26/2/07

H γενναιοδωρία των σοφών [για την επιμέλεια εκδόσεων, 4]

Τα Νέα 28 Ιουνίου 2003

Αν ο επιμελητής δεν επεμβαίνει σε πρωτότυπο κείμενο γενικά, τι μπορεί να κάνει ειδικά στη λογοτεχνία, και ειδικότερα στην ποίηση; Ένας λόγος παραπάνω, στην ποίηση του Ελύτη, και όταν μάλιστα δεν ζει πια ο ποιητής;

διαβάστε τη συνέχεια...

Με μια αναφορά στη συγκεντρωτική έκδοση της ποίησης του Ελύτη με δική μου επιμέλεια οδεύει προς το τέλος της η σειρά επιφυλλίδων για την τυπογραφική επιμέλεια (βλ. εδώ, α, β, γ). Και έπειτα από τις θεωρητικού τύπου επιφυλλίδες για το αμφιλεγόμενο αυτό επάγγελμα, έχει, πιστεύω, ενδιαφέρον μια ματιά στο εργαστήρι, την κουζίνα του επιμελητή, και ιδίως όταν εκεί μαγειρεύεται Ελύτης, μολονότι έτσι γίνομαι περισσότερο λεπτολόγος και αναπόφευκτα προσωπικός.

Ξεκίνησα να μιλάω για ένα επάγγελμα κρυμμένο πίσω από το τυπωμένο βιβλίο, με τη μικρή ή μεγάλη συμβολή του, συμβολή θετική, μπορεί και υπερθετική, αλλά κάποιες φορές και αρνητική, μπορεί και καταστροφική, ένα επάγγελμα που δεν αντιδικεί με το κείμενο ή με το συγγραφέα, αλλά προστρέχει, όσο μπορεί, και υπηρετεί –το συγγραφέα ακριβώς και το κείμενο, και εντέλει και τον αναγνώστη.

Γιατί, ως γνωστόν, η περιπέτεια της γραφής είναι μεγάλη, και της μετάφρασης –για άλλους λόγους– ακόμα μεγαλύτερη, και πάντοτε ένα τρίτο μάτι μπορεί κάτι ή πολλά να πιάσει. Αυτό το ξέρουν όλοι όσοι γράφουν δύο έστω γραμμές, και περισσότερο όσοι μεταφράζουν, γιατί η μετάφραση ιδιαίτερα είναι και τεχνική, μια τεχνική που φτάνει να ξεπερνάει ακόμα και δόκιμους χειριστές του λόγου.

Γίνεται όμως rewriting, όπως λέγεται, δηλαδή «ανασύνταξη», και στη λογοτεχνία; Γενικά, όχι. Ειδικά, μπορεί. Ίσως στην πεζογραφία –και πάντοτε σε συνεργασία με το συγγραφέα. Όχι όμως, πάλι γενικά, στην ποίηση: όχι ανασύνταξη, εννοώ· επειδή διόρθωση, να διορθώσει κανείς κάποια λέξη, έναν γραμματικό τύπο κτλ., ναι, μπορεί –πάντοτε, ξαναγράφω, με την άδεια του ποιητή.

Τι κάνει λοιπόν σ’ αυτό το πολύ περιορισμένο πλέον πεδίο των υποχρεώσεων και των αρμοδιοτήτων του ένας επιμελητής; Και ειδικά στον Ελύτη, όπου δεν γίνεται να είναι πιο περιορισμένο το πεδίο αυτό;

Δεν θα αναφερθώ στην εργασία μου όσο ζούσε ο ποιητής: εκεί τα πράγματα ήταν απλά, και τα αποτελέσματα δεδομένα. Για όποιον πάντως σκύψει στην έκδοση Εν λευκώ, τον δεύτερο τόμο με τα πεζά του, όπου ανατυπώνονται κυρίως παλαιότερα κείμενα, θα δει συγκρίνοντας ότι ο ποιητής, αντίθετα απ’ ό,τι γράφτηκε, ήταν οπωσδήποτε «ευμενής» απέναντι στις διορθώσεις –λέξεων, γραμματικών τύπων, ολόκληρων συντακτικών σχημάτων. Ή γενναιόδωρος, για να το πω αλλιώς. Στην ποίηση, βέβαια, δεν θα μπορούσε να είναι το ίδιο «δεκτικός»:* αλλά και πώς νοείται να υποδείξει κανείς αλλαγές στον Ελύτη, πέρα από μια έκθλιψη, ένα συμφωνικό σύμπλεγμα, ένα ευφωνικό -ν, άντε και κάποιον μεμονωμένο γραμματικό τύπο!

Όταν όμως δεν ζει πια ο ποιητής; Αρκεί τάχα η οσοδήποτε στενή συνεργασία, για να καθοδηγηθεί κανείς σε μια συγκεντρωτική έκδοση 17 συλλογών, που απλώνονται σ’ ένα διάστημα κοντά 50 χρόνων; Οπωσδήποτε όχι, μολονότι στην περίπτωσή μας δεν είναι αδέσποτο το έργο: υπάρχει κληρονόμος του ποιητή, η ποιήτρια Ιουλίτα Ηλιοπούλου, που από «θεσμική» θέση, και όχι μόνο, στηρίζει, παρακολουθεί –δηλαδή ελέγχει, να το πω απλά–, ή και υπαγορεύει βασικές ή επιμέρους επιλογές και κατευθύνσεις.

Ας πάρω τα πράγματα από την αρχή, να δούμε συγκεκριμένα τη δουλειά ενός επιμελητή, υπενθυμίζοντας και συνοψίζοντας κατά κάποιον τρόπο όσα έγραψα στις προηγούμενες επιφυλλίδες. Τώρα, με δεδομένο το μικρό σχήμα του βιβλίου (ρητή επιθυμία του ποιητή), σε συνδυασμό με τις απαιτήσεις των ποιημάτων (μεγάλο πλάτος στίχων, πολλοί άξονες σε ένα ποίημα κτλ.), ο επιμελητής επιλέγει το είδος και το μέγεθος των γραμμάτων, και στην πορεία προσπαθεί με τη σελιδοποίηση να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του βιβλίου και της σκληρής τυπογραφικής πραγματικότητας.

Παράλληλα με την αμιγώς τυπογραφική επιμέλεια, η «φιλολογικότερη»: πρέπει πρώτα να ελεγχθούν οι στίχοι ξένων ποιητών, έργο κατεξοχήν απαιτητικό, όταν πολλές φορές δεν δίνεται καν το όνομα του ποιητή. Διαβάζοντας λ.χ. στα Ετεροθαλή: Juego de luna y arena, πρέπει να μαντέψεις, να βρεις, πως είναι Λόρκα, και έπειτα να βρεις και από ποιο ποίημα· και καλά ο Λόρκα, αλλά στη Μαρία Νεφέλη, άντε να βρεις ότι το en las purpúreas horas είναι του Γκόνγκορα, κ.ο.κ. Έτσι, πρέπει, όσο είναι εφικτό, να ταυτιστούν και να ελεγχθούν στίχοι από Όμηρο, Πίνδαρο και Ρωμανό, Δάντη, Απολλιναίρ, Χαίλντερλιν, Νοβάλις, και πλήθος άλλους.

Μαζί γίνεται και η ορθογραφική ενοποίηση, σύμφωνα τη σχολική γραμματική, όπως έκανε πάντοτε ο ίδιος ο ποιητής, ή όπως άφηνε να κάνουν οι επιμελητές του. Κι εδώ έχει πολλαπλό ενδιαφέρον να δούμε ότι ο ποιητής που έγραψε για τον πολιτισμό τού ωμέγα, του ύψιλον και της υπογεγραμμένης, που από άλλους δρόμους συνέπεσε με απόψεις οι οποίες ταυτίζουν γλώσσα και γραφή, στην πράξη ελάχιστα ασχολήθηκε με την ορθογραφία. Αν και δεν τον έβρισκε σύμφωνο λ.χ. η απλογράφηση των ξένων λέξεων (τρένο με -ε, κτλ.), μόνο σαν χάρη σχεδόν ζητούσε να μείνει το μωβ με -ω· δεν είπε ποτέ ο Ελύτης το τραγικά γνωστό της ημιμάθειας και της ματαιοδοξίας: «έτσι το γράφω εγώ», δεν αναμείχθηκε στο καθαρά ορθογραφικό θέμα, ούτε καν στο ουσιωδέστερο του τελικού -ν, με αποτέλεσμα να τηρείται άλλη αρχή κατά συλλογή ή επιμελητή.

Εδώ είναι η γενναιοδωρία που είπα και παραπάνω και την έκανα και τίτλο της σημερινής επιφυλλίδας: όχι γενναιοδωρία με την έννοια ότι έδινε και στους επιμελητές του κάτι να παίζουν, αλλά με την έννοια ότι δεν ξέφυγε ποτέ και για κανένα εντέλει ωμέγα και ύψιλον και υπογεγραμμένη από την ουσία, τη γλώσσα δηλαδή της ποίησής του, την ποίηση την ίδια και τη γλώσσα την ίδια, κι όχι τη γραφή της –και άφηνε τότε τους επιμελητές να κάνουν τη δική τους τη μικροδουλειά.

Για την ορθογραφική ενοποίηση και τη διόρθωση τυπογραφικών αβλεψιών, η συγκεντρωτική έκδοση επιτρέπει μια συνολική άποψη του έργου και των επιμέρους επιλογών του ποιητή. Έτσι, δε θα μπορέσει να μάθει κανείς αν ο τύπος το φώσφορο είναι αιτιατική του αρσενικού ο φώσφορος ή του δημοτικότερου ουδετέρου το φώσφορο, οπότε ενδεχόμενη προσθήκη του τελικού -ν, με βάση υστερότερες απόψεις του ποιητή, θα άλλαζε το γένος. Θα δει όμως ότι είναι αρσενικό ο στάχυς, και θα σιγουρευτεί ότι η αιτιατική «το Στάχυ» είναι τυπογραφική αβλεψία, καθώς μάλιστα στην ίδια συλλογή έχει προηγηθεί «τον Στάχυ». Θα δει το επαναλαμβανόμενο αφουκράζομαι, και δεν θα το κάνει τότε αφουγκράζομαι, ούτε θα διανοηθεί να διορθώσει το κοινότατο μεγεθυμένο στο γραμματικά σωστό μεγεθυσμένο, που σίγουρα δεν θα το ήθελε ποτέ ο ποιητής –αλλά και επειδή δεν γίνεται διόρθωση στην ποίηση με βάση τη γραμματική!

Σε μεμονωμένες τώρα περιπτώσεις, απαιτείται άλλου είδους σκέψη: στο στίχο λ.χ. από τα τραγούδια του Λόρκα: Παντέρμη λούσε το κορμί σου, λούσ’ τό χελιδονονερό, δεν χρειάζεται να είναι κανείς ποιητής για να βγάλει τον τόνο από το «το», δηλαδή να δει την εικόνα της Παντέρμης που λούζει το κορμί της με ή στο χελιδονονερό, και όχι ότι βάζει κάτω το χελιδονονερό και το λούζει –άρα διορθώνει την προφανή τυπογραφική αβλεψία, από αυτές που μπορεί να τύχουν στον καθένα.

Θα τελειώσω στο επόμενο.


* Χαρακτηριστικά, στα Ελεγεία της Οξώπετρας διόρθωσε ένα «απ’ ανέκαθεν» (Ίκαρος, α΄ έκδ. 1991, σ. 10): ίσως κάτι που μου ανήκει ανέκαθεν να διεκδικώ· αλλά επέμεινε να κρατήσει για λόγους ρυθμού ένα άλλο (σ. 34): πάλι βγήκα εκεί / που το κολύμπι μ’ έβγαζε απ’ ανέκαθεν.

buzz it!

Δεν υπάρχουν σχόλια: