Ιδεολογικός αμοραλισμός και αντίδραση
Τα Νέα, 23 Ιουνίου 2007
Δεν κινδυνεύει σίγουρα η δημοκρατία από τον Καρατζαφέρη, κινδυνεύει όμως η υγεία του κοινωνικού σώματος από την ανοχή απέναντι στον Καρατζαφέρη, που εκφράζεται μ’ έναν ιδεολογικό αμοραλισμό
«Προσβολή Εθνικού Συμβόλου» τιτλοφορεί τη φωτογραφία αυτή στο μπλογκ του Gravity and the Wind ο cyrusgeo, που σχολιάζει παρακάτω: «η διαφορά μας μ’ αυτούς είναι ότι εμείς ασκούμε κριτική ή σατιρίζουμε –αυτοί φωνάζουν τον εισαγγελέα…» Μωρέ μήπως να το σκεφτόμασταν κι εμείς σοβαρά;
το πλήρες κείμενο
«Η Στεφανή δεν στερείται ελευθερίας έκφρασης. Στερείται ταλέντου» διάβασα από πένα μάλλον λαϊφστάιλ, αλλά σε «μεγάλη δημοκρατική εφημερίδα», όπως λέμε, τις προάλλες. Η Ρεπούση, παραθέτω από μνήμης αλλά και πάλι από «μεγάλες δημοκρατικές εφημερίδες» ή από «μεγάλους αριστερούς ιστορικούς», «καταργεί την αφηγηματικότητα», «το βιβλίο έχει στρυφνές διατυπώσεις», άσε πια το «ξινό ύφος της ίδιας στις συνεντεύξεις».
Ο φονταμενταλισμός δρα συντονισμένα, ο θρησκευτικός καταρχήν, αν τάχα υπάρχουν σαφώς διακριτά όρια, παρέα με τον εθνικιστικό, σ’ όλες του τις αποχρώσεις, από τις παραδοσιακά καταγάλανες και μαύρες έως τις κατακόκκινες, με βούλα το σφυροδρέπανο, παρακαλώ. Ο φονταμενταλισμός λοιπόν συντάσσεται, ο φασισμός, να το πούμε ανοιχτά, με τα διαφορετικά προσωπεία του χτυπά την πόρτα μας αντί για τον γαλατά, και οι μεγάλες δημοκρατικές εφημερίδες, οι δημοκρατικές φωνές, ο προοδευτικός λόγος σταθμεύει στο ξινό ύφος της Ρεπούση και στο ταλέντο ή το μη ταλέντο της Στεφανή, θαρρείς κι αυτό είναι το επίμαχο θέμα.
Από μια άποψη, προοδεύσαμε: λίγες δεκαετίες πριν, «τι περιμένεις από γυναίκες» θα έλεγαν, όχι τόσο για τη Στεφανή (στην τέχνη, βλέπεις, όλα τα παράδοξα χωρούν, ακόμα και γυναίκα καλλιτέχνης δηλαδή) όσο για τη Ρεπούση: γυναίκα-επιστήμονας, σου λέει, ιστορικός! Ή μήπως ειπώθηκαν και τέτοια και δεν τα πήρα απλώς χαμπάρι, νά όπως έλεγαν πως «του κουνιόταν» του πρόσφατα δολοφονημένου διοικητή του ΙΚΑ η γραμματέας και ερωμένη του. Αυτά όμως τα έλεγαν Τραγκοκακαουνάκηδες, ενώ εδώ μιλάμε για δικούς μας, είπαμε, προοδευτικούς, αριστερούς, απ’ τη δική μας μπάντα, όχι του ΚΚΕ, αφού αυτοί για τη Ρεπούση λόγου χάρη βάδισαν χέρι χέρι με τον Καρατζαφέρη· οι δικοί μας λοιπόν πεφωτισμένοι αριστεροί ή εν γένει προοδευτικοί βρήκαν να απαντήσουν στην επιδρομή του πιο ακραίου και αγοραίου εθνικισμού με το δικό τους ξινισμένο εντέλει ύφος, όταν μιλούσαν για τις «ατέλειες» του βιβλίου και το ύφος της Ρεπούση ή το ταλέντο της Στεφανή.
Ένα σκανδαλισμένο άπαπα ή τσου-τσου-τσου, Μαρίες Αντουανέτες απέναντι σε Χριστόδουλους, Καρατζαφέρηδες και Ψωμιάδηδες, την ώρα που αυτοί ορμούσαν με τα όργανα ή τα οργανέτα τους, καλοκουρντισμένα σε όλα τα μέσα και επίπεδα, από τις εφημερίδες και τα τηλεοπτικά πάνελ-τηλεδικεία ώς τις σατιρικές εκπομπές, ο θίασος όλος, σε απαρτία, οι παραπάνω, ο Παπαθεμελής βεβαίως, ο άλλος λέων του Βορρά, ο Άνθιμος, κι ο Άδωνης, και ο Ζουράρις, και ο παπα-Τσάκαλος, και οι κάποτε αστέρες των αριστερίστικων γκρουπούσκουλων και άλλοι αριστερογενείς, και η Πρωθιέρεια της Δεξιάς μα τώρα της Αριστεράς, συγνώμη του ΚΚΕ, Λιάνα Κανέλλη, με επίκουρους προβεβλημένους, στις χιουμοριστικές εκπομπές, όπως είπα, Θέμο και Λαζόπουλο.
Φασισμός, εθνικισμός, επιδρομή; μήπως τα παραλέω; Και κινδυνεύει τότε η δημοκρατία; Όχι, δεν κινδυνεύει από Καρατζαφέρηδες η δημοκρατία –ας πούμε, από αισιοδοξία μάλλον παρά από καθαρά πολιτική ανάλυση, αφού κάπως έτσι έφτασε στο κατώφλι της προεδρίας της δημοκρατίας, πού, στη χώρα των Φώτων, ένας Λεπέν, δεν κινδυνεύει λοιπόν η δημοκρατία, μπορεί όμως να κινδυνεύει η υγεία της δημοκρατίας, σίγουρα η συνοχή του κοινωνικού ιστού (αυτό πια κι αν είναι ολοφάνερο από τη συμπόρευση Φαιών και ΚΚΕ, όχι μόνο στο θέμα της «Ιστορίας της Ρεπούση» αλλά γενικότερα σε εθνοπατριωτικά θέματα), η υγεία της κοινωνίας πιο απλά.
Και ο κίνδυνος, προσοχή, δεν προέρχεται από τη δύναμη καθαυτήν του Χριστόδουλου και του Καρατζαφέρη, με το άθροισμα που δίνει η περιστασιακή ή μονιμότερη πρόσθεση του ΚΚΕ και των αριστερογενών. Ο κίνδυνος προέρχεται από την ανοχή στην καλύτερη περίπτωση, την προβολή, εμπρόθετη συχνά, των θέσεων του Χριστόδουλου και του Καρατζαφέρη, των θέσεων της ακροδεξιάς, του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, που σερβίρονται με τον πιο αποτελεσματικό λαϊκισμό και με περισσή μαεστρία –το σημειώνω αυτό, γιατί εύκολα υποτιμάται η όλη υπόθεση με απλουστευτικές αναφορές στη γραφικότητα (άρα ακινδυνότητα) του Καρατζαφέρη λ.χ., ενώ αυτή ακριβώς είναι η δύναμή του και η μαεστρία του.
Άφησα πια το ΚΚΕ απέξω, αφού αναφέρομαι στη συγκροτημένη ιδεολογία της ακροδεξιάς, και επειδή στο σημείο αυτό, μιλώντας για την ανοχή ή την προβολή του Καρατζαφέρη συγκεκριμένα, το ΚΚΕ διά της Παπαρήγα είπε τις προάλλες και μια σωστή κουβέντα, πως το ΠΑΣΟΚ στηρίζει Καρατζαφέρη προκειμένου να αποδυναμώσει τη Νέα Δημοκρατία. Αλλά ότι το ΠΑΣΟΚ στηρίζει άμεσα σχεδόν (βλ. Πρετεντέρη) ή με τις ποικίλες προσβάσεις του στα ΜΜΕ τον Καρατζαφέρη δεν φτάνει να εξηγήσει την κάρτα που χτυπούν καθημερινά σχεδόν ο αρχηγός Καρατζαφέρης και ο Άδωνής του στα ραδιοτηλεοπτικά μέσα, από πρωίας μέχρι νυκτός, από χαβαλεδιάρικες εκπομπές ώς τα σοβαρά δελτία ειδήσεων και τοκ σόου.
Ο κίνδυνος λοιπόν είναι η ανοχή, άρα ο μιθριδατισμός, ο σταδιακός δηλητηριασμός του κοινωνικού σώματος, η ανοχή που εκφράζεται μ’ έναν κυνισμό κι έναν ιδεολογικό αμοραλισμό. Ο οποίος ιδεολογικός αμοραλισμός εκφράζεται με τη σειρά του άλλοτε με επιτελικά σχέδια που αποσκοπούν σε πρόσκαιρα πολιτικά οφέλη (όπως καληώρα με την προβολή του ΛΑΟΣ από το ΠΑΣΟΚ ), άλλοτε γενικότερα με τη λογική των ίσων αποστάσεων, με το ιδεολόγημα –σ’ αυτή την περίπτωση– της αντικειμενικότητας ή της επιστημονικής ουδετερότητας.
Γύρισα έτσι εκεί απ’ όπου ξεκίνησα, στην κατάσχεση του έργου της Εύας Στεφανή στο Art Athina και στο βιβλίο της Ιστορίας της Στ΄ δημοτικού, όπου επικεφαλής τής συγγραφικής ομάδας ήταν η Μαρία Ρεπούση. Για την υπόθεση της Ιστορίας γράφτηκαν και ειπώθηκαν πάμπολλα, αν και μένει και πρέπει να γραφτούν ακόμα, καθώς το θέμα δεν έχει κλείσει, ίσα ίσα μοιάζει σίγουρο πως το βιβλίο τελικά θα αποσυρθεί! Το μείζον όμως για μένα θέμα είναι, πέρα κι από τη διαφαινόμενη νίκη του Ενιαίου Μετώπου Εκκλησίας-ΛΑΟΣ-ΚΚΕ (αλλά και την άτολμη, με μισό στόμα, υποστήριξη από μέρους του ΠΑΣΟΚ, για να μην πω κυρίως τη σιωπή του!), το μείζον λοιπόν θέμα είναι η απέξω και υπεράνω και ουδέτερη στάση των «δικών μας», όταν ξέρουμε πια τόσο καλά πως δεν υπάρχει αντικειμενικότητα και ουδετερότητα, αφού στην πράξη, σε δεδομένη στιγμή, ουδετερότητα σημαίνει έμμεση έστω ενίσχυση του μετώπου των εκάστοτε ισχυρών και επιτιθεμένων.
Έτσι και τώρα στην υπόθεση της Εύας Στεφανή, ο ίδιος αποστασιοποιημένος λόγος, οι ίσες αποστάσεις, τα μισόλογα, όχι τα αναμενόμενα, του υπουργού πολιτισμού της Νέας Δημοκρατίας στο κάτω κάτω, ή της διευθύντριας της Εθνικής Πινακοθήκης. Ακόμα χειρότερα, ο λόγος σε στιλ Μαρίας Αντουανέτας, όπως έγραψα, ο λόγος π.χ. απ’ όπου άντλησα την εισαγωγική φράση της σημερινής επιφυλλίδας: «Η Στεφανή δεν στερείται ελευθερίας έκφρασης. Στερείται ταλέντου».
Δε θα μιλήσω για το ταλέντο της Στεφανή, αυτόκλητος τεχνοκριτικός και εγώ, κι ας έχω ενθουσιαστεί με όσα, λίγα δυστυχώς, έργα της είδα: έχουν μιλήσει άλλοι, όντως ειδικοί, οι εδώ και έξω βραβεύσεις της, και δεν έχει σημασία τώρα η οσοδήποτε επηρμένη απόφανση του εν λόγω περί μη ταλέντου. Αλλά αλήθεια «δεν στερείται ελευθερίας έκφρασης»; Επειδή, λέει, «η λογοκρισία δεν είναι πια αυτό που ήταν», επειδή, λέει, ακόμα κι αν κατασχέθηκε «το κακόγουστο έργο», μπορούσε ο καθένας να το δει στο ίντερνετ, άρα, λέει, «η λογοκρισία είναι πια ένα πρόβλημα ξεπερασμένο στον Δυτικό Κόσμο». Αμετροέπεια, θα πει κανείς, πλήρης σύγχυση –όχι «διαστρέβλωση», είναι πιο σοβαρή υπόθεση αυτή, απαιτεί σοβαρή σκέψη εννοώ.
Το μαύρο χρώμα του λαϊφστάιλ
Όμως εγώ μίλησα για ιδεολογικό αμοραλισμό, που εξαλλάσσεται σε αντιδραστικό λόγο, σε αντιδραστική ιδεολογία. Αλλά κι αυτά προϋποθέτουν στοιχειώδη πολιτική σκέψη και ανάλυση. Ο λαϊφστάιλ λόγος τα σνομπάρει ευθέως όλα αυτά. Δείγμα γραφής: «σύμπασα η φιλελεύθερη Ελλάς συζήτησε ακόμα μια φορά για τη φριχτή λογοκρισία», αλλά «τα αντιφατικά παιδιά» δεν έχουν καταλάβει «ότι σε αυτή τη νέα εποχή η λογοκρισία…» κτλ. Προσέξτε δηλαδή, επιμένω: ανάλαφρη ειρωνεία μέσω της καθαρεύουσας: «σύμπασα η φιλελεύθερη Ελλάς», τα επίθετα: η «φριχτή λογοκρισία», τα «αντιφατικά παιδιά», το ίδιο το συγκαταβατικό: «παιδιά».
Ενώ, αντίθετα με τα «αντιφατικά παιδιά», η Μαρία Αντουανέτα πάντοτε έβλεπε μπροστά: «Προσωπικώς, ποτέ δεν τσίμπησα σε αυτήν τη σίξτις, ρομαντική τσιρίδα που πλέον είναι ανεφάρμοστη και ξεπερασμένη: “Όχι σε όλες τις λογοκρισίες”».
Πόσοι, αλήθεια, δρόμοι υπάρχουν για τη χυδαιότητα –με όρους δηλαδή πολιτικούς: για την πιο ζοφερή, κατάμαυρη αντίδραση!
Δεν κινδυνεύει σίγουρα η δημοκρατία από τον Καρατζαφέρη, κινδυνεύει όμως η υγεία του κοινωνικού σώματος από την ανοχή απέναντι στον Καρατζαφέρη, που εκφράζεται μ’ έναν ιδεολογικό αμοραλισμό
«Προσβολή Εθνικού Συμβόλου» τιτλοφορεί τη φωτογραφία αυτή στο μπλογκ του Gravity and the Wind ο cyrusgeo, που σχολιάζει παρακάτω: «η διαφορά μας μ’ αυτούς είναι ότι εμείς ασκούμε κριτική ή σατιρίζουμε –αυτοί φωνάζουν τον εισαγγελέα…» Μωρέ μήπως να το σκεφτόμασταν κι εμείς σοβαρά;
το πλήρες κείμενο
«Η Στεφανή δεν στερείται ελευθερίας έκφρασης. Στερείται ταλέντου» διάβασα από πένα μάλλον λαϊφστάιλ, αλλά σε «μεγάλη δημοκρατική εφημερίδα», όπως λέμε, τις προάλλες. Η Ρεπούση, παραθέτω από μνήμης αλλά και πάλι από «μεγάλες δημοκρατικές εφημερίδες» ή από «μεγάλους αριστερούς ιστορικούς», «καταργεί την αφηγηματικότητα», «το βιβλίο έχει στρυφνές διατυπώσεις», άσε πια το «ξινό ύφος της ίδιας στις συνεντεύξεις».
Ο φονταμενταλισμός δρα συντονισμένα, ο θρησκευτικός καταρχήν, αν τάχα υπάρχουν σαφώς διακριτά όρια, παρέα με τον εθνικιστικό, σ’ όλες του τις αποχρώσεις, από τις παραδοσιακά καταγάλανες και μαύρες έως τις κατακόκκινες, με βούλα το σφυροδρέπανο, παρακαλώ. Ο φονταμενταλισμός λοιπόν συντάσσεται, ο φασισμός, να το πούμε ανοιχτά, με τα διαφορετικά προσωπεία του χτυπά την πόρτα μας αντί για τον γαλατά, και οι μεγάλες δημοκρατικές εφημερίδες, οι δημοκρατικές φωνές, ο προοδευτικός λόγος σταθμεύει στο ξινό ύφος της Ρεπούση και στο ταλέντο ή το μη ταλέντο της Στεφανή, θαρρείς κι αυτό είναι το επίμαχο θέμα.
Από μια άποψη, προοδεύσαμε: λίγες δεκαετίες πριν, «τι περιμένεις από γυναίκες» θα έλεγαν, όχι τόσο για τη Στεφανή (στην τέχνη, βλέπεις, όλα τα παράδοξα χωρούν, ακόμα και γυναίκα καλλιτέχνης δηλαδή) όσο για τη Ρεπούση: γυναίκα-επιστήμονας, σου λέει, ιστορικός! Ή μήπως ειπώθηκαν και τέτοια και δεν τα πήρα απλώς χαμπάρι, νά όπως έλεγαν πως «του κουνιόταν» του πρόσφατα δολοφονημένου διοικητή του ΙΚΑ η γραμματέας και ερωμένη του. Αυτά όμως τα έλεγαν Τραγκοκακαουνάκηδες, ενώ εδώ μιλάμε για δικούς μας, είπαμε, προοδευτικούς, αριστερούς, απ’ τη δική μας μπάντα, όχι του ΚΚΕ, αφού αυτοί για τη Ρεπούση λόγου χάρη βάδισαν χέρι χέρι με τον Καρατζαφέρη· οι δικοί μας λοιπόν πεφωτισμένοι αριστεροί ή εν γένει προοδευτικοί βρήκαν να απαντήσουν στην επιδρομή του πιο ακραίου και αγοραίου εθνικισμού με το δικό τους ξινισμένο εντέλει ύφος, όταν μιλούσαν για τις «ατέλειες» του βιβλίου και το ύφος της Ρεπούση ή το ταλέντο της Στεφανή.
Ένα σκανδαλισμένο άπαπα ή τσου-τσου-τσου, Μαρίες Αντουανέτες απέναντι σε Χριστόδουλους, Καρατζαφέρηδες και Ψωμιάδηδες, την ώρα που αυτοί ορμούσαν με τα όργανα ή τα οργανέτα τους, καλοκουρντισμένα σε όλα τα μέσα και επίπεδα, από τις εφημερίδες και τα τηλεοπτικά πάνελ-τηλεδικεία ώς τις σατιρικές εκπομπές, ο θίασος όλος, σε απαρτία, οι παραπάνω, ο Παπαθεμελής βεβαίως, ο άλλος λέων του Βορρά, ο Άνθιμος, κι ο Άδωνης, και ο Ζουράρις, και ο παπα-Τσάκαλος, και οι κάποτε αστέρες των αριστερίστικων γκρουπούσκουλων και άλλοι αριστερογενείς, και η Πρωθιέρεια της Δεξιάς μα τώρα της Αριστεράς, συγνώμη του ΚΚΕ, Λιάνα Κανέλλη, με επίκουρους προβεβλημένους, στις χιουμοριστικές εκπομπές, όπως είπα, Θέμο και Λαζόπουλο.
Φασισμός, εθνικισμός, επιδρομή; μήπως τα παραλέω; Και κινδυνεύει τότε η δημοκρατία; Όχι, δεν κινδυνεύει από Καρατζαφέρηδες η δημοκρατία –ας πούμε, από αισιοδοξία μάλλον παρά από καθαρά πολιτική ανάλυση, αφού κάπως έτσι έφτασε στο κατώφλι της προεδρίας της δημοκρατίας, πού, στη χώρα των Φώτων, ένας Λεπέν, δεν κινδυνεύει λοιπόν η δημοκρατία, μπορεί όμως να κινδυνεύει η υγεία της δημοκρατίας, σίγουρα η συνοχή του κοινωνικού ιστού (αυτό πια κι αν είναι ολοφάνερο από τη συμπόρευση Φαιών και ΚΚΕ, όχι μόνο στο θέμα της «Ιστορίας της Ρεπούση» αλλά γενικότερα σε εθνοπατριωτικά θέματα), η υγεία της κοινωνίας πιο απλά.
Και ο κίνδυνος, προσοχή, δεν προέρχεται από τη δύναμη καθαυτήν του Χριστόδουλου και του Καρατζαφέρη, με το άθροισμα που δίνει η περιστασιακή ή μονιμότερη πρόσθεση του ΚΚΕ και των αριστερογενών. Ο κίνδυνος προέρχεται από την ανοχή στην καλύτερη περίπτωση, την προβολή, εμπρόθετη συχνά, των θέσεων του Χριστόδουλου και του Καρατζαφέρη, των θέσεων της ακροδεξιάς, του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, που σερβίρονται με τον πιο αποτελεσματικό λαϊκισμό και με περισσή μαεστρία –το σημειώνω αυτό, γιατί εύκολα υποτιμάται η όλη υπόθεση με απλουστευτικές αναφορές στη γραφικότητα (άρα ακινδυνότητα) του Καρατζαφέρη λ.χ., ενώ αυτή ακριβώς είναι η δύναμή του και η μαεστρία του.
Άφησα πια το ΚΚΕ απέξω, αφού αναφέρομαι στη συγκροτημένη ιδεολογία της ακροδεξιάς, και επειδή στο σημείο αυτό, μιλώντας για την ανοχή ή την προβολή του Καρατζαφέρη συγκεκριμένα, το ΚΚΕ διά της Παπαρήγα είπε τις προάλλες και μια σωστή κουβέντα, πως το ΠΑΣΟΚ στηρίζει Καρατζαφέρη προκειμένου να αποδυναμώσει τη Νέα Δημοκρατία. Αλλά ότι το ΠΑΣΟΚ στηρίζει άμεσα σχεδόν (βλ. Πρετεντέρη) ή με τις ποικίλες προσβάσεις του στα ΜΜΕ τον Καρατζαφέρη δεν φτάνει να εξηγήσει την κάρτα που χτυπούν καθημερινά σχεδόν ο αρχηγός Καρατζαφέρης και ο Άδωνής του στα ραδιοτηλεοπτικά μέσα, από πρωίας μέχρι νυκτός, από χαβαλεδιάρικες εκπομπές ώς τα σοβαρά δελτία ειδήσεων και τοκ σόου.
