Kαι τα μυαλά με κάγκελα; [α]
Τα Νέα, 9 Αυγούστου 2003
Kάγκελα, το φετίχ πλέον της φοβικής κοινωνίας. Kάγκελα, να ορίσουμε τον χώρο μας, μα πιο πολύ να ξορκίσουμε τον φόβο μας. Τα κάγκελα εκφράζουν κι αυτά μια πολιτική μηδενικής ανοχής απέναντι σε ό,τι μπορεί να διαταράσσει την αρμονία ενός τυποποιημένου ανθρώπινου και οικιστικού τοπίου.
το πλήρες κείμενο
Κάγκελα, το φετίχ πλέον της φοβικής κοινωνίας. Κάγκελα, να ορίσουμε το χώρο μας, μα πιο πολύ να ξορκίσουμε το φόβο μας.
Κάγκελα, να κρατήσουμε καταρχήν δικαιολογημένα τον κλέφτη έξω, έξω από την κλειστή πόρτα, που κλείνει όμως πια και για τον πλασιέ και τον διαφημιστή, τον μεροκαματιάρη δηλαδή. «Απαγορεύεται η είσοδος… θα υποβάλλονται μηνύσεις…», πόσο εύκολα τα γράφουμε! Αρκεί να κρατήσουμε τον κίνδυνο έξω.
Και μέσα; μέσα μας; Κάγκελα. Για να τα ξαναπροβάλουμε έπειτα έξω, να ανακουφίσουμε τα μέσα μας, να τα δικαιώσουμε δηλαδή, και να τα στήσουμε μπροστά μας, να περιφρουρήσουμε πια τα πεζοδρόμια, τις πλατείες, τα πάρκα μας –πιο έπειτα ολόκληρες μιαρές περιοχές, την Ομόνοια ας πούμε, πόλεις ολόκληρες: εδώ οι άλλοι χτίζουν τείχος στη Δυτική Όχθη, να κρατήσουν απέξω ολόκληρο λαό.
Αλλά είναι πόλεμος εκεί. Ενώ εδώ; Μα πόλεμος κι εδώ. Απέναντι στον κλέφτη, αλλά μαζί στον ξένο κι άγνωστο και συνεπώς επίφοβο, στον κάθε λογής αδέσποτο, σκύλο και άνθρωπο, τον πρόσφυγα-μετανάστη («λαθρομετανάστη» δεν τον λέμε;), τον μειονοτικό, τον παραβατικό, τον περιθωριακό. Έτσι ξεκινούσε λίγους μήνες πριν η σελίδα αυτή, έτσι, πιο συγκεκριμένα, τελείωνε η πρώτη επιφυλλίδα της σειράς. Εστίαζα τότε στα αδέσποτα ζώα, κι εξέφραζα το φόβο ότι θα προχωρούσαμε στους αδέσποτους ανθρώπους: δεν έκανα καμιά φοβερή προφητεία δα, ήταν η εποχή που καγκελοφραζόταν το Πεδίο του Άρεως, λίγο πιο πριν είχαν μπει κάγκελα στου Φιλοπάππου, λίγο πιο πριν ακόμα είχαν φυτρώσει τα διάσημα πια κάγκελα του Άρχοντος Ατσαλάκωτου στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας –μαζί με μια γενικότερη εκστρατεία αποστείρωσης της πόλης–, και έτσι λίγο λίγο έμπαιναν στη ζωή μας, στο μυαλό μας.
Πέρασαν μήνες από την αλλαγή δημοτικής αρχής, η νέα δήμαρχος είχε υποσχεθεί, αρκετά αόριστα είν’ η αλήθεια, πως θα αφαιρεθούν από τους δρόμους όσα κάγκελα είναι επικίνδυνα. Μπα, νωρίς θα είναι ακόμα! Στο μεταξύ, τα κάγκελα του Πεδίου του Άρεως καμαρώνουν φρεσκοβαμμένα κιόλας, ενώ ξεκινούν εκεί κατακαλόκαιρο –να αποφύγουμε και τα πολλά πολλά με τους περίοικους και τις επιτροπές τους– τα έργα ανάπλασης.
Ότι είναι επικίνδυνα τα κάγκελα στα πεζοδρόμια έχει επισημανθεί συχνά: με αφορμή το μηχανάκι που έπεσε πάνω τους στην αρχή της Πατησίων και σκοτώθηκε ο οδηγός του, ή τον άγριο ξυλοδαρμό παγιδευμένων ανθρώπων σε κάποια διαδήλωση· είναι γενικότερα φανερός ο κίνδυνος σε κοσμοσυρροή, να προσθέσω και τον κίνδυνο από την ερημιά, τον κίνδυνο π.χ. απ’ τον τσαντάκια, το κλεφτρόνι ή και απλούστερα το καμάκι, που θα στριμώξει μια γυναίκα η οποία δε θα ’χει διαφυγή. Αν σταθώ ενδεικτικά στη γειτονιά μου μόνο, στο Παγκράτι: πόση ασφάλεια –απ’ αυτήν που παρέχουν υποτίθεται εξ ορισμού τα κάγκελα– μπορεί να νιώσει ένας περαστικός στο ατέλειωτο πεζοδρόμιο της Ριζάρη (ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο) πλάι στο Ίδρυμα Ερευνών, ανάμεσα στα κάγκελα του Ιδρύματος απ’ τη μια μεριά και του Άρχοντος Ατσαλάκωτου απ’ την άλλη; Και πιο απλά, στοιχειώδη πράγματα, όπου δεν μπορεί κανείς να βγει απ’ την πολυκατοικία του, π.χ. στη Σπύρου Μερκούρη, και να περάσει απ’ το ένα μέτρο κενό ανάμεσα στην καγκελοσειρά, καθώς θα είναι σίγουρα –και νόμιμα– παρκαρισμένο κάποιο αυτοκίνητο μπροστά. Άπειρα δηλαδή κακά και κίνδυνοι ουσιαστικοί απέναντι στο ένα και μοναδικό καλό, την αποτροπή στάθμευσης των αυτοκινήτων πάνω στα πεζοδρόμια (κάτι που πάντως το πέτυχε απλούστατα, π.χ. ο δήμος Καλλιθέας, εκεί που έβαλε κάγκελα μήκος ένα μόλις μέτρο, με άλλο τόσο κενό ανάμεσά τους!). Τόση έλλειψη κοινής λογικής δηλαδή; Ή μήπως να πάει και στο πονηρό ο νους μας; όταν με την καγκελοφραγή οροθετείται ένα τμήμα του πεζοδρομίου, εξασφαλίζοντας έτσι χώρο που νοικιάζεται για τραπεζοκαθίσματα;
Αλλά αυτά είναι λεπτομέρειες έστω, τεχνικού τύπου οι περισσότερες. Ουσιαστικό είναι ό,τι παρακολουθεί την πρακτική αυτή: απ’ τη μεριά μας, η ανοχή απέναντι σε κάθε είδους απαγορεύσεις, η εξοικείωση, ο εθισμός με τις εικόνες της φυλακής μας· κι απ’ τη μεριά όσων μας καγκελώνουν, η ολοένα και περισσότερο ελεγχόμενη χρήση των δημόσιων χώρων, της πόλης μας –δηλαδή της ζωής μας–, και γενικότερα η πολιτική μηδενικής ανοχής απέναντι σε ό,τι μπορεί να διαταράσσει την αρμονία ενός τυποποιημένου ανθρώπινου και οικιστικού τοπίου. Έτσι βλέπουμε να προχωρεί αργά, αλλά φοβάμαι και μεθοδικά, ο καθαρισμός του τοπίου της πόλης μας π.χ., έτσι όπως κυνηγήθηκαν και κυνηγιούνται οι μικροπωλητές και ό,τι μπορεί να θύμιζε ανατολίτικο παζάρι, ντροπιαστικό της ευρωπαιοσύνης μας· έτσι όπως κυνηγιούνται οι κάθε λογής αργόσχολοι από τις νέου τύπου ανθρωποδιωχτικές πλατείες, με πρώτη την Κοτζιά, μπροστά στο δημαρχείο, και τώρα της Ομόνοιας –αλλά τι λέω, έτσι όπως κυνηγιέται κάθε πράσινο ίχνος απ’ όσα δεν εμπίπτουν στην κάπως προστατευόμενη ακόμα κατηγορία «δέντρο», κάθε θάμνος δηλαδή («δεν θα κοπεί ούτε ένα δέντρο» λένε σοφιστικά, π.χ. για το Πεδίο του Άρεως, και ξεπατώνουν δάφνες δύο με τρία μέτρα ύψος!), άσε πια τα αυτοφυή και ανυπότακτα χόρτα, που όλα ξυρίζονται ή κατακαίγονται, συχνά με τοξικότατα ζιζανιοκτόνα, και μένει μόνο μια νεκρή, γυμνή γη με ορφανά δέντρα, π.χ. στον λόφο της Ακρόπολης, στα δύο πάρκα του Θησείου, οπουδήποτε υπάρχουν πέντε δέντρα (στην Ευελπίδων, πλάι στο Αμόρε· στη Μουσών, στα όρια του Ψυχικού), σε πιο περιορισμένη έκταση στο Ζάππειο και στον Εθνικό Κήπο, ή στο Πεδίο του Άρεως κτλ. Για λόγους ασφάλειας πάντοτε. Και, όπως είπαμε, έπειτα από τη χλωρίδα –συχνά μαζί–, στόχος βασικός αυτής της πολιτικής είναι η πανίδα, τα τετράποδα, εννοείται, και κυρίως τα δίποδα.
Το πρόβλημα όμως είναι εκεί όπου αυτή η πολιτική μηδενικής ανοχής έρχεται να ανταμώσει την ενδιάθετη δική μας, αν όχι ακόμα τη μηδενική, οπωσδήποτε τη μειωμένη δική μας ανοχή.
Το πώς εικονογραφούνται όλα αυτά στην περίπτωση του Πεδίου του Άρεως μπορούμε να το δούμε στην επόμενη επιφυλλίδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου