Εθνική παλιγγενεσία και εθνική μυθολογία
Τα Νέα, 20.3.2004
25η Μαρτίου ante portas, έτοιμοι για παρελάσεις και γιορτές, για πανηγυρικούς και αναμάσημα των πλέον δημοφιλών μύθων.
Μία μόλις εβδομάδα από τις εκλογές, οπότε και γράφεται η επιφυλλίδα αυτή, πρέπει ν’ αφήσουμε στην μπάντα σκέψεις και αισθήματα από τα αποτελέσματα των εκλογών, για να προλάβουμε μια φορά και την επικαιρότητα. Βέβαια, τι ξεχωριστό μπορεί να έχει μια επικαιρότητα που αποτελείται από την τελετουργική ανακύκλωση του ίδιου υλικού που παραγεμίζει μιαν εθνική επέτειο; Θα παρακολουθήσουμε κι εφέτος το γνωστό γιορταστικό πακέτο, όπου το εθνικό διολισθαίνει συχνά προς το εθνικιστικό, και το πατριωτικό φρόνημα εκφράζεται σχεδόν αποκλειστικά με το μιλιταριστικό πνεύμα. Έτσι θα δούμε και τα παιδιά μας να παρελαύνουν σαν στρατιωτάκια, μαζί με τα τανκς και τις λοιπές δυνάμεις ξηράς, θαλάσσης και αέρος. Αφού προηγουμένως με αέρα κυρίως τα ταΐσαμε τα παιδιά, στη νενομισμένη σχολική γιορτή, με όλους δηλαδή τους μύθους που καλλιεργούνται επίμονα και συστηματικά, από τους έχοντες εντέλει ίδιον συμφέρον, κατά κανόνα μη εθνικό –αν όντως το εννοούμε αυτό που μόνο να παπαγαλίζουμε ξέρουμε, πως εθνικό είναι το αληθινό.
διαβάστε τη συνέχεια...
Ίδιος λοιπόν και απαράλλαχτος ο τρόπος αντιμετώπισης των επετείων, με καρύκευμα απλώς, τα τελευταία χρόνια, το ποιος θα σηκώσει τη σημαία στη σχολική παρέλαση, Έλληνας από DNA ή μήπως Αλβανός. Αυτό όμως, μόνο ΠΡΟΠΟ θα μπορούσε να το παίξει η επιφυλλίδα αυτή, αφού γράφεται δυο βδομάδες πριν από τη Μεγάλη Παρέλαση, κι ακόμα δεν ξεκίνησε ο σχετικός εθνικός αγώνας. Που τη φορά αυτή θα έχει ίσως άλλη αίγλη, με την επικράτηση της παράταξης όπου κύλησε ο Παπαθεμελής και βρήκε τον Ψωμιάδη. Και με πιο γενναιόδωρες και ευφρόσυνες τις ευλογίες του προκαθημένου της Εκκλησίας –και του έθνους ολόκληρου, όπως νομίζει, και πάντως διεκδικεί. Ο οποίος, την ώρα ακριβώς που γράφεται η επιφυλλίδα αυτή, «παίζει» σε όλα τα κανάλια κύρια είδηση, ο Ανερυθρίαστος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος, με το όχι και τόσο κρυφό λογοπαίγνιο πως «η παντοδύναμη Δεξιά του Κυρίου δείχνει τι θέλει ο Θεός και τι θέλει ο λαός»!
Σύμπτωση μια φορά! Να ξεμυτίσει κατά κάποιον τρόπο από μόνος του ο Εν Λόγω, σε μια επιφυλλίδα όπου θα είχε έτσι κι αλλιώς την τιμητική του. Γιατί ξεκίνησα να μιλάω για μύθους. Όπου τον πρώτο ρόλο τον παίζει η Εκκλησία. Έλεγα για τον αέρα με τον οποίο ταΐζονται τα παιδιά μας, τον αέρα με τον οποίο ανατραφήκαμε κι εμείς οι ίδιοι, άλλοτε για λόγους προφανείς, άλλοτε πιο κρυμμένους.
Και τέτοιος είναι, για να ξεκινήσουμε ανάποδα, από τους πιο κρυμμένους μύθους, η 25η Μαρτίου, ημέρα κήρυξης ή έναρξης ή ποιος ξέρει τι, του Αγώνα για την Ανεξαρτησία, ημέρα πάντως, εδώ όλοι είναι σίγουροι, κατά την οποία ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ύψωσε το λάβαρο στην Αγία Λαύρα κτλ. Αλλά η Ιστορία επιμένει ότι στις 25, ή και στις 21 Μαρτίου, όταν αρχίζουν οι πολεμικές επιχειρήσεις και πέφτει η Καλαμάτα, ούτε ο Παλαιών Πατρών ούτε κανένας άλλος βρίσκεται στη Λαύρα, καμιά δοξολογία δεν γίνεται, κανένα λάβαρο δεν υψώνεται εκεί, και όλα τα άλλα γλαφυρά που μας κληροδότησε απλώς ο Πουκεβίλ στην Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως το 1824. Τα του λαβάρου μάλιστα δεν τα αναφέρει ούτε ο ίδιος ο Παλαιών Πατρών στα απομνημονεύματά του. Ξέρει όμως κι εδώ καλύτερα, αλίμονο, αυτός που κατέχει τη βούληση του ίδιου του Θεού, και έτσι το κουβάλησε λίγα χρόνια πριν από τη Λαύρα, για να το υψώσει τώρα αυτός, Ανερυθρίαστος, όπως είπαμε –η Ιστορία που επαναλαμβάνεται σαν φάρσα–, στο συλλαλητήριο για τις ταυτότητες.
Όσο για την κήρυξη της ελληνικής επανάστασης, 24 Φεβρουαρίου ήταν που κυκλοφόρησε ο Υψηλάντης την περίφημη προκήρυξή του «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος». Ο Υψηλάντης που τον αφόρισε ο Πατριάρχης, αυτόν και τους Φιλικούς και τους αγωνιστές και το «έργον απονοίας» τους (απόνοια: αποκοτιά, παράφρων ενέργεια, εξαχρείωση κτλ.), για λόγους ισορροπίας απέναντι στον σουλτάνο. Για λόγους πάλι ισορροπίας θα ’ταν που η επίσημη Εκκλησία, πιο συγκεκριμένα ο ανώτερος κλήρος, και στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, και φυσικά του Αγώνα, στάθηκε από αμέτοχος έως εχθρικός σε κάθε κίνηση για την κατάκτηση της Ανεξαρτησίας, μαζί βεβαίως με την πλειονότητα των προυχόντων. Από τις λίγες, φωτεινές εξαιρέσεις, ο Σαλώνων Ησαΐας, που μοίρασε τα υπάρχοντά του, ευλόγησε τον Αγώνα, πολέμησε και θυσιάστηκε γι’ αυτόν.
Όμως η έναρξη του Αγώνα ταυτίστηκε με τη γιορτή του Ευαγγελισμού, με διάταγμα του Όθωνα, το 1838, και η Εκκλησία βρέθηκε να διεκδικεί άλλη μια φορά τη σωτηρία του έθνους. Βασικός μύθος που κλήθηκε ή στήθηκε για να τεκμηριώσει τον εθνοσωτήριο ρόλο του κλήρου κατά την Τουρκοκρατία είναι το κρυφό σχολειό. Η επιστήμη μίλησε κι εδώ, όμως ποτέ η επιστήμη δεν μπορεί να συναγωνιστεί την ψυχική ανάγκη που γεννά, καλλιεργεί και διαδίδει τους πάσης φύσεως μύθους.
Από την επιστήμη λοιπόν, στα δύο μεγαλύτερα συλλογικά έργα της νεότερης ιστοριογραφίας, την Ιστορία του Ελληνικού Έθνους της Εκδοτικής Αθηνών και τώρα την Ιστορία του Νέου Ελληνισμού που κυκλοφορεί μαζί με την εφημερίδα αυτή, αμφισβητείται η αυθεντικότητα του κρυφού σχολειού. Ειδικότερα από επιμέρους επιστήμονες και μελετητές, παλαιότερους και νεότερους, από τον Δημ. Γρ. Καμπούρογλου, τον Γιάννη Βλαχογιάννη και τον Γιάνη Κορδάτο, από τον Κ. Θ. Δημαρά, τον Λίνο Πολίτη, τον Άλκη Αγγέλου (με ειδική μονογραφία) και τον Φίλιππο Ηλιού, από τον Αλέξη Πολίτη, τον Παναγιώτη Στάθη κ.ά., τονίζεται η παντελής έλλειψη μαρτυριών σε όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας.
«Ανάμεσα σ’ όσες διατριβές έτυχε να διαβάσω γραμμένες από παιδαγωγικούς άντρες ή γυναίκες δεν είδα καμιάν ιστορική μαρτυρία που να βεβαιώνει την ύπαρξη κρυφού σχολειού, όμως ούτ’ εγώ μέσα στον αμέτρητο σωρό ανέκδοτου υλικού για της σκλαβιάς τα σκολειά, που έχω συναγμένο, δεν απάντησα τίποτα που να κάνει λόγο για το σκολειό…» γράφει ο Βλαχογιάννης. Και: «ποτέ ο Τούρκος ο αγράμματος δεν μπόδισε το Χριστιανό γράμματα να μαθαίνει…»
Γιατί όχι μόνο δεν υπάρχουν μαρτυρίες για την ύπαρξη κρυφών σχολειών, αλλά ίσα ίσα όλα δείχνουν πως ήταν ελεύθερη η εκπαίδευση. Και δεν μιλούν μονάχα «νεοτεριστές», αλλά και γνωστοί πρόμαχοι της ορθοδοξίας, όπως ο μέγας χαρτοφύλακας και χρονογράφος του Οικουμενικού Πατριαρχείου Μανουήλ Γεδεών:
«Μέχρι σήμερον ουδαμού ανέγνω εν ομαλή καταστάσει πραγμάτων [...] βεζίρην ή αγιάνην, ή σουλτάνον εμποδίσαντα σχολείου σύστασιν, ή οικοδομήν» γράφει το 1939 ο Μανουήλ Γεδεών (Ιστορία των του Χριστού πενήτων). Και με μια δόση ίσως υπερβολής, για να δείξει την έκταση της κατώτερης εκπαίδευσης: «Εάν παραδεχθώμεν δεκαπεντακισχιλίους τουλάχιστον ναούς εν τη ενορία του πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, ως είχε προ του 1821, τόσα στοιχειώδη σχολεία θ’ αποδεχθώμεν υπάρχοντα αμέσως μετά την άλωσιν, είτε εις τους των ναών νάρθηκας, είτε είς τι κελλίον μικρού ή μεγάλου μοναστηρίου, είτε εις τον οικισμόν, όπου διέμενεν ο παπάς χωρίου».
Αυτά τώρα τα λεγόμενα «γραμματοδιδασκαλεία», που ξεκινούν από το Βυζάντιο, ευνοούν τη σκόπιμη εν πολλοίς σύγχυση με τα κρυφά σχολειά, σύγχυση πάντως που μόνο στα μέσα πια του 19ου αιώνα αρχίζει να καλλιεργείται.
Έχει όμως ενδιαφέρον ειδικά αυτός ο μύθος, όπως σταδιοδρόμησε και ανθεί ώς τις μέρες μας, και αξίζει να συνεχίσουμε την επιφυλλίδα αυτή, που είναι αυτονόητα αφιερωμένη στον Φίλιππο Ηλιού: αυτός άλλωστε με βοήθησε, όταν ξανάγραφα για το ίδιο θέμα, παρεμπιπτόντως, στα Μικρά Γλωσσικά, ενώ τώρα μας βοηθάει όλους η σκέψη του μόνο.
25η Μαρτίου ante portas, έτοιμοι για παρελάσεις και γιορτές, για πανηγυρικούς και αναμάσημα των πλέον δημοφιλών μύθων.
Μία μόλις εβδομάδα από τις εκλογές, οπότε και γράφεται η επιφυλλίδα αυτή, πρέπει ν’ αφήσουμε στην μπάντα σκέψεις και αισθήματα από τα αποτελέσματα των εκλογών, για να προλάβουμε μια φορά και την επικαιρότητα. Βέβαια, τι ξεχωριστό μπορεί να έχει μια επικαιρότητα που αποτελείται από την τελετουργική ανακύκλωση του ίδιου υλικού που παραγεμίζει μιαν εθνική επέτειο; Θα παρακολουθήσουμε κι εφέτος το γνωστό γιορταστικό πακέτο, όπου το εθνικό διολισθαίνει συχνά προς το εθνικιστικό, και το πατριωτικό φρόνημα εκφράζεται σχεδόν αποκλειστικά με το μιλιταριστικό πνεύμα. Έτσι θα δούμε και τα παιδιά μας να παρελαύνουν σαν στρατιωτάκια, μαζί με τα τανκς και τις λοιπές δυνάμεις ξηράς, θαλάσσης και αέρος. Αφού προηγουμένως με αέρα κυρίως τα ταΐσαμε τα παιδιά, στη νενομισμένη σχολική γιορτή, με όλους δηλαδή τους μύθους που καλλιεργούνται επίμονα και συστηματικά, από τους έχοντες εντέλει ίδιον συμφέρον, κατά κανόνα μη εθνικό –αν όντως το εννοούμε αυτό που μόνο να παπαγαλίζουμε ξέρουμε, πως εθνικό είναι το αληθινό.
διαβάστε τη συνέχεια...
Ίδιος λοιπόν και απαράλλαχτος ο τρόπος αντιμετώπισης των επετείων, με καρύκευμα απλώς, τα τελευταία χρόνια, το ποιος θα σηκώσει τη σημαία στη σχολική παρέλαση, Έλληνας από DNA ή μήπως Αλβανός. Αυτό όμως, μόνο ΠΡΟΠΟ θα μπορούσε να το παίξει η επιφυλλίδα αυτή, αφού γράφεται δυο βδομάδες πριν από τη Μεγάλη Παρέλαση, κι ακόμα δεν ξεκίνησε ο σχετικός εθνικός αγώνας. Που τη φορά αυτή θα έχει ίσως άλλη αίγλη, με την επικράτηση της παράταξης όπου κύλησε ο Παπαθεμελής και βρήκε τον Ψωμιάδη. Και με πιο γενναιόδωρες και ευφρόσυνες τις ευλογίες του προκαθημένου της Εκκλησίας –και του έθνους ολόκληρου, όπως νομίζει, και πάντως διεκδικεί. Ο οποίος, την ώρα ακριβώς που γράφεται η επιφυλλίδα αυτή, «παίζει» σε όλα τα κανάλια κύρια είδηση, ο Ανερυθρίαστος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος, με το όχι και τόσο κρυφό λογοπαίγνιο πως «η παντοδύναμη Δεξιά του Κυρίου δείχνει τι θέλει ο Θεός και τι θέλει ο λαός»!
Σύμπτωση μια φορά! Να ξεμυτίσει κατά κάποιον τρόπο από μόνος του ο Εν Λόγω, σε μια επιφυλλίδα όπου θα είχε έτσι κι αλλιώς την τιμητική του. Γιατί ξεκίνησα να μιλάω για μύθους. Όπου τον πρώτο ρόλο τον παίζει η Εκκλησία. Έλεγα για τον αέρα με τον οποίο ταΐζονται τα παιδιά μας, τον αέρα με τον οποίο ανατραφήκαμε κι εμείς οι ίδιοι, άλλοτε για λόγους προφανείς, άλλοτε πιο κρυμμένους.
Και τέτοιος είναι, για να ξεκινήσουμε ανάποδα, από τους πιο κρυμμένους μύθους, η 25η Μαρτίου, ημέρα κήρυξης ή έναρξης ή ποιος ξέρει τι, του Αγώνα για την Ανεξαρτησία, ημέρα πάντως, εδώ όλοι είναι σίγουροι, κατά την οποία ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ύψωσε το λάβαρο στην Αγία Λαύρα κτλ. Αλλά η Ιστορία επιμένει ότι στις 25, ή και στις 21 Μαρτίου, όταν αρχίζουν οι πολεμικές επιχειρήσεις και πέφτει η Καλαμάτα, ούτε ο Παλαιών Πατρών ούτε κανένας άλλος βρίσκεται στη Λαύρα, καμιά δοξολογία δεν γίνεται, κανένα λάβαρο δεν υψώνεται εκεί, και όλα τα άλλα γλαφυρά που μας κληροδότησε απλώς ο Πουκεβίλ στην Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως το 1824. Τα του λαβάρου μάλιστα δεν τα αναφέρει ούτε ο ίδιος ο Παλαιών Πατρών στα απομνημονεύματά του. Ξέρει όμως κι εδώ καλύτερα, αλίμονο, αυτός που κατέχει τη βούληση του ίδιου του Θεού, και έτσι το κουβάλησε λίγα χρόνια πριν από τη Λαύρα, για να το υψώσει τώρα αυτός, Ανερυθρίαστος, όπως είπαμε –η Ιστορία που επαναλαμβάνεται σαν φάρσα–, στο συλλαλητήριο για τις ταυτότητες.
Όσο για την κήρυξη της ελληνικής επανάστασης, 24 Φεβρουαρίου ήταν που κυκλοφόρησε ο Υψηλάντης την περίφημη προκήρυξή του «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος». Ο Υψηλάντης που τον αφόρισε ο Πατριάρχης, αυτόν και τους Φιλικούς και τους αγωνιστές και το «έργον απονοίας» τους (απόνοια: αποκοτιά, παράφρων ενέργεια, εξαχρείωση κτλ.), για λόγους ισορροπίας απέναντι στον σουλτάνο. Για λόγους πάλι ισορροπίας θα ’ταν που η επίσημη Εκκλησία, πιο συγκεκριμένα ο ανώτερος κλήρος, και στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, και φυσικά του Αγώνα, στάθηκε από αμέτοχος έως εχθρικός σε κάθε κίνηση για την κατάκτηση της Ανεξαρτησίας, μαζί βεβαίως με την πλειονότητα των προυχόντων. Από τις λίγες, φωτεινές εξαιρέσεις, ο Σαλώνων Ησαΐας, που μοίρασε τα υπάρχοντά του, ευλόγησε τον Αγώνα, πολέμησε και θυσιάστηκε γι’ αυτόν.
Όμως η έναρξη του Αγώνα ταυτίστηκε με τη γιορτή του Ευαγγελισμού, με διάταγμα του Όθωνα, το 1838, και η Εκκλησία βρέθηκε να διεκδικεί άλλη μια φορά τη σωτηρία του έθνους. Βασικός μύθος που κλήθηκε ή στήθηκε για να τεκμηριώσει τον εθνοσωτήριο ρόλο του κλήρου κατά την Τουρκοκρατία είναι το κρυφό σχολειό. Η επιστήμη μίλησε κι εδώ, όμως ποτέ η επιστήμη δεν μπορεί να συναγωνιστεί την ψυχική ανάγκη που γεννά, καλλιεργεί και διαδίδει τους πάσης φύσεως μύθους.