Ο κίνδυνος λοιπόν είναι η ανοχή, άρα ο μιθριδατισμός, ο σταδιακός δηλητηριασμός του κοινωνικού σώματος, η ανοχή που εκφράζεται μ’ έναν κυνισμό κι έναν ιδεολογικό αμοραλισμό. Ο οποίος ιδεολογικός αμοραλισμός εκφράζεται με τη σειρά του άλλοτε με επιτελικά σχέδια που αποσκοπούν σε πρόσκαιρα πολιτικά οφέλη (όπως καληώρα με την προβολή του ΛΑΟΣ από το ΠΑΣΟΚ ), άλλοτε γενικότερα με τη λογική των ίσων αποστάσεων, με το ιδεολόγημα –σ’ αυτή την περίπτωση– της αντικειμενικότητας ή της επιστημονικής ουδετερότητας.
Γύρισα έτσι εκεί απ’ όπου ξεκίνησα, στην κατάσχεση του έργου της Εύας Στεφανή στο Art Athina και στο βιβλίο της Ιστορίας της Στ΄ δημοτικού, όπου επικεφαλής τής συγγραφικής ομάδας ήταν η Μαρία Ρεπούση. Για την υπόθεση της Ιστορίας γράφτηκαν και ειπώθηκαν πάμπολλα, αν και μένει και πρέπει να γραφτούν ακόμα, καθώς το θέμα δεν έχει κλείσει, ίσα ίσα μοιάζει σίγουρο πως το βιβλίο τελικά θα αποσυρθεί! Το μείζον όμως για μένα θέμα είναι, πέρα κι από τη διαφαινόμενη νίκη του Ενιαίου Μετώπου Εκκλησίας-ΛΑΟΣ-ΚΚΕ (αλλά και την άτολμη, με μισό στόμα, υποστήριξη από μέρους του ΠΑΣΟΚ, για να μην πω κυρίως τη σιωπή του!), το μείζον λοιπόν θέμα είναι η απέξω και υπεράνω και ουδέτερη στάση των «δικών μας», όταν ξέρουμε πια τόσο καλά πως δεν υπάρχει αντικειμενικότητα και ουδετερότητα, αφού στην πράξη, σε δεδομένη στιγμή, ουδετερότητα σημαίνει έμμεση έστω ενίσχυση του μετώπου των εκάστοτε ισχυρών και επιτιθεμένων.
Έτσι και τώρα στην υπόθεση της Εύας Στεφανή, ο ίδιος αποστασιοποιημένος λόγος, οι ίσες αποστάσεις, τα μισόλογα, όχι τα αναμενόμενα, του υπουργού πολιτισμού της Νέας Δημοκρατίας στο κάτω κάτω, ή της διευθύντριας της Εθνικής Πινακοθήκης. Ακόμα χειρότερα, ο λόγος σε στιλ Μαρίας Αντουανέτας, όπως έγραψα, ο λόγος π.χ. απ’ όπου άντλησα την εισαγωγική φράση της σημερινής επιφυλλίδας: «Η Στεφανή δεν στερείται ελευθερίας έκφρασης. Στερείται ταλέντου».
Δε θα μιλήσω για το ταλέντο της Στεφανή, αυτόκλητος τεχνοκριτικός και εγώ, κι ας έχω ενθουσιαστεί με όσα, λίγα δυστυχώς, έργα της είδα: έχουν μιλήσει άλλοι, όντως ειδικοί, οι εδώ και έξω βραβεύσεις της, και δεν έχει σημασία τώρα η οσοδήποτε επηρμένη απόφανση του εν λόγω περί μη ταλέντου. Αλλά αλήθεια «δεν στερείται ελευθερίας έκφρασης»; Επειδή, λέει, «η λογοκρισία δεν είναι πια αυτό που ήταν», επειδή, λέει, ακόμα κι αν κατασχέθηκε «το κακόγουστο έργο», μπορούσε ο καθένας να το δει στο ίντερνετ, άρα, λέει, «η λογοκρισία είναι πια ένα πρόβλημα ξεπερασμένο στον Δυτικό Κόσμο». Αμετροέπεια, θα πει κανείς, πλήρης σύγχυση –όχι «διαστρέβλωση», είναι πιο σοβαρή υπόθεση αυτή, απαιτεί σοβαρή σκέψη εννοώ.
Το μαύρο χρώμα του λαϊφστάιλ
Όμως εγώ μίλησα για ιδεολογικό αμοραλισμό, που εξαλλάσσεται σε αντιδραστικό λόγο, σε αντιδραστική ιδεολογία. Αλλά κι αυτά προϋποθέτουν στοιχειώδη πολιτική σκέψη και ανάλυση. Ο λαϊφστάιλ λόγος τα σνομπάρει ευθέως όλα αυτά. Δείγμα γραφής: «σύμπασα η φιλελεύθερη Ελλάς συζήτησε ακόμα μια φορά για τη φριχτή λογοκρισία», αλλά «τα αντιφατικά παιδιά» δεν έχουν καταλάβει «ότι σε αυτή τη νέα εποχή η λογοκρισία…» κτλ. Προσέξτε δηλαδή, επιμένω: ανάλαφρη ειρωνεία μέσω της καθαρεύουσας: «σύμπασα η φιλελεύθερη Ελλάς», τα επίθετα: η «φριχτή λογοκρισία», τα «αντιφατικά παιδιά», το ίδιο το συγκαταβατικό: «παιδιά».
Ενώ, αντίθετα με τα «αντιφατικά παιδιά», η Μαρία Αντουανέτα πάντοτε έβλεπε μπροστά: «Προσωπικώς, ποτέ δεν τσίμπησα σε αυτήν τη σίξτις, ρομαντική τσιρίδα που πλέον είναι ανεφάρμοστη και ξεπερασμένη: “Όχι σε όλες τις λογοκρισίες”».
Πόσοι, αλήθεια, δρόμοι υπάρχουν για τη χυδαιότητα –με όρους δηλαδή πολιτικούς: για την πιο ζοφερή, κατάμαυρη αντίδραση!
10 σχόλια:
Εχω την αίσθηση ότι ο ...πλουραλισμός της ελληνικής κοινωνίας , αυτό που ο λαός μας λέει ";έχει απ' όλα ο μπαξές" είναι ορατός παντού. Φαινόμενα όπως ο Καρατζαφέρης, ο οποίος επιχειρεί να στήσει, με τον τρόπο του βέβια, την ακροδεξιά πτέρυγα της ΝΔ και επειδή δεν θα είχε πολλά περιθώρια να αναδειχθεί αλλιώς, λέει ό,τι μπορεί να χαίδέψει τ' αυτιά απογοητευμένων ανθρώπων,δεν πρέπει να εκπλήσσουν.Αλλωστε, τα ΜΜΕ αρέσκονται στο να παίζουν με τέτοια φαινόμενα. Μόνο που αυτά τα παιγνίδια ενίοτε μετουσιώνονται σε σοβαρά πολιτικά εργαλεία.
Οσον αφορά την Ευα Στεφανή, επίσης φαινόμενο της ελεύθερης κοινωνίας μας, θα ήθελα να πω ότι κανείς δεν υποχρεούται να πάει να δει κάτι που πιστεύει ότι θα τον προσβάλει. Το θέμα είναι ότι η επίθεση κατά της Στεφανή σχετίζεται με την απαρχαιωμένη νομοθεσία μας και του...υπερβάλλοντος ζήλου κάποιων καλοθελητών
ritsmas.wordpress.com
Ενδιαφέρον κείμενο, αλλά γιατί απουσιάζουν οι σύνδεσμοι (και απο'δω και από το δημοσιευμένο στα ΝΕΑ κείμενο); Με τους συνδέσμους θα μπορούσαμε να διαβάσουμε τα πρωτότυπα κείμενα στα οποία αναφέρεστε για να γίνουν τα παραδείγματα πιο χειροπιαστά και εντός πλαισίου. Χωρίς τους σύνδεσμους πώς μπορούμε να είμαστε σίγουροι για το κόντεξτ μέσα στο οποίο γράφτηκαν οι φράσεις που παραθέτετε;
παρόλο που μοιάζει έτσι να τίθεται θέμα αξιοπιστίας, απαντώ ότι υπάρχουν πολλοί και διαοφορετικοί κάθε φορά λόγοι για τους οποίους παραπέμεπι ένας αρθρογράφος στις πηγές του ή όχι.
Π.χ. στα γλωσσικά, για να το δείτε πιο ουδέτερα, δεν έχει σημασία --το έχω γράψει επανειλημμένα, και εδώ-- να κατονομαστεί [=να στηλιτευτεί, να διαπομπευτεί] ένας κοινός χρήστης για μια ελληνικούρα π.χ. που ξεστόμισε, ενώ αντίθετα έχει σημασία να κατονομαστεί ο "δράστης" της ίδιας ή άλλης ελληνικούρας όταν είναι κάποιος επιστήμονας, φιλόλογος κτλ., της συνομοταξίας των νέαν γλωσσαμυντόρων, ή γενικότερα επώνυμος, που ειδικότερα ασχολείται με τέτοια θέματα: όταν λ.χ. ο Στάθης της "Ελευθεροτυπίας" εξαπολύει καθ' ημέραν κεραυνούς για την "κατάντια της γλώσσας" επειδή αποκόπηκε από τη μητέρα αρχαία έχει σημασία να επισημάνεις τα δέκα λάθη που διαπράττει σε πέντε μόλις λέξεις, όταν ιδίως πρόκειται για λάθη εκζήτησης, όταν σου πετάει δεκαπέντε λάθος "πώποτε" ή ότι "οι δρόμοι διεπλέοντο αυτοκινήτων".
Και παραταύτα, ούτε αυτό δεν το έκανα μέσα από την εφημερίδα, γιατί από εκεί θα έμοιαζε προσωπικός πόλεμος ή πόλεμος μεταξύ εφημερίδων: νά δηλαδή κι άλλος ένας, αποφασιστικός λόγος.
Γενικότερα, άλλοτε έχει νόημα να αντιμετωπίσεις ένα θέμα στη βάση του και σε σχέση με τη βάση αυτή, άλλοτε κρίνεις μια τάση γενικότερη, ανεξάρτητα από το πρόσωπο. Κι άλλοτε πάλι δε θες απλούστατα να προβάλεις περισσότερο απ' όσο χρειάζεται κάποιο πρόσωπο, με κίνδυνο επιπλέον να φανεί, όπως είπα πριν, πως έχεις ενδεχομένως προσωπικά μαζί του: αυτά, ξαναλέω, ειδικά μέσα από μια εφημερίδα --και χωρίς, εννοείται, να είναι ποτέ απόλυτα και σταθερά τα κριτήρια.
Τώρα, στην επιφυλλίδα αυτή, πέσατε ακριβώς στην περίπτωση. Πηγή μου, εδώ μπορώ να το πω, ο Τσαγκαρουσιάνος, "Ελευθεροτυπία" 25/6.
Αυτός που ισχυρίζεται πως η Στεφανή στερείται ταλέντου (λες και είναι αυτό το ζήτημα) προσπαθούσε πριν λίγο καιρό να μας πείσει για τη μεγάλη καλλιτεχνική προσφορά και το ατόφιο της οικογένειας Φλωρινιώτη. Επίσης, εκδίδει και διακινεί ένα δωρεάν έντυπο που στηρίζεται σε διαφημίσεις (και) ροζ τηλεφώνων. Πάντως, ας μη λησμονούμε την υπέροχη αυτοπαρουσίαση του Ε.Χ. Γονατά σε σκηνοθεσία της Εύας Στεφανή (παρουσιάστηκε από το "Παρασκήνιο").
Θα συμφωνήσω στα γλωσσικά, αλλά η εντύπωσή μου είναι οτι η γενίκευση που υποννοείται δεν είναι στοιχειώδης.
Κατανοώ τις επιφυλάξεις σας. Από την άλλη μεριά δημόσιος διάλογος (όπως αυτός που γίνεται μέσα από τα ΜΜΕ και το ίντερνετ) δεν μπορεί να γίνεται κάτω από τη σκιά μιας συνεχούς προσπάθειας να αποφευχθούν παρεξηγήσεις. Ελπίζει κανείς οτι το κείμενό του το ίδιο θα δείξει αν πρόκειται για ad hominem επίθεση, για πόλεμο μεταξύ επιχειρήσεων ή για αντιπαράθεση θέσεων.
Αλλά τελικά κάθε "φαινόμενο" που μπορεί να παρατηρηθεί στη δημόσια ζωή αφορά σε συγκεκριμένα, φυσικά πρόσωπα. Το να εξηγήσεις οτι διαφωνείς με την οπτική του Τσαγκαρουσιάνου στο συγκεκριμένο ζήτημα (και με άλλες σαν του Τσαγκαρουσιάνου) κάνει τη θέση και την αντίθεση συγκεκριμένη και χειροπιαστή, ενώ όταν περιγράφει κανείς "τάσεις" παρεμβάλλεται πάντα ένα βήμα αφαιρετικό που θολώνει χωρίς, συνήθως, να διευρύνει το πεδίο ορισμού της "τάσης".
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού τσο οποίο αναφέρομαι είναι οι καταγγελίες κατά της "διαφθοράς" και της "διαπλοκής" που ποτέ σχεδόν δεν προσδιορίζουν επακριβώς τους "διεφθαρμένους" και τους "διαπλεκόμενους".
Τέλος να πώ πως κατά την άποψή μου το "άλλοτε πάλι δε θες απλούστατα να προβάλεις περισσότερο απ' όσο χρειάζεται κάποιο πρόσωπο" είναι δεοντολογικά ύποπτο.
Θα μπορούσατε αντίθετα μέχρι και να εκμεταλλευτείτε τη δυνατότητα για trackbacks ωστε ο Τσαγκαρουσιάνος, επίσης μπλόγκερ κατά δήλωσή του, να δεί ο ίδιος το σχόλιό σας και να απαντήσει.
Όλα τα παραπάνω τα σημειώνω με εντελώς καλόπιστη διάθεση, και ανεξάρτητα από το γεγονός οτι συμφωνώ σε μεγάλο βαθμό με την ουσία του κειμένου (ειδικότερα το απόφθεγμα του Τσαγκαρουσιάνου, που το είχα διαβάσει και ξεχάσει, μου είχε φανεί εντελώς βλακώδες, εκπληκτικά βλακώδες ακόμα και για το διαμέτρημα του συγγραφέα του).
πιο απλά, ορισμένες φορές πρέπει να γίνεται συζήτηση αυστηρά πάνω σε απόψεις και όχι στον εκάστοτε εκφραστή τους -διαφορετικά, η συζήτηση μπορεί να υπονομευτεί εξαρχής από την ιδέα που έχει ήδη διαμορφωμένη ο καθένας για τον "εκφραστή των απόψεων", με άλλα λόγια να ακυρωθεί η συζήτηση, χειρότερα ίσως ακόμα: να εκτραπεί σε άλλους δρόμους, άσχετους με το καθαυτό θέμα
Κύριε Χάρη, επαναλαμβάνεστε μονότονα σαν να είχατε λόγους να αμφιβάλλετε για τις αντιληπτικές μου ικανότητες.
Γράφετε ένα κείμενο για να καταδείξετε οτι ο πραγματικός κίνδυνος για την "υγεία του κοινωνικού ιστού" είναι η "απέξω και υπεράνω και ουδέτερη στάση των «δικών μας»" και "το μαύρο χρώμα του λαίφστάιλ". Ως παραδείγματα αυτών των "τάσεων" μπορώ να βρώ μέσα στο κείμενο μόνο την "Μαρία Αντουανέτα", στης οποίας το κείμενο αφιερώνετε πέντε παραγράφους. Ίσως στους "δικούς μας" να περιλαμβάνεται και ο Λαζόπουλος (ο Λάκης).
Αναγκάζομαι λοιπόν να υποθέσω οτι
απευθύνεστε σε αναγνώστες που μπορούν από τα υπονοούμενα να συνάγουν ποιές ακριβώς είναι οι "ουδέτερες" πολιτικές συμπεριφορές που επιδεικνύουν "οι δικοί μας" (πράγμα που προυποθέτει οτι μπορούν να αναγνωρίσουν τους "δικούς μας") αλλά και σε ποιό δημόσιο πρόσωπο αντιστοιχεί το χαριτωμένο προσωνύμιο Μαρία Αντουανέτα στη συγκεκριμένη περίπτωση.
Φαντάζομαι ο μόνος λόγος που δεν το'πιασα αμέσως εγώ είναι οτι δε ζώ στην Ελλάδα και για αυτό δεν τρώω στη μάπα τον Τσαγκαρουσιάνο καθημερινώς.
Για να λειτουργήσει το κείμενο, λοιπόν, προυποτίθεται οτι ο αναγνώστης γνωρίζει τα πρόσωπα στα οποία εμμέσως αναφέρεται καθώς και τις συγκεκριμένες απόψεις τους. Προφανώς αν αντί για τον Τσαγκαρουσιάνο η Μαρία Αντουανέτα ήταν ο Νταλάρας ή ο Θέμος ή ο Θεοδωράκης, το κείμενο θα είχε άλλη στόχευση.
Παρόλα αυτά επιλέγετε να μην τον κατονομάσετε.
Ερώτηση, λοιπόν, τώρα: υπάρχουν άλλες φωνές που λειτουργούν, κατά τη γνώμη σας, σαν δούρειοι ίπποι, διαστρεβλώνοντας την πραγματικότητα
εκμεταλλευόμενοι τις αριστερές τους καταβολές για να πουλήσουν λαίφστάιλ; Ή είναι μόνο ο Τσαγκαρουσιάνος που απειλεί την υγεία του κοινωνικού ιστού;
Αν ήξερα, αγαπητέ lazopolis, τον τρόπο να μην επαναλαμβάνομαι μονότονα, πιστέψτε με, θα τον ακολουθούσα· έτσι κι εγώ δε θα σπαταλούσα χρόνο κι εσάς δε θα σας σύγχυζα, κάνοντάς σας να νομίζετε ότι υποτιμώ τις αντιληπτικές σας ικανότητες!
Παραταύτα, θα προσπαθήσω, μια τελευταία φορά, αν και αλήθεια δεν πολυκαταλαβαίνω, ούτε την ουσία, ομολογώ, ούτε κυρίως το ύφος: τι στο καλό, είχαμε τσακωθεί και δεν το είχα καταλάβει;
Την πρώτη φορά το ερώτημα ήταν ποιες οι πηγές, ώστε να μπορεί ο αναγνώστης να ελέγξει, να δει τέλος πάντων τα συμφραζόμενα, προφανώς μην τυχόν και κάτι έχω εγώ παρανοήσει [ή μήπως και αποκρύψει;].
Τώρα το ερώτημα είναι άλλο: αν κάθομαι και γράφω μόνο για τον τάδε [αλήθεια, το «με αφορμή» δε σας πέρασε καν από το νου;], εν προκειμένω τον Τσαγκαρουσιάνο, ή και για άλλους, ώστε τότε μόνο να δικαιούμαι να μιλάω για τάσεις. Καινούριο το ερώτημα, και θα μας πάει μακριά –άσε ότι μπορεί και πάλι ν’ αρχίσω να "επαναλαμβάνομαι μονότονα"…
Αγαπητέ lazopolis, όταν κάποιος γράφει κάτι, ο Τσαγκαρουσιάνος ή ο Χάρης κτλ., κάποιες γενικότερες απόψεις απηχεί, από των φίλων του έως ευρύτερων κύκλων ή και στρωμάτων. Γενικότερα λοιπόν --πλην εξαιρέσεων και για άλλους πια, συγκεκριμένους, ειδικούς λόγους-- οφείλει κανείς να κρίνει απόψεις και όχι πρόσωπα.
Πάλι τα ίδια είπα; να με συμπαθάτε.
Αγαπητέ κύριε Χάρη, Απ'ότι φαίνεται μας χωρίζει μια επικοινωνιακή άβυσσος. Δεν έχουμε τσακωθεί, ούτε μπορώ να φανταστώ λόγους να τσακωθούμε στο μέλλον. Επιπλέον, υποψιάζομαι οτι βρισκόμαστε, από ιδεολογική/πολιτική άποψη, στην ίδια γωνία της ίδιας βάρκας.
Σχετικά με το παρόν κείμενο, δικό σας είναι, όπως θέλετε το γράφετε, βεβαίως. Εγώ επεσήμανα απλώς οτι η έλλειψη αναφορών δυσκολεύει την δική μου τουλάχιστον κατανόηση. Και προσπάθησα, μάλλον ανεπιτυχώς, αλλά όσο περισσότερο μακροσκελώς μου επιτρέπει το μέσο, να εξηγήσω γιατί. Διότι στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν ενδιαφέρει οτι η άποψη πως "η Στεφανή στερείται ταλέντου, όχι ελευθερίας" τείνει να επικρατήσει. Ενδιαφέρει οτι (πρώην;) αριστερογενείς φορείς της λαιφστάιλ κουλτούρας υιοθετούν αυτή την άποψη.
Επίσης δε βλέπω πού έγραψα οτι μιλάτε μόνο για τον Τσαγκαρουσιάνο. Είπα οτι τον χρησιμοποιείτε μόνο αυτόν σαν παράδειγμα. Και οτι υποψιάζομαι πώς μόνο αυτός εκφράζει τις απόψεις που περιγράφετε όντας ταυτόχρονα στα αριστερά. Τουλάχιστον δημόσια.
Κι εσείς από την άλλη φαίνεται να προσπαθείτε επίμονα να πείτε κάτι που δεν φαίνεται να καταλαβαίνω.
Οπότε ας σταματήσουμε να σπαταλάμε το χρόνο μας, είναι και για τους δυο μας πολύτιμος.
Υ.Γ.: αν σας ενόχλησε το ύφος, μάλλον είναι επειδή ερμηνεύετε τα εισαγωγικά σαν να εμπεριείχαν μια δόση ειρωνίας, ενώ εγώ τα χρησιμοποιώ για να καταδείξω οτι αυτό που εσείς λέτε "τάση" διαφέρει από αυτό που εγώ αντιλαμβάνομαι ως τάση.
ΔΙΟΡΘΩΣΗ
στο πρώτο σχόλιο-μακρυνάρι το δικό μου, στο τέλος, η σωστή ημερομηνία για το άρθρο του Τσαγκαρουσιάνου στην "Ελευθεροτυπία" είναι 16/6
Δημοσίευση σχολίου