26/2/07

Φιλοαμερικανοί, βαθιά αντιαμερικανοί [από τον ιρακινό πόλεμο, β]

Τα Νέα, 3 Μαΐου 2003

Μακριά από το θέατρο του πραγματικού πολέμου, στην ασφάλεια του εξ ορισμού αμέτοχου, και στην ακόμα μεγαλύτερη ασφάλεια που μας χάρισε η διγλωσσία της κυβέρνησής μας (αντίθετα λόγου χάρη με τη Γαλλία, που απειλείται τώρα με κυρώσεις από την Αμερική!), ας σταθούμε στο μικρό θέατρο του δικού μας πολέμου.

διαβάστε τη συνέχεια...

Για πόλεμο «ψεκάστε, σκουπίστε» έγραφα στην προηγούμενη επιφυλλίδα, και όντως, από τη λήξη του και έπειτα, είναι εντυπωσιακό να βλέπει κανείς τη σπουδή όλων μας να τελειώνουμε μ’ αυτό τον πόλεμο, να κλείσουμε τις πληγές που άνοιξε, όχι εκεί που μάτωσε γη αλλά εδώ, με τις μικροαμυχές μας. Λέω «μικροαμυχές», για να μη χάνουμε, ιδίως μπροστά στο αίμα, τα μεγέθη· όμως, αναλογικά, πληγές είναι κι οι αμυχές, πόλεμο έχουν δηλαδή από πίσω τους κι αυτές, και πόλεμος σημαίνει αντίπαλα στρατόπεδα.

Έτσι κι αλλιώς, δεν είναι λίγο ένας πόλεμος, έστω για μας που βρισκόμαστε μακριά και σε ασφάλεια: γιατί, και από μακριά και σε ασφάλεια, είμαστε πάντοτε στρατευμένοι σ’ έναν πόλεμο, ακόμα και με την ουδετερότητά μας. Μας εμπλέκει από μόνος του ο πόλεμος –ο κάθε πόλεμος, και όχι μόνο τώρα, στην εποχή δηλαδή της παγκοσμιοποίησης, ή της τηλεόρασης, που μας τον φέρνει μες στο σπίτι.

Το θέατρο λοιπόν του δικού μας πολέμου ορίζεται όλο αυτό το διάστημα ως εξής: είμαστε όλοι εναντίον του πολέμου, είμαστε όλοι εναντίον του καθεστώτος του Σαντάμ, κι ωστόσο την ίδια ώρα είμαστε όλοι φιλοαμερικανοί ή αντιαμερικανοί. Εκ πρώτης όψεως φυσικό: άνθρωποι με διαφορετικές καταβολές και από διαφορετικούς χώρους σε συγκεκριμένη στιγμή και για συγκεκριμένο λόγο βρίσκονται συχνά μαζί.

Όταν καίγεται δίπλα σου το δάσος, τρέχεις να σβήσεις τη φωτιά· δεν λες, ή δεν νοείται να λες, εγώ είμαι του Πασόκ κι εγώ της Νέας Δημοκρατίας, ή εγώ είμαι του ΚΚΕ, και θα κατέβω άλλη ώρα: την ώρα της φωτιάς είσαι εναντίον της φωτιάς –κι εκείνου που την άναψε. Την ώρα που ο γείτονας σφάζει τους από κάτω, μπορεί να λες στις κάμερες «Πέφτω απ’ τα σύννεφα! Και ήταν τόσο ήσυχος!», αλλά δεν είσαι πλέον με τον γείτονα, κι ας είχατε πιει μαζί και μπίρες.

Καμία συγγένεια, εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, δεν παύει να υπάρχει, κανένας δεσμός, ούτε ο πιο απλά φιλικός, δεν ακυρώνεται, τίποτα δεν απαλλοτριώνεται, ούτε η εξ αποστάσεως σκέτη συμπάθεια· αλλά την ώρα του μακελειού δεν είσαι με τον μακελάρη. Όμως ο συγγενής, το αίμα σου, ο φίλος, ο γνωστός σου, «μακελάρης»; Εδώ λοιπόν δόθηκε και δίνεται ακόμα μάχη, για τη λέξη πια: ακούς εκεί «μακελάρης»! Ολόκληρη η πολιτική ευπρέπεια επιστρατεύτηκε, όπως ξανάγραψα, και την ώρα που με το ένα χέρι γράφουμε για τα όσα ζοφερά του πολέμου, και με τον ζοφερότερο τρόπο, με το άλλο παλεύουμε να διώξουμε τις μύγες: τον κνίτη που ξεμύτισε απ’ τη γωνία, τον άλλο που κατέβηκε αξύριστος κι άλουστος στην πορεία, τον αφελή ή πρωτόγονο στις αντιδράσεις του, λες κι είναι ποτέ δυνατό –την ώρα του πολέμου, το τονίζω– να είναι ομοιογενή τα μέτωπα, με ίδιο χρώμα κάλτσες.