Από την επιστήμη λοιπόν, στα δύο μεγαλύτερα συλλογικά έργα της νεότερης ιστοριογραφίας, την Ιστορία του Ελληνικού Έθνους της Εκδοτικής Αθηνών και τώρα την Ιστορία του Νέου Ελληνισμού που κυκλοφορεί μαζί με την εφημερίδα αυτή, αμφισβητείται η αυθεντικότητα του κρυφού σχολειού. Ειδικότερα από επιμέρους επιστήμονες και μελετητές, παλαιότερους και νεότερους, από τον Δημ. Γρ. Καμπούρογλου, τον Γιάννη Βλαχογιάννη και τον Γιάνη Κορδάτο, από τον Κ. Θ. Δημαρά, τον Λίνο Πολίτη, τον Άλκη Αγγέλου (με ειδική μονογραφία) και τον Φίλιππο Ηλιού, από τον Αλέξη Πολίτη, τον Παναγιώτη Στάθη κ.ά., τονίζεται η παντελής έλλειψη μαρτυριών σε όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας.
«Ανάμεσα σ’ όσες διατριβές έτυχε να διαβάσω γραμμένες από παιδαγωγικούς άντρες ή γυναίκες δεν είδα καμιάν ιστορική μαρτυρία που να βεβαιώνει την ύπαρξη κρυφού σχολειού, όμως ούτ’ εγώ μέσα στον αμέτρητο σωρό ανέκδοτου υλικού για της σκλαβιάς τα σκολειά, που έχω συναγμένο, δεν απάντησα τίποτα που να κάνει λόγο για το σκολειό…» γράφει ο Βλαχογιάννης. Και: «ποτέ ο Τούρκος ο αγράμματος δεν μπόδισε το Χριστιανό γράμματα να μαθαίνει…»
Γιατί όχι μόνο δεν υπάρχουν μαρτυρίες για την ύπαρξη κρυφών σχολειών, αλλά ίσα ίσα όλα δείχνουν πως ήταν ελεύθερη η εκπαίδευση. Και δεν μιλούν μονάχα «νεοτεριστές», αλλά και γνωστοί πρόμαχοι της ορθοδοξίας, όπως ο μέγας χαρτοφύλακας και χρονογράφος του Οικουμενικού Πατριαρχείου Μανουήλ Γεδεών:
«Μέχρι σήμερον ουδαμού ανέγνω εν ομαλή καταστάσει πραγμάτων [...] βεζίρην ή αγιάνην, ή σουλτάνον εμποδίσαντα σχολείου σύστασιν, ή οικοδομήν» γράφει το 1939 ο Μανουήλ Γεδεών (Ιστορία των του Χριστού πενήτων). Και με μια δόση ίσως υπερβολής, για να δείξει την έκταση της κατώτερης εκπαίδευσης: «Εάν παραδεχθώμεν δεκαπεντακισχιλίους τουλάχιστον ναούς εν τη ενορία του πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, ως είχε προ του 1821, τόσα στοιχειώδη σχολεία θ’ αποδεχθώμεν υπάρχοντα αμέσως μετά την άλωσιν, είτε εις τους των ναών νάρθηκας, είτε είς τι κελλίον μικρού ή μεγάλου μοναστηρίου, είτε εις τον οικισμόν, όπου διέμενεν ο παπάς χωρίου».
Αυτά τώρα τα λεγόμενα «γραμματοδιδασκαλεία», που ξεκινούν από το Βυζάντιο, ευνοούν τη σκόπιμη εν πολλοίς σύγχυση με τα κρυφά σχολειά, σύγχυση πάντως που μόνο στα μέσα πια του 19ου αιώνα αρχίζει να καλλιεργείται.
Έχει όμως ενδιαφέρον ειδικά αυτός ο μύθος, όπως σταδιοδρόμησε και ανθεί ώς τις μέρες μας, και αξίζει να συνεχίσουμε την επιφυλλίδα αυτή, που είναι αυτονόητα αφιερωμένη στον Φίλιππο Ηλιού: αυτός άλλωστε με βοήθησε, όταν ξανάγραφα για το ίδιο θέμα, παρεμπιπτόντως, στα Μικρά Γλωσσικά, ενώ τώρα μας βοηθάει όλους η σκέψη του μόνο.
1 σχόλιο:
πεσ΄τα Χρυσοστομεεε!!..
Δημοσίευση σχολίου