8/3/07

"Ομιλείτε ελληνικά" καταπώς μας ξημερώνει κάθε φορά, ή "Διόρθωση" για τ' αδιόρθωτα

Για μια φαιδρή εντέλει ιστορία με το τσιμπούσι/τσυμπούσι στην περίφημη εκπομπή «Ομιλείτε ελληνικά» έγραφα στα Νέα 23.12.2006 (βλ. εδώ). Ο φίλος Νίκος Σαραντάκος μου έστειλε την εξής «διόρθωση», αφού είδε βιντεοσκοπημένη την εκπομπή:

«Η Χούκλη ρωτάει την παίκτρια για δύο όπως τα λέει “αντιδάνεια”, μπόρα και τσιμπούσι, και στην καρτέλα η λέξη φαίνεται σωστά [με -ι]. Η παίκτρια δεν απαντάει για την ετυμολογία, οπότε η Χούκλη την πληροφορεί ότι αρχή του τουρκικού cumbus είναι το συμπόσιο!

»Και μετά η Χούκλη λέει: “υπάρχει κι ένα θέμα ορθογραφίας” και για το τσιμπούσι και για το ξεφτιλίζω, που είχε τεθεί σε άλλον παίχτη. Και λέει “ας πάμε στο Εφετείο” δηλ. στον Μπαμπινιώτη. Και λέει ο Μπαμπινιώτης επί λέξει:

διαβάστε τη συνέχεια...

»“Ως προς το τσιμπούσι τώρα, εάν πραγματικά προέρχεται το τουρκικό cumbus από το ελλ. συμπόσιο, όπως έχει υποστηριχθεί [;!], πρέπει και το τσιμπούσι, για να δώσουμε την αρχική του προέλευση, να το γράψουμε με ύψιλον. Αυτό βέβαια θα ξένιζε, γενικά η ετυμολογική ορθογραφία ενοχλεί, αλλά από την άλλη έχουμε το δίλημμα τι θα κάνουμε όταν ξέρουμε την προέλευση μιας λέξης κι όταν θέλουμε αυτό να το δηλώσουμε;”

»Και εκείνη τη στιγμή που τα λέει αυτά στην οθόνη βγαίνει καρτέλα: “!τσυμπούσι (συμπόσιο)”»

Κάνω ευχαρίστως την επανόρθωση, και λέω «ευχαρίστως» γιατί τα πράγματα είναι εντέλει χειρότερα απ’ ό,τι τα έγραφα (με βάση πάντως τη μαρτυρία δύο διαφορετικών, διόλου τυχαίων μάλιστα, θεατών –κι έχει σημασία αυτό για το τι και πώς περνάει προς τα έξω αυτή η εκπομπή: βλ. παρακάτω):

– πού το βρήκε η [παρουσιάστρια της εκπομπής και όχι επιστημονική υπεύθυνη] Χούκλη ότι «αρχή του τουρκικού cumbus είναι το συμπόσιο» κι ότι «υπάρχει κι ένα θέμα ορθογραφίας»;
– όταν ο Μπ. λέει πως «έχει υποστηριχθεί ότι…» σε ποιον αναφέρεται;
– και αν δεν είναι δική του δουλειά να διορθώσει τώρα τη Χούκλη τίνος είναι; (Ίσα ίσα βρίσκει την ευκαιρία να δώσει το μάθημά του περί «ορθής» ετυμολογικής γραφής!)

Είπα πως τα πράγματα είναι χειρότερα,
– γιατί επιβεβαιώνεται για πολλοστή φορά και κατά τον πανηγυρικότερο τρόπο η άποψη την οποία υποστηρίζω, για τη σύγχυση δηλαδή που προκλήθηκε από την έκδοση του ΛΜπ,
– τη σύγχυση που γενικότερα προκαλείται στα γλωσσικά από τις απόψεις του Μπ. και περισσότερο από τις παλινωδίες, τη διγλωσσία: εντελώς ενδεικτικά: (α) παιχνίδι, μας λέει μια ζωή, η κατανόηση των «παλιότερων ελληνικών» και των αρχαίων· από την άλλη, ολόκληρα κατεβατά λέξεις κοινότατες με εντελώς διαφορετική όμως σήμερα σημασία έδινε, δείχνοντας πόσο απροσπέλαστα μπορεί να είναι τα «παλιότερα» αυτά, όταν θέλησε να στηρίξει την πρωτοβουλία του Μακαριοτάτου να ακούγονται τα ευαγγέλια και σε μετάφραση, (β) δεν κινδυνεύει η γλώσσα, βρίσκεται σε καλό δρόμο, λέει σε διάφορα δημοσιεύματα και συνεντεύξεις σε περιοδικά· κινδυνεύει η γλώσσα, λέει στο Μέγαρο, σε διαφορετικό δηλαδή ακροατήριο (βλ. ξανά στις ανορθογραφίες, κτλ. κτλ. –βλ. ακόμα εδώ, για το μια δημόσιο και μια ιδιωτικό πανεπιστήμιο),
– τη σύγχυση που επίσης προκαλείται και από τις συστηματικές και διόλου αθώες, φυσικά, παρασιωπήσεις: αναφέρομαι στην πάγια τακτική του Μπ. απέναντι σε διάφορα δρώμενα, στη σημερινή γλωσσική πραγματικότητα, και σε διάφορες απόψεις που κυκλοφορούν στη αγορά, τις οποίες καλύπτει με τη σιωπή του (π.χ. τώρα που «μια φούντωση, μια φλόγα» καίει τις καρδιές των πολυτονιστών), την ίδια στιγμή που ξιφουλκεί για πλήθος άλλες, δευτεροτριτεύουσες.

Συγκεκριμένα και στο συγκεκριμένο:
– είτε ο Μπ. αποσιωπά την πραγματικότητα, πως το τσιμπούσι ΔΕΝ είναι τελικά αντιδάνειο, όπως εσφαλμένα είχε αρχικά υποστηρίξει (α΄ έκδοση), για να μη δώσει λαβή σ’ όλους αυτούς που του καταλογίζουν ελληνοκεντρική ετυμολόγηση (πόσο αλήθεια απέχει αυτή, τηρουμένων εννοείται των αναλογιών, από την παρετυμολόγηση των παρακάναλων;) και να καλύψει παράλληλα την προχειρότητα που του καταλογίστηκε (και) για την έκδοση του ΛΜπ.,
– είτε, το διόλου απίθανο δυστυχώς, την ώρα εκείνη δε θυμάται, ίσως και δε γνωρίζει καν τι έχει διορθώσει στο λεξικό του, πως έχει δηλαδή απαλείψει, στη β΄ έκδοση, την πιθανότητα να είναι το τσιμπούσι αντιδάνειο.
(Απίθανο; Διόλου, για όσους ξέρουν πώς συντάσσονται τέτοια μείζονα έργα, όπως τα λεξικά, πως δηλαδή άλλοι τραβούν πάντοτε το κουπί –μόνο που πάντοτε τα λάθη βαρύνουν τον ιθύνοντα νου, αυτόν που βάζει την υπογραφή του πάνω απ’ το μόχθο των άλλων.)

Πώς αλλιώς να το πω; Έδωσε το τσιμπούσι αντιδάνειο στην α΄ έκδοση, του το διόρθωσαν μετά οι συνεργάτες του, και τώρα τάχα τι; δεν πήρε είδηση τη διόρθωση, κι έμεινε στα παλιά του; ή τάχα αναγκάστηκε να δεχτεί να τυπωθεί η διόρθωση, όμως τ’ άλλα ποθεί ακόμα η ψυχή του, κι άλλα λοιπόν μολογάει σε πρώτη ευκαιρία;

Ή, θα το πω ακόμα πιο… αλλιώς: Τι επιτέλους να υποθέσει κανείς στην ιστορία αυτή, με τον κ. Μπαμπινιώτη, και πόσο έξω θα ’πεφτε στη μια ή στην άλλη περίπτωση: (α) πως δεν γνωρίζει η δεξιά του τι ποιεί/διορθώνει/αναθεωρεί η αριστερά του, ή (β) μας δουλεύει κα-νο-νι-κό-τα-τα;

buzz it!

2 σχόλια:

tolisM είπε...

Μηπως το τσιμπουσι προερχεται απο το τσιμπαω-τσιμπω? Γιατι ειναι γνωστο οταν στην ελλαδα λεμε "κατσε μαζι μας να τσιμπισεις κατι, πεταχτηκα να τσιμπισω κατι, ας τσιμπισουμε λιγο" εννοουμε βασικα την καναμε ταρατσα. Δηλαδη τσιμπουσι.

Γιάννης Χάρης είπε...

Εύστοχη και ωραία η παρατήρηση, αλλά ωραιότερα τα λεξικά :-), που δόξα τω θεώ ομονοούν εδώ.

Αλλιώς κινδυνεύουμε να παρασυρθούμε στο γοητευτικότατο ταξίδι των εξωτερικών ομοιοτήτων και να πούμε (όπως είπαν δηλαδή, αλλά αυτοί τα λέγαν και τα λεν στα σοβαρά) ότι το "κουπεπέ" που κάνουν οι μανάδες στα μωρά προέρχεται από το "κούπα, παι", όταν με μια... κούπα γάλα ξεγελούσαν οι αρχαίες μανάδες το μωρό, για να πάψει να κλαίει!

Ή, το ακόμα ωραιότερο, ότι η λέξη "πούστης" βγήκε απ' την ερώτηση των αρχαίων μπάτσων που, όταν κυνηγούσανε τση πούστηδη, ρωτούσαν, λέει: "πού στη;" -"πού βρίσκεται" δηλαδή (σε λάθος αρχαία, εννοείται)!