Όμως εδώ δεν είναι πεδίο μάχης, και θα ’λεγε κανείς ότι μπορούμε έτσι να αξιοποιήσουμε αυτήν ακριβώς την πολυτέλεια, να μη χαθούν οι διακρίσεις. Σωστή οπωσδήποτε η άποψη, αλλά, επιτρέψτε μου, την ώρα του πολέμου, μοιάζει αν μη τι άλλο άκομψη. Και πάντως απαιτεί συνθήκες εργαστηρίου· αλλιώς, μοιραία στην πράξη αυτοαναιρείται· γιατί ακριβώς την ώρα του πολέμου, όσο μακριά και σε ασφάλεια κι αν είμαστε, οι αντιδράσεις είναι εν θερμώ· χάνονται δηλαδή οι διακρίσεις, τη στιγμή που αγωνιζόμαστε γι’ αυτές: ακόμα και η υποψία αντιαμερικανισμού ξυπνά έναν αζήτητο και οπωσδήποτε άτοπο –την απολύτως συγκεκριμένη στιγμή, επιμένω– φιλοαμερικανισμό.

Κι όμως, εξ ορισμού δεν είμαστε με αυτόν που βλέπει αποκλειστικά έναν μακελάρη μπαρμπα-Σαμ με λάσο και εξ ορισμού δεν είμαστε με αυτόν που βλέπει αποκλειστικά το μέγα θαύμα τού made in USA. Αλλά τούτη την ώρα του πολέμου πηγαίνουμε μαζί και με τον μονομανή κυνηγό του μακελάρη μπαρμπα-Σαμ. Όπως και την ώρα του άλλου πολέμου, απέναντι στους Μπιν Λάντεν λόγου χάρη, πηγαίνουμε μαζί και με τον χαζοχαρούμενο φετιχιστή τού made in USA. Την ιδεολογική μας καθαρότητα θα την αναζητήσουμε πριν και μετά, χωρίς ποτέ βεβαίως να χάσουμε την ιδεολογική μας ταυτότητα και κατά. Απλώς, το λέω αλλιώς, στον εκάστοτε πόλεμο πολεμάμε τον εκάστοτε εχθρό στο πλευρό του εκάστοτε συμμάχου, συνοδοιπόρου, σύντροφου ή ό,τι άλλο, ακόμα και χτεσινού ή μπορεί κι αυριανού εχθρού.

Τώρα, δείτε: την ώρα –πρέπει να το λέω συνέχεια– του πολέμου, βγήκαν παλιοί και νέοι λογαριασμοί, η Αμερική που μας χαντάκωσε κι η Αμερική που μας ανάστησε, η Αμερική του ιμπεριαλισμού κι η Αμερική ο φάρος της ελευθερίας, και χρωματίζουν τις αντίπαλες εξέδρες.

Τι είμαστε λοιπόν; Φιλοαμερικανοί ή αντιαμερικανοί; Είμαστε και φιλοαμερικανοί και αντιαμερικανοί, σπεύδω να προλάβω. Και προσοχή, όχι ίσες αποστάσεις, όχι αφ’ υψηλού και υπεράνω· όχι «ούτε υπέρ ούτε κατά», αλλά «και υπέρ και κατά» –και με μανία, «δαγκωτό». Αλλιώς, αν όλο το εξαιρετικά περίπλοκο παιχνίδι της πολιτικής και της ιδεολογίας ήταν απλώς θέμα ισολογισμού και συμψηφισμών, θα ήταν εύκολο:

Είμαστε δηλαδή φιλοαμερικανοί: Για την Αμερική του Τζέφερσον και του Λίνκολν, για την Αμερική της Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, για την Αμερική της σύγχρονης τεχνολογίας και της ιατρικής επιστήμης, για την Αμερική της λογοτεχνίας του Σάλιντζερ, του Φώκνερ και του Χένρι Τζέημς, του Πόε και του Έζρα Πάουντ, του Γουίτμαν και της Ντίκινσον, για την Αμερική του θεάτρου του Ο’Νηλ, του Τεννεσή Ουίλλιαμς και του Άλμπη, για την Αμερική της μουσικής του Γκέρσουιν, του Μπάρμπερ και του Μπέρνσταϊν, του Έλλινγκτον και του Τσάρλι Πάρκερ, του Πρίσλεϊ, του Ντύλαν και του Σπρίνγκστην, για την Αμερική του κινηματογράφου του Ουέλλες, του Σκορσέζε και του Γούντι Άλλεν, για την Αμερική του σύγχρονου χορού της Μάρθας Γκράχαμ, του Κάννινγκαμ και του Αίηλυ, για την Αμερική της ζωγραφικής του Τζάκσον Πόλλοκ και του Ρόθκο, για την Αμερική του Μάικλ Τζόρνταν και του Μάτζικ Τζόνσον.

Και είμαστε αντιαμερικανοί: Για την Αμερική της εξόντωσης των Ινδιάνων, για την Αμερική της Κου Κλουξ Κλαν και των φυλετικών διακρίσεων, για την Αμερική του μακαρθισμού και της αντικομμουνιστικής υστερίας, για την Αμερική του πουριτανισμού και της απαγόρευσης των αμβλώσεων, για την Αμερική της θανατικής ποινής, για την Αμερική της τεράστιας στρατιάς αναλφαβήτων και του τεράστιου ποσοστού ανθρώπων κάτω από τα όρια της φτώχειας, για την Αμερική που καταργεί τη διδασκαλία της εξελικτικής θεωρίας του Δαρβίνου, που λογοκρίνει τον Ροντέν και καίει βιβλία του Σαίξπηρ ή δίσκους του Σπρίνγκστην, για την Αμερική του Βιετνάμ, όλων των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων και πολέμων.

Και ο ισολογισμός; Αν επιμείνουμε, αρνητικός θα βγει. Γιά δείτε: οι τέχνες και οι επιστήμες ανθούν ακόμα και στα πιο ανελεύθερα καθεστώτα· άρα, οι ελευθερίες μετρούν τελικά. Θα βαρύνουν δηλαδή στην –υπεραπλουστευτική– ζυγαριά οι φυλετικές και κοινωνικές διακρίσεις, σήμερα ακόμα, ο βαθύς συντηρητισμός, ο πουριτανισμός και η λογοκρισία, και βεβαίως ο ιμπεριαλισμός. Άρα; Είμαστε αντιαμερικανοί; Κι όμως. Απ’ την άλλη, δεν έχουμε καμία μα καμία απολύτως σχέση με τα θεοκρατικά καθεστώτα ή τα προγραμματικά ανελεύθερα και δικτατορικά του λεγόμενου τρίτου κόσμου. Άρα; Είμαστε φιλοαμερικανοί; Η Αμερική λοιπόν είναι οπωσδήποτε αίμα απ’ το αίμα μας· και σαν ηγετική δύναμη του λεγόμενου δυτικού κόσμου, όπου αυστηρά και μόνο ανήκουμε, αποτελεί πρόμαχο των ατομικών ελευθεριών και της αστικής δημοκρατίας. Άρα; Είμαστε φιλοαμερικανοί; Όμως, αναλογικά, και μέσα ακριβώς στον δυτικό κόσμο, η κατά των αμβλώσεων και υπέρ της θανατικής ποινής Αμερική είναι σήμερα η πιο συντηρητική, η πιο σκοταδιστική χώρα. Άρα; Είμαστε αντιαμερικανοί;

Δεν έχει νόημα αυτό το γαϊτανάκι. Πολιτισμικά είμαστε φιλοαμερικανοί, είμαστε Αμερικανοί. Και η οικογένειά μας είναι πάντοτε οικογένειά μας. Αυτό όμως δεν νοείται να μας εμποδίζει να είμαστε –κατά περίπτωση ή και γενικά, με τους ποδοσφαιρικούς όρους όσων επιμένουν– απερίφραστα αντιαμερικανοί. Δεν είναι αντίφαση αυτό: είναι ή θα έπρεπε να είναι η απλή πραγματικότητα. Έτσι όπως είμαστε και μένουμε, λόγου χάρη, Έλληνες και δεν γινόμαστε αίφνης ανθέλληνες, όπως μας στολίζουν, ξέρετε πάντοτε ποιοι, όταν επισημαίνουμε τα μύρια όσα τρωτά στην ίδια μας τη χώρα, όσα μας βρίσκουν κάποτε ριζικά αντίθετους ιδεολογικοπολιτικά, και που γι’ αυτά άλλοτε άλλοι πολέμησαν και άλλοι, με τον τρόπο τους, πολεμούν ακόμα.

buzz it!

Δεν υπάρχουν σχόλια: