13/5/07

66. Στην επικράτεια του «ως»

Τα Νέα, 15 Σεπτεμβρίου 2001

Έχω αναφερθεί αρκετές φορές στη σύγχυση μεταξύ σαν και ως, που έχει προσωρινό νικητή το ως, το οποίο υποκλέπτει τη θέση τού σαν, ακόμα και σε κραυγαλέες περιπτώσεις παρομοίωσης: «ξεφωνίζουν ως κοτόπουλα»! Μιλούσα για τις παροδικές, όπως θέλω να πιστεύω, μόδες με τους επιδεικτικά λόγιους τύπους, από το «ηρνείτο» και το «Σαπφούς» ώς το «αφορά σε», και έλεγα ότι αποτελούν μάλλον αποσπασματικές χειρονομίες χωρίς ουσιαστικό αντίκτυπο στη γλώσσα –με εξαίρεση ίσως την περίπτωση του σαν-ως, που διαπλέκεται αμεσότερα με θέματα σύνταξης, άρα αγγίζει ουσιαστικότερα το γλωσσικό σύστημα.

διαβάστε τη συνέχεια...

Ήρθε η ώρα να δοκιμάσω τις δυνάμεις μου και –αυτήν τη φορά περισσότερο από ποτέ άλλοτε– την αντοχή του αναγνώστη μ’ ένα εξαιρετικά περίπλοκο θέμα, που το παρακολουθώ συστηματικά αλλά πάντα αμήχανος τα τριάντα χρόνια της επαγγελματικής μου ζωής· κάθε τόσο το συζητώ εξαντλητικά με έμπειρους συναδέλφους και γερούς φιλολόγους, ανατρέχουμε κάθε φορά –πόσες φορές πια!– σε λεξικά, γραμματικές και συντακτικά, και πάντα κάτι «κλοτσάει».

Αφού εξομολογήθηκα την προσωπική μου αδυναμία, ας μου επιτραπεί να προτάξω, κάπως σχηματικά και απλουστευτικά, την προσωπική μου άποψη, για τον αναγνώστη που σύντομα ίσως τρομοκρατηθεί και εγκαταλείψει: Πιστεύω ότι, ανεξάρτητα από τη δεδομένη διάκριση ανάμεσα στο λόγιο ως και το δημοτικό σαν, διάκριση που κάνει να ηχεί ελαφρώς φαιδρή η άτοπη, συστηματική χρήση τού ως στη θέση τού σαν (παρόλο που και η αισθητική της γλώσσας αλλάζει!), ανεξάρτητα λοιπόν από αυτήν τη διάκριση, πιστεύω ότι το σαν και το ως μπορεί να είναι απολύτως εναλλάξιμα, ότι η χρήση δείχνει σχεδόν πάντοτε και με μεγάλη ασφάλεια τη διαφορά ανάμεσα σε παρομοίωση (σαν) και ιδιότητα (ως) και αιτιολογία (κατ’ άλλους σαν, κατ’ άλλους ως), και ότι η μόνη ουσιαστική διαφορά βρίσκεται στον επιθυμητό βαθμό λογιότητας –έτσι όπως τον υποβάλλει καταρχήν το εκάστοτε ρήμα (αντιμετωπίζω, εκλαμβάνω κτλ.), ο λόγος μας γενικότερα.

Προέχει λοιπόν να αποενοχοποιηθεί ο χρήστης, που απειλείται με το αιώνιο πυρ της κολάσεως αν τυχόν μεταχειριστεί το δημοτικό σαν, έπειτα από την τρομοκρατία των άγριων πολεμιστών του «σανισμού» ή της «σανίτιδας». Να αποενοχοποιηθεί πρώτα, κι ας κάνει έπειτα τις δικές του επιλογές, για τους δικούς του λόγους, γλωσσοϊδεολογικούς ή άλλους. Άλλωστε, ήδη το ως το χρησιμοποιεί πλέον παντού, αδιακρίτως, ακόμα και εκεί που οι εν λόγω πολεμιστές θα το θεωρούσαν λάθος μα ποτέ, το ξαναγράφω, ποτέ, δεν βγήκαν να το διορθώσουν αυτό, γιατί μόνο το αντίστροφο «λάθος» τούς μάρανε, μην τυχόν και τους φύγει το ως –δηλαδή η γλωσσική μορφή την οποία κυρίως ανακαλεί το ως.

Και πλέον, οι γραμματικές, που ως γνωστόν αποτυπώνουν και κωδικοποιούν την τρέχουσα χρήση, ας πουν τον καινούριο τώρα λόγο τους, πως δηλαδή ως ίσον σαν, και σαν ίσον ως, τουλάχιστον «μέχρι νεωτέρας». Προς αυτή την κατεύθυνση δείχνουν οπωσδήποτε τα πλήθος παραδείγματα που θα παραθέσω, παραδείγματα που προέρχονται συχνότατα, το ξανατονίζω, από «προσεκτικούς χρήστες», όπως λένε, από ειδικούς, φιλολόγους, καθηγητές, καθηγητές πανεπιστημίου, έμπειρους γραφείς κτλ., που ξέρουν οπωσδήποτε τη διάκριση.

Αναφέρθηκα σε άγριους πολεμιστές και οφείλω να εξηγήσω το δικό μου μένος. Για να φτάσω όμως εκεί, πρέπει πρώτα να ρίξουμε μια σύντομη ματιά στην ιστορία τού σαν. Το σαν, όπως συμφωνούν όλες οι πηγές, κατάγεται από το ωσάν, το ως αν. Και, φυσικά, το ως ήταν ό,τι είναι, ό,τι έπρεπε να είναι σήμερα το σαν. Η πορεία όμως της γλώσσας το θέλησε να είναι τώρα άλλο το ως και άλλο το σαν: έτσι το θέλησαν δηλαδή κάποια στιγμή οι χρήστες –έτσι όπως, προσοχή, σήμερα θέλουν ίσως κάτι άλλο–, έτσι το αποτύπωσαν και ώς ένα βαθμό το επιβάλλουν οι γραμματικές και τα συντακτικά:

1. η ιδιότητα να αποδίδεται με το ως: «ο Πέτρος ως δήμαρχος έκαμε πολλά καλά στον τόπο του (=τότε που ήταν δήμαρχος…)»·

2. η παρομοίωση, με το σαν: «πολέμησαν σαν λιοντάρια»·

3. και η αιτία, άγνωστο γιατί, και έτσι και αλλιώς: «Ο Πέτρος σα διευθυντής του εργοστασίου είναι πολύ απασχολημένος (=επειδή είναι διευθυντής)» αλλά και «Ο Παύλος πληρώνει τα μισά ως πολύτεκνος (=επειδή είναι πολύτεκνος)».

Όλα τα παραδείγματα, με την επεξήγηση μέσα στην παρένθεση, είναι του Τζαρτζάνου. Αφήνουμε για την ώρα το παράδοξο σχετικά με τη διπλή απόδοση της αιτίας, και στεκόμαστε στο μόνο απλό και αδιαμφισβήτητο, ότι το σαν εκφράζει παρομοίωση: πολέμησαν σαν λιοντάρια: δεν είναι βεβαίως λιοντάρια παρά άνθρωποι που πολέμησαν σαν να ήταν λιοντάρια· δηλαδή, ό,τι ακριβώς μας λέει το παλαιότερο, της καθαρεύουσας: αντέστη ως λέων, λ.χ. στο λεξικό του Δημητράκου.

Κι εκεί, στον Δημητράκο, βρίσκουμε συγκεντρωμένα και πολλά άλλα παραδείγματα: Όμηρο: ως δε λέων μήλοισιν ασημάντοισιν επελθών (Κ 485), και Ξενοφώντα: ουδέ αδύνατος ως Λακεδαιμόνιος (Κύρου Ανάβ. 4, 3, 31), και Ηρόδοτο: ως αν είναι Ροδώπιος (2, 135), και Πλάτωνα: συμπέψας αυτόν ως φύλακα (Πρωτ. 346 D), κι ένα σωρό άλλα ως, όλα με τη σημασία του κατοπινού σαν.

Δεν είναι δυνατόν να αναπαραστήσει τώρα κανείς την πορεία από το ως στο σαν, μια πορεία που, όπως σε όλες τις λέξεις, στη γλώσσα γενικότερα, σίγουρα δεν θα ήταν ευθύγραμμη: θα υπήρξαν εμμονές, προσκολλήσεις και αντιστάσεις, απολύτως εύλογες και νόμιμες, που διαμορφώνουν, και πάλι όχι ευθύγραμμα, διακρίσεις και διαφορές, μεγάλες ή μικρές. Αυτές ακριβώς τις διαφοροποιήσεις τις κατέγραψε κάποια στιγμή το συντακτικό, μαζί με τις αναπόφευκτες αντιφάσεις κατά την εφαρμογή τους –αλλά και με την εξίσου αναπόφευκτη, δική του αυθαιρεσία. Έτσι βρεθήκαμε με τη διαφορά ανάμεσα στην ιδιότητα, την παρομοίωση και την αιτιολογία. Και ο καθένας πια, πάντοτε στο γενικότερο γλωσσικό πλαίσιο της εποχής, πορεύεται ανάλογα με το δικό του αισθητήριο, τη γλωσσική σκευή και την ιδεολογία του.

Αν πάντως υποθέσουμε ότι η πορεία προς την επικράτηση τού σαν είναι «λογικά» σταθερή, με βάση την ιστορική εμπειρία μας από τη γενικότερη πορεία της γλώσσας, θα καταλάβουμε γιατί χαλάρωνε βαθμηδόν η αντίσταση σε μια διαφοροποίηση μάλλον εξεζητημένη, εργαστηριακή, και οπωσδήποτε ελάχιστα ευκρινή (τουλάχιστον στο σκέλος της αιτίας, που είδαμε πιο πάνω).

Και τότε, αναφέρομαι στα χρόνια της μεταπολίτευσης, άρχισε ο αγώνας απέναντι στην τάση για εξομάλυνση αυτών των διαφορών: η φυσική εξέλιξη θεωρήθηκε άλλη μια φορά έκπτωση της γλώσσας, και άρχισαν τα συντονισμένα πυρά. Ολόκληρα κείμενα και άρθρα γράφτηκαν για τη «σανίτιδα», ή πάντως δεν υπήρξε άρθρο χωρίς σχετική, ειδική παράγραφο. Και η εκστρατεία απέδωσε. Αν δεν γελιέμαι, είναι η μοναδική, κατά τις τελευταίες δεκαετίες, περίπτωση ρυθμιστικής παρέμβασης που μοιάζει να πέτυχε, για την ώρα, το στόχο της. Το σαν εξοβελίστηκε στη μικρούτσικη γωνίτσα της παρομοίωσης: τρέχω σαν τρελός, για να εκτοπιστεί και από εκεί κατά τη χρήση, κι όλα τ’ άλλα έγιναν ιδιότητα, η οποία απαιτεί το ως, ακόμα κι όταν δεν είναι, λέει, πραγματική αλλά πλασματική: τον αντιμετώπισαν ως εχθρό, είτε επειδή ήταν όντως εχθρός είτε επειδή νόμισαν πως είναι εχθρός!

Μοιάζει εύκολη αυτή η μοιρασιά στα δύο, σε παρομοίωση και σε ιδιότητα, κι ακόμα πιο εύκολη με το συμψηφισμό πραγματικής και πλασματικής ιδιότητας· αλλά στην ουσία αντανακλά την εγγενή στο θέμα αυτό δυσκολία να ταξινομηθούν τα αταξινόμητα. Ούτως ή άλλως, από το διπολικό αυτό σχήμα αποκλείστηκε η αιτιολογία, ή, τις σπάνιες φορές που αντιμετωπίστηκε, χαρίστηκε κι αυτή στο ως: ως μεγαλύτερος θα σου ’λεγα…, επειδή εύκολα συγχέεται η αιτία με την ιδιότητα, καθώς σκεφτόμαστε: «αφού είμαι όντως μεγαλύτερος». Ξεχνούμε δηλαδή τη μάνα μας που μας έλεγε:

εγώ σαν μάνα σε συμβουλεύω…, κι όχι «ως μάνα»· τον γιατρό, που επίσης έλεγε:
σαν γιατρός επιμένω… και τόσα άλλα.

