2/6/07

Ξεφυλλίζοντας το «Τέταρτο»: Παρεξηγήσεις και ψευδωνυμίες [β΄]

περ. "Αντί", Β' 289, 17 Μαΐου 1985


το σκάνδαλο, ως γνωστόν, δεν είναι πράξη πολιτική –και αν είναι, δεν είναι πάντως προοδευτική, ακόμη κι αν έχει τέτοιο στόχο και προθέσεις. Γιατί το σκάνδαλο (καληώρα η "Αυριανή") απευθύνεται στο θυμικό και όχι στην πολιτική συνείδηση, αποπροσανατολίζει λοιπόν και αποκοιμίζει· είναι λοιπόν, εφόσον διεκδικεί τίτλους πολιτικούς, πράξη σαφώς αντιδραστική

το πλήρες κείμενο

Στο εξώφυλλο, κέντρο εκπεμπομένου φωτός (γαλάζιου), με αχτίνες φωτός (γαλάζιου) τις (γαλάζιες, βεβαίως) ρίγες της γαλανόλευκης, νέος ευειδής, σε φωτογραφία μπούστο γυμνό, βαμμένος ολόκληρος γαλάζιος, η ακύρωση δηλαδή του αισθησιασμού, η παρεξήγηση του ερωτισμού ή η αναστολή και η αυτολογοκρισία του, το μισό δηλαδή, το μισερό, η συγκάλυψη και ο υπαινιγμός, το μαύρο αστράκι στα «ευαίσθητα» σημεία, το μπικίνι, το μονοκίνι και το τόπλες, όχι δηλαδή η τολμηρή, η ανατρεπτική χειρονομία, παρά η ψευτοπρόκληση, το σκανδαλάκι, το κλείσιμο ματιού και το «καταλαβαινόμαστε», το «όχι δα», το δήθεν και το «τάχα μου», δηλαδή το χυδαίο.

Βαμμένος λοιπόν ολόκληρος ο γυμνός νέος, για να μην είναι τελικά γυμνός, μόνο να υπαινίσσεται και να παραπέμπει, να παραμένει αυτός αθώος (αγνός άλλωστε, που εκπέμπει, είπαμε, φως, φως γαλάζιο βαθύ: μελάνι στο νερό), και ένοχος εσύ –που ωστόσο δεν μπορείς ούτε, βρε αδερφέ, να ερεθιστείς, μόνο ενοχλείσαι, «κάπου» και «κάπως» ενοχλείσαι, αμηχανείς, και σε κολλούν στον τοίχο: «σοβαροφανή!»

Η πρόκληση λοιπόν, το γαργάλημα. Το σκάνδαλο: η παρεξήγηση της τόλμης και της ανατρεπτικότητας. Ιδού το στίγμα του περιοδικού, το στίγμα γενικότερα (ή ειδικότερα) του δημιουργού του (εμπνευστή και του εξωφύλλου) Μάνου Χατζιδάκι –και ο λόγος τελικά για τον οποίο χρειάστηκε να υποβληθεί σε ανάκριση ένα απλό (θα μας πουν) εξώφυλλο, ένα απλό (θα μας πουν) παιχνίδι.

Παιχνίδια και παιχνιδάκια...

Και είναι παροιμιώδης η φιλοπαίγμων διάθεση του προικισμένου Μάνου Χατζιδάκι, έκδηλη σε όλες τις εκφάνσεις της πολιτείας του στον δημόσιο βίο, είτε στα πολιτιστικά είτε στα πολιτικά μας πράγματα αναφέρεται. Δεν μπορεί όμως το παιχνίδι να υποκαθιστά πάντοτε και με το αζημίωτο την ανάλυση, ούτε, πολύ περισσότερο, να διεκδικεί, διακηρυκτικά μα και εμπράκτως, όλο τον εντεύθεν της σοβαροφάνειας χώρο, ή ακριβέστερα να ορίζει ως σοβαροφανή όλο τον πέραν αυτού χώρο.

Εν πάση περιπτώσει, το παιχνίδι δεν είναι εξ ορισμού αθώο. Κι ωστόσο, ο Μ. Χατζιδάκις έχει αναγάγει την έννοια του χαριτωμένου σε έννοια πολιτική, και διαμέσου αυτής ακριβώς της αναγωγής έχει εξαργυρώσει την καθαρά πολιτική του ταυτότητα στο χρηματιστήριο της ανανεωτικής (τουλάχιστον –ή σε ό,τι μας αφορά) αριστεράς, κερδίζοντας δελτίο πληρεξουσίου εν λευκώ, να μας εκπροσωπεί όπου και όποτε νομίζει, εκφραστής όχι μόνο των πολιτισμικών μα και των βαθύτερων πολιτικοϊδεολογικών μας ανησυχιών.

Έτσι, δεν εκπλήσσει η πλαισίωσή της περίφημης πια πέστροφας («Μια σοσιαλιστική πέστροφα νεοελληνικής καταγωγής», εκδοτικό σημείωμα του πολτοποιηθέντος τεύχους που αναδημοσιεύεται στο τεύχος που κυκλοφορεί· βλ. και Αντί Β' 285, 12.4.1985, σ. 37) από έγκυρες αριστερές υπογραφές και απόψεις (σε καθαρά πολιτικό σχόλιο, του Γ. Βότση λ.χ.). Σαν ποιες παράμετροι ωστόσο και ποια τάχα κριτήρια μπορούν να αντιστρατευτούν τις πράξεις έστω της απλής αριθμητικής, που επιμένουν πως η πλαισίωση γίνεται, στην καλύτερη περίπτωση, άλλοθι και διακονία. Γιατί υπάρχει και η χειρότερη περίπτωση, απόψεις που εκφέρονται από σκοπιά κατά τεκμήριο αριστερή να απορροφούνται και να χωνεύονται στο άπατο στομάχι του περιοδικού) (= πολυφωνία!), όπως η συνέντευξη του Λ. Κύρκου ή το άρθρο «Οι αριστεροί διανοούμενοι και το ύφος τους» (μήπως όμως εδώ, κατά τον τίτλο, ομιλεί μη αριστερός διανοούμενος;) –και τα προϊόντα της συγκεκριμένης διεργασίας είναι βεβαίως γνωστά.

Άλλωστε το ιδεολογικό σήμα του περιοδικού, πέρα από τις προσθαφαιρέσεις (ένας Βότσης από δω, ένας Λαμπρίας από κει), ορίζεται, και πρέπει να ορίζεται, καταρχήν από τα σχόλια, τα πολιτικά σχόλια του περιοδικού. Και τα σχόλια του Τετάρτου τα μονοπωλεί ο εκδότης-διευθυντής Μ. Χατζιδάκις. Ας σιτιζόμαστε οι λοιποί, συνεργάτες και αναγνώστες, στο ιδεολόγημα της πολυφωνίας –που αυτήν πάντως τη φορά εξαντλεί με βάναυσο τρόπο κάθε όριο της άνευ ορίων καλοπιστίας, αν όχι πολιτικής αφέλειας, αν όχι πολιτικού καιροσκοπισμού μας.

... και κοινωνικός τουρισμός

Αν θελήσουμε τώρα να δούμε το περιοδικό καθαυτό, ο χαρακτηρισμός «διανοούμενος Ταχυδρόμος» αποτελεί μάλλον ευχή. Μια αμήχανη και δίχως έμπνευση σελιδοποίηση στοιχίζει κείμενα ετερόκλητα, που είναι αδύνατο να δώσουν έστω το άθροισμα «ποικίλης ύλης».

Εξαίρεση ίσως αποτελεί το πολιτιστικό τμήμα, που προτάσσεται του κυρίως σώματος του περιοδικού, ιδιαίτερα με τις σελίδες για το βιβλίο και τον κινηματογράφο (Κ.Μ., Ειρ. Λεβίδη, Μ. Χρυσανθόπουλος, Γ. Μπράμος, Αχ. Κυριακίδης), μέσα από τις οποίες μπορεί να οριστεί με αρκετή ευκρίνεια κάποιο πρόσωπο, και κυρίως να υποστηριχτεί από τις συγκεκριμένες επιλογές –όχι όμως πάντοτε και από τον τρόπο της έκθεσής τους. Μπορεί βέβαια να χαρακτηριστεί πρόσωπο εστέτ, αν συσχετιστεί και με την καλλιτεχνική θεματογραφία τού κυρίως σώματος (5σέλιδη συζήτηση Π. Μπουλέζ και Μ. Φουκώ για τη σύγχρονη μουσική, και 4σέλιδο άρθρο για τη Γυναίκα της Ζάκυθος της Θεατρικής Λέσχης Βόλου) –επιλογή όμως συγκεκριμένη και απολύτως σεβαστή, που δεν παύει να μορφώνει πρόσωπο, φυσιογνωμία.

Πλάι όμως σ’ αυτές (8 σελίδες για το βιβλίο και 4 για τον κινηματογράφο, καθώς και άλλες 5 για τα εικαστικά), το θέατρο ασφυκτιά σε μιάμιση σελίδα, η οποία παριστάνει τη «Χειμερινή θεατρική περίοδο ’84-’85», και από τα «70 περίπου θέατρα στη “μητρόπολη”» σταθμεύει (τρόπος του λέγειν) στα 15! Μιάμιση σελίδα αναλογεί και στη μουσική: ένα σημείωμα για μία παράσταση της Λυρικής, ένα γενικό, εμβαλωματικό σημείωμα του Μ.Χ. για το ελληνικό τραγούδι, και μια παρουσίαση του Διόνυσου του Μ. Θεοδωράκη!

Το κυρίως σώμα του περιοδικού ξεπαρθενεύεται από σχόλιο του Τ. Θεοδωρόπουλου με τον προβληματισμό: «Γιατί ο “ιστορικός τονισμός”» = για να μην οδηγηθεί η γραφή μας στη «λατινικοποίηση» (!), γι’ αυτό και πολυτονικό, «φυσικά: όπως είναι φυσικό να διαβάσουμε τον Ερωτόκριτο, τον Στρατηγό Μακρυγιάννη, τον Καβάφη, τον Σεφέρη και τον Ελύτη έτσι όπως γράφτηκαν (!!)...» και τα λοιπά φυσικά –τη συνέχεια τη γνωρίζουμε. Φυσικά.

Και ράχη με ράχη η «Τέταρτη αλήθεια»: σελίδες με ειδήσεις διάφορες, όπου εκτίθεται πρώτα «Το γεγονός», ακολουθεί «Η πρώτη εκδοχή», δίνεται και η «δεύτερη εκδοχή», και μπαίνει σφραγίδα «Η τέταρτη αλήθεια»: οίηση (η κατοχή της αλήθειας, η ίδια η αλήθεια –που είναι απλώς κάποιο σχόλιο, κάποια άλλη, έστω σωστή, εκδοχή ή άποψη) και νεοπλουτίστικη αφέλεια (ποια αλήθεια, αν υπάρχει πρώτη και δεύτερη και τρίτη αλήθεια! Τι «τέταρτη αλήθεια;» Κατά την εκπομπή «Τρίτο θέατρο» στο παλαιό Τρίτο; όπου αν γινόταν δηλαδή εκπομπή για το παιδί θα ονομαζόταν «Το τρίτο παιδί»;).

Και ακολουθεί, όπως είπαμε, η πανστρατιά: Φαλμεράυερ και μυθιστόρημα σε συνέχειες, κοινωνιολογική άποψη για τη μόδα και άρθρο για τη Μ. Βρετανία (σελίδα μία –και μόνη για την εξωτερική επικαιρότητα), άρθρο του Γιώργου Βότση και άρθρο του Τάκη Λαμπρία, κ.ά., άρθρα δηλαδή, ενδιαφέροντα ή όχι, αδιάφορο, που με όποια σειρά κι αν τα βάλεις, αν προσθέσεις άλλα ή αν αφαιρέσεις, θα στέκουν αμήχανα και ανίκανα να προφέρουν άλλο από τον δικό του τίτλο και τη δική του υπογραφή το καθένα.

Έχουμε λοιπόν γενικά μια έντονη ανισομέρεια στην επιλογή, την ανάπτυξη και την ιεράρχηση των θεμάτων, που επιτείνεται από τη συγκεχυμένη (ας δεχτούμε, προς στιγμήν) πολιτική και ιδεολογική τοποθέτηση. Αυτή όμως η έλλειψη φυσιογνωμίας και η συνύπαρξη, ας πούμε, του μαύρου και του άσπρου (αδιάφορο σε ποια αναλογία) μόνο εύσημα προοδευτικά δεν μπορούν να διεκδικήσουν, γιατί το εξαγόμενο αυτής της ψευδώνυμης πολυφωνίας είναι η νοθεία κριτηρίων και η βίαιη ισοπέδωση των πάντων –αν θέλουμε να μην παριστάνουμε τους τουρίστες, που μπoρoύν να κορφολογούν ό,τι θέλουν και να πρoσπερνούν. (Από αυτήν άλλωστε την άποψη το Τέταρτο αποτελεί γνήσια συνέχεια του Τρίτου Πρoγράμματoς. Μόνο που το Τρίτο ήταν ραδιόφωνο: άκουγες απoσπασματικά και κατ’ επιλογήν, ξεδιάλεγες τα όσα καταπληκτικά και μετά γυρνούσες το κουμπί· τώρα, στο περιοδικό, τα έχεις όλα μπροστά σου –και σώνονται πια και τα καταπληκτικά).

Εκτός αν πολυφωνικό είναι το πολύβουο, ο σαματάς

Καρύκευμα σε όλα αυτά, εκτός από τη συνέντευξη Κύρκου, μια συνέντευξη του Ντίνου Χριστιανόπουλου, τεκμήριο μέγα τού «πολυφωνικού» χαρακτήρα τού Τετάρτου («καλέ, ο Χριστιανόπουλος βρίζει το Χατζιδάκι!») και δείγμα θλιβερό αξιόλογου ποιητή και οξυδερκούς μελετητή που σπάει την απομόνωσή του (κομπάζοντας όμως γι’ αυτήν ακόμη) και από εξασέλιδο μπαλκόνι περιοδικού ευρείας (ευρύτατης μάλιστα, στο 1ο τεύχος) κυκλοφορίας διαλέγει να βγει να εκποιήσει το στοχαστή για χάρη του πικάντικου κοσμικογράφου ή να μιλήσει για την «καταβύθιση στο λαϊκό» και τον αναλφαβητισμό - σωσίβιο του ελληνισμού κτλ.

Κι από κοντά, τα «Γεγονότα εθνικού περιεχομένου», ανθολόγηση και σχολιασμός παραδόξων και ασχημιών του Τύπου: τρεις σελίδες όπου μαζί με διάφορα εύστοχα σχόλια φύεται και ένα για το βουλευτή Καλογιάννη, τον άρπαγα της κάλπης, με τα αρχικά του Μ. Χατζιδάκι και με νόημα που υπηρετείται από την τακτική «μια στο καρφί και μια στο πέταλο».

Ακόμη, το αξιοθρήνητο «αστείο» της Καθημερινής που είχε αφήσει λευκό ένα μέρος της πρώτης σελίδας, με λεζάντα ότι εικονίζεται ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Χρ. Σαρτζετάκης κ.ά.· εδώ υπάρχει σχόλιο, με υπογραφή πάλι Μ.Χ., για το προ μηνών επεισόδιο στον Πειραιά, όπου εκατοντάδες φίλαθλοι θεατές παρότρυναν επίδοξο αυτόχειρα να πέσει στο κενό, και στο λευκό τμήμα της σελίδας η λεζάντα εξηγεί ότι «για αισθητικούς λόγους η φωτογραφία (...) απαλείφθηκε». Θέμα αισθητικής κι αυτό.

Τέλος, κάποιος τίτλος που αποφαίνεται: «Πoλύ... ανώμαλος ο αγώνας της Λισαβώνας!» σχολιάζεται ως εξής: «Κι αυτός ανώμαλoς; Πώς διέφυγε την παρατήρηση της κ. Σώκου;» –καθρέφτης δηλαδή του ήθoυς του «σχολιαζόμενου» τιτλοθέτη, εις άπταιστον ρατσιστικήν. (Όπως σε σχόλιο για τον Τσαρoύχη και τα όσα του καταμαρτυρoύνται για αρχαιοκαπηλία: «Στoυς κατηγόρoυς του Γ. Τσαρoύχη προστίθεται και ένας τραβεστί, ονόματι Μαρία Kάλλας!» –το θαυμαστικό, του Τετάρτου.)

Ρόλο καρυκεύματoς παίζoυν και κάποια σχόλια του Μ. Χατζιδάκι, διάσπαρτα ακριβώς σε διάφορα άλλα άρθρα, μέσα σε πλαίσιο. Aς προσέξουμε ένα από αυτά, μια και μόνο του, με τον τρόπο δηλαδή που τυπώνεται, καλεί να το προσέξουμε. Ο Μ.Χ. απαντά στην Πολιτιστική, «έντυπο (...) μάλλον (!) της άκρας εξωτερικού αριστεράς» (λογοπαίγνιο σε αμφίβολη γλώσσα και με αμφίβολο χιούμορ, που προύποθέτει και μιαν «άκρα εσωτερικού αριστερά», πάντως ότι τα Κ.Κ., έστω το ΚΚΕ, είναι, σύμφωνα με ορολογία Ακροπόλεως και πέρα, η άκρα αριστερά!). Συντάκτης λοιπόν της Πολιτιστικής είχε γράψει ότι ο Μ.Χ. ήταν «επιστήθιος φίλος της Δέσποινας Παπαδοπούλου και του Μακαρέζου». Και ο Μ.Χ. αντικρούει και καταλήγει: «όμως τον διαβεβαιώνω πως, αν ήταν να επιλέξω για φιλική σχέση ανάμεσα σ’ αυτόν και στους δύο προαναφερθέντες, να είναι σίγουρος πως δίχως δισταγμό θα διάλεγα την κ. Παπαδοπούλου και τον κ. Μακαρέζο». Η φιλελεύθερη δεξιά εξισώνει τον μαύρο και τον ερυθρό φασισμό, διεκδικώντας τη χρυσή τομή, τη μέση οδό. Ο «αναρχικός» Μ. Χατζιδάκις «διαβεβαιώνει» «χωρίς δισταγμό», πως το μαύρο είναι προτιμότερο –σε επίπεδο «έστω» προσώπων (της κυρίας και του κυρίου). Μα, "του Μάνου", θα πουν, χαριτωμένο. Μα με χαριτωμένα δεν βάφονται αυγά· σκανδαλάκια μόνο γίνονται ή, στη χειρότερη (ή καλύτερη) περίπτωση, σκάνδαλα, όπως κάθε φορά που ο Μ. Χατζιδάκις βουλεύεται και ομιλεί πολιτικά.

Και το σκάνδαλο, ως γνωστόν, δεν είναι πράξη πολιτική –και αν είναι, δεν είναι πάντως προοδευτική, ακόμη κι αν έχει τέτοιο στόχο και προθέσεις. Γιατί το σκάνδαλο (καληώρα η Αυριανή) απευθύνεται στο θυμικό και όχι στην πολιτική συνείδηση, αποπροσανατολίζει λοιπόν και αποκοιμίζει· είναι λοιπόν, εφόσον διεκδικεί τίτλους πολιτικούς, πράξη σαφώς αντιδραστική.

Και σκανδαλώδης, εμπρόθετα και αυτάρεσκα, είναι ως γνωστόν όλη η πολιτεία του Μ. Χατζιδάκι. Και μας αφορά βεβαίως άμεσα, μας καίει και μας πονά, κυρίως όσο δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε για την έννοια του ρηξικέλευθου και του ανατρεπτικού. Και όσο παραμένουμε χαύνοι μπροστά στην έννοια του χαρισματικού. Και προσφερόμαστε μόνοι μας να μας κάνει και ποτάμια και γεφύρια, και σχολεία και παιδιά.

Aς θηλάσουμε λοιπόν κι αυτό το παιδί μας, το πολλοστό μα πάντα τέταρτο, πoλιτικά ξεσκολισμένο Playboy και Men’s look.

buzz it!

Δεν υπάρχουν σχόλια: