείς, στο ίδιο μήκος κύματος, προτείνετε αντίστοιχες διατυπώσεις απ’ την αντίπερα ιδεολογική όχθη, με χιούμορ και υπερβολή, σχολιάζοντας για παράδειγμα πως όπως μας ενδιαφέρει ο «συνωστισμός στη Σμύρνη» ή το «μποτιλιάρισμα στο Μεσολόγγι», έτσι θα ’πρεπε να μας ενδιαφέρει και ο «κοινός ιμπεριαλιστής» Μεγαλέξανδρος ή ο «αιμοσταγής δολοφόνος» Μέγας Κωνσταντίνος. Διατυπώσεις υπερβολικές, στο μήκος κύματος των ειρωνικών σχολίων της αντίπερα ιδεολογικής όχθης. Χιούμορ, κάνετε λοιπόν, «πνεύμα», το οποίο εγώ δεν μπορώ να αντιληφθώ. Κι επειδή κάνετε χιούμορ, καταλήγετε στ’ ότι αυτή η «σκόπιμη», η «χιουμοριστική υπερβολή» είναι πάντως και η «σκέτη, πικρή, ολόπικρη αλήθεια». Άρα, αντιφάσκετε ή δεν αντιφάσκετε; Κι αφού αυτή είναι η «ολόπικρη αλήθεια», πού ακριβώς εντοπίζεται η παρανόηση από την δική μου πλευρά; Είναι ολοφάνερο ότι δεν σας έχω παρανοήσει καθόλου, ότι ούτε εσείς έχετε πρόβλημα μεταδοτικότητας των θέσεών σας ούτε κι εγώ μειωμένη αντιληπτική ικανότητα. Αυτή λοιπόν η «ολόπικρη αλήθεια» είναι ο καημός, το παράπονο που διατυπώνετε στο άρθρο σας, κι αυτό το παράπονο με τη σειρά του σας οδηγεί στην τελική διατύπωση ότι τέτοιες αλήθειες «σε σχολική Ιστορία δεν θα δουν το φως ποτέ». Εδώ πάνω ακριβώς κι εγώ πρότεινα μία περισσότερο αισιόδοξη, λιγότερο πικρή και παραπονεμένη θέαση των πραγμάτων, αποδεικνύοντας, μέσα από την πληθώρα των παραθεμάτων που κατέθεσα, ότι τα περισσότερα από τα ζητούμενά μας για το περιεχόμενο των σχολικών βιβλίων είναι σήμερα πραγματικότητα. Βέβαια, ίσως τα παραδείγματα να φαίνονται εξαιρετικά πολλά, σε σημείο που κάποιος θα μπορούσε να τα θεωρήσει «ύποπτα πολλά». Όμως ο στόχος μου είναι ακριβώς να καταδειχτεί ότι τα ζητούμενα από εσάς να λέγονται στα σχολεία, τα οποία εκφράζονται επίσης μέσα από πολλά δικά σας παραδείγματα, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΥΤΕ ΜΕΜΟΝΩΜΕΝΑ ΟΥΤΕ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΑ. Κι αυτά τα πολλά, που δεν είναι ούτε μεμονωμένα ούτε αποσπασματικά, διδάσκονται και αναλύονται απ’ το σύνολο των εκπαιδευτικών που αναλαμβάνουν τα αντίστοιχα αντικείμενα, άρα ούτε και οι εκπαιδευτικοί που μεταδίδουν τις αντίστοιχες «προχωρημένες» πληροφορίες είναι «τραγική μειονότητα», όπως θα σας βόλευε· κάθε άλλο. Το επαναλαμβάνω: όσα εύχεστε να γίνονται στο σχολείο, ΓΙΝΟΝΤΑΙ, είτε θέλετε να το παραδεχτείτε είτε όχι. Κι επειδή υπάρχει ακριβώς αυτή η δυστοκία παραδοχής όσων γίνονται, αλλά και η δυσπιστία από κάθε ιδεολογική πλευρά, μίλησα για προκατάληψη, που φτάνει τελικά –θα προσθέσω εδώ– μέχρι και την ιδεολογική αγκύλωση, μέσα από την εμμανή άρνηση παραδοχής της πραγματικότητας, παρά τα σαφή και ισχυρά τεκμήρια που καταθέτονται.
Επιπλέον, κι ακριβώς επειδή τονίζετε πως οι ακρότητες από την πλευρά των Ελλήνων θα ’πρεπε στα βιβλία της Ιστορίας να δηλώνονται «με αυτά τα λόγια», δηλαδή με τις διατυπώσεις που προτείνετε στα παραδείγματά σας, αυτό δε το προτείνετε σαν απάντηση σε όσους επιθυμούν να επιβάλουν στη συγγραφική ομάδα του βιβλίου Ιστορίας της Στ΄ Δημοτικού τον τρόπο με τον οποίο θα διατυπώσει τα ιστορικά της κείμενα, θα σχολιάσω το εξής: ανάμεσα σε ό,τι λέτε εσείς και σε ό,τι λεν οι ιδεολογικοί σας αντίπαλοι υπάρχει μια σημαντική διαφορά: για εσάς, σύμφωνα με όσα είπατε παραπάνω, ζητούμενο είναι ο τρόπος της διατύπωσης. Όπως δηλαδή οι αντίπαλοί σας δεν θέλουν τον «συνωστισμό», προτείνοντας οξείες διατυπώσεις, έτσι κι εσείς προτείνετε τον «ιμπεριαλιστή» Μεγαλέξανδρο ή τον «αιμοσταγή δολοφόνο» Μεγάλο Κωνσταντίνο. Αν λοιπόν, όπως φαίνεται απ’ τα παραθέματα που παρέθεσα εγώ, τα βιβλία Ιστορίας μάς παραδίδουν, για παράδειγμα, το ποιόν του Μεγάλου Κωνσταντίνου, αλλά με έμμεσες και ήπιες εκφράσεις, το ζητούμενο για εσάς δεν είναι οι εκφράσεις αυτές να είναι ήπιες, αλλά να είναι αντίστοιχα οξείες, κατά τον οξύ τρόπο που προτείνει η άλλη πλευρά. Οι ιδεολογικοί σας αντίπαλοι ωστόσο, κι εδώ έγκειται η διαφορά που σημείωσα, δεν θεωρούν απλά ότι η διατύπωση παραείναι ήπια. Θεωρούν ότι διαστρεβλώνει τελείως συγκεκριμένα γεγονότα, και το γνωρίζετε πολύ καλά αυτό. Συνεπώς δεν μιλάμε απλά για τα «λόγια» με τα οποία «πρέπει να ειπωθούν» ορισμένα πράγματα, για το αν δηλαδή τα λόγια αυτά θα είναι ήπια ή αιχμηρά, όπως επιχειρείτε ελισσόμενος να εξηγήσετε τις θέσεις σας στην απάντησή σας. Μιλάμε ασφαλώς για την ουσία, το περιεχόμενο των λόγων, είτε διατυπώνονται ήπια είτε όχι, όπως αποδεικνύει, επαναλαμβάνω, και η ίδια σας η κατάληξη ότι δυστυχώς η «ολόπικρη αλήθεια» δεν λέγεται στο σχολείο. Θα επιμείνω όμως για μία ακόμη φορά: ευτυχώς ΛΕΓΕΤΑΙ. Κι ας μην χαρακτηρίζονται οι Σμυρνιές «πουτάνες». Ωστόσο ο σχολιασμός για το ΗΘΟΣ τους, σύμφωνα με τις αντιλήψεις των γηγενών, ΓΙΝΕΤΑΙ. (Και μάλιστα γίνεται σε μάθημα πανελλαδικώς εξεταζόμενο, δηλαδή σε μάθημα στο οποίο εκ των πραγμάτων θα αναγκαστούν οι μαθητές να δώσουν μεγαλύτερη σημασία, ενόψει των σημαντικών γι’ αυτούς εξετάσεων.)
Σημειώνω συμπληρωματικά, για να κλείσω μ’ αυτό το σκέλος που εξετάζουμε, πως η αναφορά μου σε όσα δεν λέγονται στα σχολικά βιβλία, κι αναφερόμουν στις ακρότητες των άλλων, προφανώς και δεν γίνεται για να «έρθουμε στα ίσα μας», όπως επιχειρείτε να με ερμηνεύσετε κ. Χάρη, χαρακτηρίζοντας τον λόγο μου «δικανικό» και γεμάτο «πιρουέτες», για τις οποίες μάλιστα «μου βγάζετε το καπέλο». Γίνεται για να δείξω, και το εξήγησα με σαφήνεια αυτό, ότι σε σχολικά βιβλία των 200 σελίδων, που εξετάζουν όμως το καθένα περιόδους μερικών αιώνων, δεν είναι δυνατόν να ψάξουμε και να βρούμε τα πάντα, γι’ αυτό και σημείωνα πως αναφορικά με τις οποιεσδήποτε «παραλείψεις» χρειάζεται να ελέγχουμε το πνεύμα και τη στοχοθεσία του κάθε βιβλίου, να βλέπουμε δηλαδή το δάσος και όχι το δέντρο. Είμαι βέβαιος ότι καταλάβατε πολύ καλά τι είπα, για το λόγο αυτό και θα σας παρακαλέσω να μην με παραφράζετε σκόπιμα για λόγους εντυπώσεων, γιατί αν εσείς μου καταλογίζετε «πιρουέτες» και «δικανικά» τερτίπια, τότε κι εγώ με τη σειρά μου θα πρέπει να τονίσω ότι είστε άριστος γνώστης των μεθόδων των σοφιστών.
Αφού λοιπόν όλα τα ζητούμενα από εσάς λέγονται –κατ’ εμέ– στο σχολείο, τότε πως εξηγείται το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών δεν τα γνωρίζει; Αυτό αναρωτιέστε, κ. Χάρη, προτείνοντάς μου ταυτόχρονα να μοιράσω και σχετικά ερωτηματολόγια, προκειμένου να βεβαιωθώ ότι τα μηνύματα που εσείς θα θέλατε να περνούν απ’ το σχολείο στους μαθητές και μελλοντικούς πολίτες, τελικά δεν περνούν. Πείτε μου όμως, τι διαφορετικό ακριβώς προσθέτετε στο σημείο αυτό σε σχέση με την τελική δική μου παρατήρηση ότι περίπου το 70% των μαθητών δεν αποδίδει ικανοποιητικά στις γραπτές εξετάσεις του μαθήματος της Ιστορίας; Μη ικανοποιητική επίδοση προφανώς σημαίνει και μη κατακτημένη γνώση, επομένως ήδη λέμε το ίδιο πράγμα και τα ερωτηματολόγια δεν μας χρειάζονται πλέον. Επειδή όμως ζητάτε ερωτηματολόγια, θα σας θυμίσω πως και οι ιδεολογικοί σας αντίπαλοι στηρίζονται στα ερωτηματολόγια των διάφορων δημοσκοπήσεων, κάθε φορά που διαπιστώνουν ενεοί πως οι νέοι μας δεν γνωρίζουν τι γιορτάζουμε στις εθνικές επετείους της 28ης Οκτωβρίου 1940 και της 25ης Μαρτίου 1821, οπότε και αρχίζει ο θρήνος για τα «ανιστόρητα» παιδιά μας, που χάνουν την ταυτότητά τους και καταντούν «αδιάφορα, άχρωμα και άοσμα αμερικανάκια». Με άλλα λόγια, τι μας λένε τα ερωτηματολόγια; Ότι οι μαθητές μας –και μελλοντικοί πολίτες– δεν γνωρίζουν ούτε ότι ο Μέγας Αλέξανδρος υπήρξε ιμπεριαλιστής, ούτε ότι ο Μέγας Κωνσταντίνος υπήρξε αιμοσταγής δολοφόνος, μα και ούτε ότι η χώρα μας αντιστάθηκε στην επέλαση του φασισμού κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Επομένως, εσείς δεν μένετε ικανοποιημένος απ’ τις ιστορικές γνώσεις των μαθητών, οι ιδεολογικοί σας αντίπαλοι το ίδιο, το δε συμπέρασμα είναι αυτό που ήδη παρουσίασα στο πρώτο σχόλιό μου: ότι ο τρόπος (δηλαδή το ΠΩΣ) με τον οποίο διδάσκεται το μάθημα της Ιστορίας (αλλά ίσως και άλλοι κοινωνικοπολιτικοί λόγοι) απωθούν τους μαθητές, τους κρατούν σε απόσταση από αυτό, με συνέπεια να μην μαθαίνουν τελικά ούτε αυτά που επιθυμεί η μια, μα ούτε και αυτά που επιθυμεί η άλλη ιδεολογική πλευρά. Το τι ΜΑΘΑΙΝΟΥΝ, ωστόσο, κ. Χάρη, τα παιδιά, είναι άλλο θέμα από το τι ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑΙ στο σχολείο. Και το αν οι διδασκόμενες πληροφορίες γίνονται τελικά συλλογική συνείδηση είναι άλλο θέμα από το αν αυτές οι πληροφορίες παρέχονται. Γιατί, όπως με ιδιαίτερη επιμονή παρουσίασα μέσα απ’ το πλήθος παραδείγματα που παρέθεσα πάνω στα δικά σας παραδείγματα, οι μαθητές ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑΙ στο σχολείο αυτά που επιθυμείτε, όπως επίσης διδάσκονται και όσα απ’ αυτά που επιθυμούν οι «άλλοι» ανταποκρίνονται στην ιστορική πραγματικότητα. Κι αν τελικά δεν συγκρατούν ούτε τα μεν ούτε τα δε, γι’ αυτό δεν ευθύνεται ούτε ο ρατσισμός μας, ούτε ο εθνικισμός μας. Αν ήταν θέμα εθνικισμού, θα ήξεραν και τα σχετικά με τις επετείους, και τα σχετικά με τους εθνικούς ποιητές κ.τ.λ. κ.τ.λ., για τα οποία ωστόσο τα ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ακριβώς αποκαλύπτουν ότι οι μαθητές μας δεν έχουν γνώση. Ή, για να επεκταθούμε και σε άλλα μαθήματα, θα ήξεραν και όλα όσα διδάχτηκαν στην Άλγεβρα, τη Φυσική, τη Χημεία κ.τ.λ., τα οποία όμως τα ξεχνούν και δεν τα συγκρατούν αφήνοντας πίσω τους το σχολείο, κάτι που κι εσείς ο ίδιος το σχολιάσατε άλλωστε στην απάντησή σας. Ας μην κατηγορούμε λοιπόν τα σύγχρονα σχολικά βιβλία Ιστορίας για τις υποτιθέμενες «παραλείψεις» τους, κι ας σταθούμε ακριβώς στο ΠΩΣ της διδασκαλίας και στους κοινωνικοπολιτικούς παράγοντες που προανέφερα ότι χρειάζεται να ελεγχθούν.
Κι αν αναφέρθηκα στους «πολλούς» και στους «λίγους», ασφαλώς και δεν το έκανα για να παροτρύνω τους «λίγους» να «πάνε στο σπίτι τους» και να σταματήσει εδώ κάθε ιδεολογική ζύμωση. Το έκανα για να καταδείξω πως οι «πολλοί» ΕΙΝΑΙ ανοιχτοί στο άκουσμα ιστορικών αληθειών που μέχρι πρότινος αποσιωπούνταν, γι’ αυτό και δεν αντιδρούν σ’ αυτές. Κι επειδή η πραγματικότητα είναι αυτή, οι «λίγοι», με τη σειρά τους, θα ήταν σκόπιμο, κατά τη γνώμη μου, να μην κινδυνολογούν και να μην χάνουν, όπως προανέφερα, το δάσος για χάρη του δέντρου. Ναι, τα βήματα προόδου που έχουν γίνει με τα σύγχρονα σχολικά βιβλία είναι σπουδαία, και η πρόοδος αυτή θα πρέπει να μας προδιαθέτει για ακόμη μεγαλύτερη διάθεση αυτοκριτικής. Αισιοδοξία λοιπόν, νομίζω ότι ταιριάζει, όχι μεμψιμοιρία.
Κλείνω εδώ σημειώνοντας πως ειρωνικές αποστροφές και λοιπές ειρωνείες δεν με αγγίζουν, ενώ οι επιπλήξεις και τα αυτοσχόλια παντογνωσίας δεν με αφορούν.
Κύριε Στρούμπα, ευτυχώς που πρόλαβα να σχολιάσω, σε αρκετές μάλιστα ευκαιρίες, την έως και επαναστατική διαφορά των οσοδήποτε ατελών σημερινών, των νεότερων γενικά, σχολικών βιβλίων σε σχέση με τα παλαιότερα, προτού με εμφανίσετε εσείς μεμψίμοιρο και απαισιόδοξο! Είναι το μόνο σημείο που με ενδιαφέρει να σχολιάσω, επειδή [και] η συζήτηση που προκλήθηκε εδώ είχε ακριβώς αφετηρία της την κόντρα στη μεμψιμοιρία (κόντρα και στάση που διέπει, θέλω να πιστεύω, όλη μου τη συλλογιστική σε βασικά, μείζονα θέματα με τα οποία καταπιάνομαι, π.χ. τη γλώσσα): αυτό λοιπόν μόνο, κι ας μείνω μέσα στο τέλμα των αντιφάσεων, των ελιγμών και των σοφιστειών μου
–κυρίως όμως της βλακείας μου να συρθώ σε δημόσιο πια διάλογο μαζί σας, όπως τον εκβιάσατε με την εμφάνισή σας στο μπλογκ, έπειτα από τις επανειλημμένες αρνήσεις μου για διάλογο κατά την προσωπική μας, ιντερνετική επαφή, με τα εκτενή κείμενά σας που πάλι μου στέλνατε επί παντός, από τη μουφτεία της Ξάνθης έως τώρα το βιβλίο της Ιστορίας
και λυπάμαι που και τώρα σέρνομαι και σας ακολουθώ στην απρέπεια τη δική σας, να μεταφέρω δημόσια μια προσωπική «διένεξη» που μόνος σας τη στήσατε, σε μια σχέση που κινήθηκε, από τη μεριά σας, ανάμεσα προπάντων στο ιδιωτικό γλείψιμο και το δημόσιο τώρα θάψιμο (όπως σας το έγραψα ήδη, πάλι προσωπικά )
ζητώ συγνώμη από τον αναγνώστη, αλλά δεν έχω άλλον τρόπο να προστατευτώ απέναντι σε στάσεις που απαιτούν ερμηνεία μάλλον ψυχαναλυτικής τάξεως, άρα και να εξηγήσω γιατί δεν συνεχίζω επί της ουσίας, αφού η ουσία φαίνεται πως είναι τελικά αλλού
Κύριε Χάρη,
Θα ’ταν απορίας άξιον γιατί επιμείνατε στην υπεράσπιση της θέσης σας ότι ορισμένες αλήθειες δεν πρόκειται ποτέ να τυπωθούν σε σχολικά βιβλία, εφόσον τελικά αναγνωρίζετε την «επαναστατική» διαφορά των νεότερων από τα παλιότερα βιβλία, αν αυτό το «γιατί» δεν ήταν ολοφάνερο: δεν αντέχετε την αμφισβήτηση της αυθεντίας σας.
Ο μονόλογος είναι δικό σας θέμα, κι ούτε σας «έσυρα» σε διάλογο. Σε διάλογο, και μάλιστα με τους όρους που αυτός πραγματοποιήθηκε από την πλευρά σας, δεν σας έσυρε ούτε η «βλακεία» σας, όπως λέτε· σας έσυρε η υπεροψία σας και μόνο αυτή. Διάσταση δε «διένεξης» δώσατε μόνος σας, επιχειρώντας να με «κατατροπώσετε» με διδαχές, ειρωνείες κι απαξιωτικές αποστροφές.
Όπως παριστάνετε τα πράγματα, θέλετε να μας πείτε πως κατά την προηγούμενη ιδιωτική μας επαφή εγώ ήμουν το «τσιμπούρι» κι εσείς ο «αποστασιοποιημένος». Ε, γιατί δεν «αποστασιοποιηθήκατε» για μία ακόμη φορά, κύριε Χάρη; Μα προπαντός, ποιον πείθετε;
Αφού όμως δεν αντέξατε την κριτική, κι επιχειρήσατε να διαφύγετε μέσα από πραγματικά δικές σας ΑΠΡΕΠΕΙΣ μεθοδεύσεις, αλλάζοντας το θέμα του σχολιασμού και απευθυνόμενος στους αναγνώστες για ζητήματά μας προσωπικά, καλώ με τη σειρά μου τους αναγνώστες του διαλόγου αυτού να φανταστούν, μέσα από τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίσατε τον σχολιασμό μου, και ποια ήταν η αντιμετώπισή μου εκ μέρους σας σε ιδιωτικό επίπεδο.
Δεν κινδυνεύετε από μένα, κύριε Χάρη, ούτε και χρειάζεται να «προστατευτείτε» από μένα. Απ’ τον εαυτό σας και την έπαρσή σας κινδυνεύετε, κι αν θέλετε πραγματικά να προστατευτείτε από αυτήν, υπάρχει τρόπος πολύ αποδοτικότερος από την ψυχανάλυση: να σέβεστε τους συνομιλητές σας και να παραδέχεστε τις αδυναμίες σας.
για τον αναγνώστη, τελευταίο:
έπειτα από το απλώς διευκρινιστικό και όχι απαντητικό σχόλιό μου για τη στάση του κ. Στρ., αφού δηλαδή του είχε αφεθεί ο τελευταίος λόγος επί της ουσίας, του δήλωσα πως δε θα έδινα συνέχεια, ούτε και θα δημοσίευα πια σχόλιό του, αφού είχαμε περάσει σε στάδιο ξεκατινιάσματος. Το ξανασκέφτηκα, και τον παρότρυνα να το αναρτήσει, ιδίως όταν μου το 'στειλε με μέιλ και το διάβασα: δε θα μπορούσα να προσθέσω άλλο ένα βασανιστήριο στα όσα τράβηξε μαζί μου. Κυρίως, δε θα μπορούσα να ευχηθώ καλύτερη επιβεβαίωση των τελευταίων λόγων μου στο προηγούμενο σχόλιό μου.
Αγαπητέ κ. Χάρη, διάβασα καθυστερημένα το άρθρο σας και θα ήθελα να σας συγχαρώ, καθώς και για την ιδιαίτερα γόνιμη συζήτηση, παρ' όλες τις όποιες διαφωνίες εκφράστηκαν. Ευχής έργο θα ήταν να υπήρχαν τέτοιες συζητήσεις για όλα τα θέματα. Πολύ ενδιαφέρουσες βρήκα τις θέσεις του κ. Gazakas, και τώρα που κόπασε ο σάλος με τα "αφρισμένα σκυλιά", πιστεύω ότι θα έπρεπε να ανοίξετε αυτόν τον διάλογο. Για τον κ. Στρούμπα θα ήθελα να κάνω ένα γενικό σχόλιο: ως γιατρός θέλω κάθε φορά να σπάσω την τηλεόραση όποτε ακούω για τα φακελλάκια που όλοι παίρνουμε, όλοι εμείς οι αναίσθητοι και άρπαγες μεγαλογιατροί, γιατί κανένας δεν ξέρει το ελάχιστο ποσοστό των υψηλόμισθων μεγαλογιατρών με τη μέγιστη πλειονοψηφία όσων αφιερωθήκαμε σε δεκαετείς σπουδές και συχνά άλλα τόσα χρόνια αναμονής για διορισμό σε μια θέση, με μισθό άστα να πάνε, με ολόκληρα διήμερα ανά εβδομάδα μακριά από τα σπίτια μας λόγω εφημερίας (αλήθεια, πόσα άλλα επαγγέλματα έχουν τέτοιες συνθήκες εργασίας;;) κτλ. κτλ. Παρόλα αυτά, δεν θα έλεγα ποτέ πως είμαι σφαιρικά υπερήφανος για τον κλάδο μου. Έτσι με εντυπωσίασε η αυταρέσκεια και η μακαριότης ενός εκπαιδευτικού για τον κλάδο του, όπου τότε για τα δεινά της εκπαίδευσης φταίνε πάντοτε μόνο οι υπουργοί παιδείας και οι συγγραφείς ορισμένων βιβλίων και τα ίδια τα παιδιά τα αφιλότιμα που δεν συγκινούνται από τον ζήλο των φωτισμένων δασκάλων τους και τρέχουν στα ίντερνετ και τις καφετέριες. Και κάτι ειδικότερο, μια βασική παρανόηση του κ. Στρούμπα: η άγνοια (που είναι γεγονός!) των Μαθηματικών ή της Φυσικής και όλων των άλλων που διδασκόμαστε στό σχολείο δεν επηρεάζει την μετέπειτα διαμόρφωση, εξέλιξη και ζωή του ανθρώπου. Αντίθετα η άγνοια της Ιστορίας διαμροφώνει άμεσα τη συνείδηση, την ατομική και τη συλλογική, και εξίσου άμεσα επηρεάζει και σφραγίζει την ιδεολογία του, άρα τη ζωή του και τη στάση του απέναντι στη ζωή εν γένει, ατομικά και σε συλλογικό επίπεδο, ως κοινωνικό ον.
Και πάλι συγχαρητήρια για την προσφορά σας μέσω του blog.
Αλέξανδρος Π.
Αγαπητέ μου κύριε Χάρη,
Συγχαρητήρια για το μπλογκ σας. Έχουμε τη χαρά να σας διαβάζουμε κι έχετε τη χαρά να φιλοξενείτε σχόλια αξιολογότατα (αν και έχω μια ένσταση ως προς την πρόσδοση προσωπικού χαρακτήρα στα σχόλια, η οποία αδικεί τους διαλεγόμενους, αν κρίνω απ’ την κατά τ’ άλλα ποιότητα των τοποθετήσεών τους).
Δεν σκόπευα να παρέμβω ύστερα από τόσα που ειπώθηκαν και μετά την πρόσκλησή σας να μην προβούμε σε νέα σχόλια. Κυρίως όμως το αποφάσισα με αφορμή το σχόλιο του Αλέξανδρου Π, επειδή ένιωσα να αφορά κι εμένα (είμαι κι εγώ εκπαιδευτικός, συγκεκριμένα μαθηματικός).
Θα έλεγα λοιπόν, Αλέξανδρε, πως αντίθετα με σένα, δεν διαβλέπω στο σχόλιο του κ. Στρούμπα ούτε αυταρέσκεια για τον κλάδο του, ούτε μακαριότητα, ούτε νομίζω πως γράφει ότι για τα δεινά της παιδείας φταίνε όλοι οι άλλοι εκτός από τους εκπαιδευτικούς. Αυτό που γράφει, αν κατάλαβα καλά, είναι πως αυτά που διδάσκονται στο σχολείο είναι άλλο θέμα από αυτά που μαθαίνουν οι μαθητές. Αναφορά στο περιεχόμενο των σχολικών βιβλίων γίνεται, όχι στην επάρκεια των εκπαιδευτικών. Αντίθετα, δεν νομίζω ότι οι εκπαιδευτικοί βγαίνουν έξω απ’ το παιχνίδι, αρνούμενοι κάθε ευθύνη, αφού ο τρόπος της διδασκαλίας, για τον οποίο γίνεται λόγος, είναι και δικό τους θέμα. Για να καταλάβεις πώς το προσέλαβα, η αναφορά που γίνεται στο περιεχόμενο των σχολικών βιβλίων κακώς συνδέθηκε από σένα με το τι κάνουν οι εκπαιδευτικοί στις αίθουσες. Θα ’ταν κάτι αντίστοιχο σαν να λέγαμε για τον δικό σου κλάδο: στα νοσοκομεία γίνονται εγχειρήσεις. Ας υποθέσουμε ακόμη ότι σε επίπεδο υποδομής τα νοσοκομεία διαθέτουν οτιδήποτε απαραίτητο για μια εγχείρηση. Οπότε τι σημαίνει αυτό; Ότι επειδή υπάρχουν οι «ιδανικές» υποδομές για εγχειρήσεις, άρα όλοι οι γιατροί εγχειρίζουν με επιτυχία; Φυσικά όχι, γι’ αυτό σου λέω πως δεν έχω την ίδια αντίληψη με σένα για το τι είπε ο κ. Στρούμπας: άλλο τι γράφουν τα σχολικά βιβλία, άλλο αν οι εκπαιδευτικοί είναι ικανοί. Αν κρίνω κι απ’ το σχόλιο για την αποτυχία μετάδοσης της γνώσης, δεν συμφωνώ μαζί σου με τα της «αυταρέσκειας».
Κυρίως όμως με κινητοποίησε σφόδρα η θέση σου πως τα Μαθηματικά δεν διαμορφώνουν τη συνείδηση των μαθητών! Λάθος, Αλέξανδρε, γι’ αυτό αγωνίζομαι να πείθω τους μαθητές μου ότι χρειάζονται τα μαθηματικά αλλά και οποιοδήποτε άλλο μάθημα: τα ημίτονα και τα συνημίτονα ίσως δεν αφορούν όσους δεν θα γίνουν μαθηματικοί, δεν είναι όμως αυτό το στοίχημα: το στοίχημα είναι η όξυνση της κρίσης, παράγοντας οπωσδήποτε διαμόρφωσης των μαθητών. Και βέβαια, ίσως τα μαθηματικά των «ημιτόνων» να μην είναι ό,τι ελκυστικότερο, και ίσως αυτά να είναι και το περιεχόμενο των μαθηματικών στη σύγχρονη εκπαίδευση, μαθηματικά όμως είναι και οι εφαρμογές τους στην καθημερινή ζωή, και η πορεία της εξέλιξής τους. Έχεις σκεφτεί τι θα προσέφερε μια τέτοια διδασκαλία (δυστυχώς δεν συμβαίνει, αλλά είναι αντικείμενο συζήτησης και μακάρι να συμβεί) στη διαμόρφωση των μαθητών; Όλα τα μαθήματα είναι σημαντικά, μην υποτιμάς την αξία κανενός. Έτσι το βλέπω εγώ, μήπως τελικά η παρανόηση είναι δική σου (και σχετική με το πάθος που εξομολογείσαι για το «σπάσιμο της τηλεόρασης»);
Μ.Μ.
φίλε Μ.Μ.,
δεν υποτιμώ την αξία κανενός μαθήματος, και ιδίως δεν θα υποτιμούσα την αξία των Μαθηματικών.Μη ξεχνάτε ότι είμαι των Θετικών, ας πούμε, Επιστημών, και παραδόξως πως δεν ανήκω στη συντριπτική σχεδόν πλειονοψηφία των συναδέλφων μου που... λογοτεχνίζουν. Είμαι όμως λάτρης μέγας της Μουσικής, και λίγο που ασχολήθηκα (έχουμε και μουσικό στην οικογένεια) είδα πώς τα Μαθηματικά είναι στη βάση της Μουσικής! Μακράν εμού λοιπόν τέτοια... κατηγορία. Όμως θα ήθελα να πω ότι, όσο σημαντική και αν είναι η γνώση των Μαθηματικών (και όποιου άλλου μαθήματος) η άγνοιά τους - για να το πω έτσι χοντρά -δεν δημιουργεί είτε αδρανείς, ιδιώτες πολίτες, είτε πολίτες αντιδραστικούς, είτε πολίτες εθνικιστές-φασίστες κ.τ.λ., όπως μπορεί να συμβεί με την άγνοια ή την παραμορφωτική διδασκαλία της Ίστορίας.
Αλέξανδρος Π.
Δημοσίευση σχολίου