Κι όμως, δεν παρανόησε κανείς μας, ότι δεν ήταν τάχα αυτή η μάνα μας παρά κάποια άλλη που την παρίστανε, το ίδιο και με τον γιατρό, ότι δεν ήταν ο γιατρός μας παρά ο περιπτεράς που παρίστανε τον γιατρό, για να μας πουλήσει, ας πούμε, ασπιρίνες. Κι όταν λόγου χάρη ο Ελύτης πήρε το Νόμπελ και άρχισε τη δήλωσή του στην τηλεόραση με τα λόγια:

Προσωπικά σαν λυρικός ποιητής

δεν είπε κανείς: «α, γιά δες τον, που μας κάνει και τον λυρικό ποιητή»!

Είχε αρχίσει όμως η Ιερά Εξέταση τις δίκες της. Είχε ανοίξει το τεφτέρι με τους παλιούς λογαριασμούς με τους μαλλιαριστές και με τη «δογματοκομματοπαγή», λέει, γλώσσα της αριστεράς. Το ως έγινε σήμα γλωσσικού καθωσπρεπισμού και κοινωνικού στάτους, κόντρα στο λαϊκισμό λ.χ. του ΠΑΣΟΚ, ενώ το σαν ενοχοποιήθηκε βαριά, το τρέμουν πια και το αποφεύγουν οι πάντες όπως ο διάολος το λιβάνι («ως ο διάολος το λιβάνι»: το διάβασα, τ’ ορκίζομαι!), και έτσι ακούμε ακόμα και στον προφορικό λόγο: «τρέχω ως τρελός», διαβάζουμε για το «θέατρο ως νταβατζή», ότι η τάδε «φαντάζει ως αναντάμ παπαντάμ Ελληνίδα», και διορθώνουμε και τον Καβάφη, άμα λάχει: «οι κυρίαρχοι ελληνικοί κύκλοι, ως έτοιμοι από καιρό».

Θα κλείσω για σήμερα με ένα ακραίο δείγμα της σύγχυσης που έσπειραν οι πρόμαχοι, δείγμα όμως και του σημαντικού κενού του γλωσσικού συστήματος στο σημείο αυτό, του κενού που επιτρέπει, αν όχι δημιουργεί, τέτοια λάθη. Εδώ ο μοναδικός αθώος της υπόθεσης, ο χρήστης, είχε πάνω από το κεφάλι του τη σπάθα τού «μη, ποτέ ξανά σαν!» και μαζί την αυστηρή επιταγή «το ως πάντα στη γενική!» (αναφορικά με το αναφομοίωτο, το ξένο εντέλει στο αισθητήριό μας συντακτικό σχήμα «με την ιδιότητά του ως υπουργού»). Και ιδού το αποτέλεσμα της πολλαπλής τρομοκρατίας: «το τελευταίο απευθυνόταν στον Νίκο, ως πιο κοντινού στο παράθυρο»!

Αλλά έχουμε συνέχεια.

buzz it!

2 σχόλια:

tolisM είπε...

μην ξεχναμε μες στη συγχυση και τον χαμο, το SanOS (σαν-ος, ή για πιο πολυ μυστηριο σαν-ο-ες).

Σανος, σαν-ως, σαν-ος, ωσ'αν να τα εχω χασει καπου...

:))

Ο σκύλος της Βάλια Κάλντα είπε...

Όπως φώναξαν κάποτε οι γάιδαροι της φάτνης στη Βηθλεέμ: «Ω! Σανά εν τοις Υψίστοις»;