Το «σπασμένο τηλέφωνο» επιστημονικό εργαλείο [απάντηση σε Μπαμπινιώτη, α]
Τα Νέα, 3 Φεβρουαρίου 2007
«Κατανάγκην, επομένως, αυτός ο οποίος χρησιμοποιεί τούτο ή εκείνο το πράγμα έχει και τη μεγαλύτερη γνώση για αυτό, και εξηγεί στον κατασκευαστή τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα που παρουσιάζει το πράγμα κατά τη χρήση του».
Αυτά λέει κατηγορηματικά στον κ. Μπαμπινιώτη ο Πλάτων (Πολιτεία 601d, μετ. Ν. Μ. Σκουτερόπουλος, και άλλα τόσα στον Κρατύλο, 390b 1 κ.ε.), πως δηλαδή ο χρήστης κυρίως θα του πει αν είναι χρήσιμο ή χρηστικό το λεξικό του εν γένει, με όλα τα προβλήματά του και όχι μόνο με το ορθογραφικό του σύστημα (για το οποίο έγινε ειδικότερα ο λόγος εδώ τελευταία), τα πάσης φύσεως προβλήματα, όπως εμφανίστηκαν στην πρώτη έκδοση, έπειτα σε μία ψευδεπίγραφη «επανεκτύπωση», που δεν ήταν δηλαδή επανεκτύπωση, αφού είχε αρκετές, και διαρθρωτικές μάλιστα, αλλαγές, και τέλος (;) σε μια τρίτη ουσιαστικά έκδοση, που όμως ειπώθηκε παραπλανητικά «δεύτερη», με κάποιες ακόμα διορθώσεις. (Και ατυχώς, όσο κι αν πήγε εν συνεχεία κάτι, είναι η αλήθεια, να βολέψει –στο ορθογραφικό έστω σκέλος– το άλλο λεξικό, «Για το Σχολείο και το Γραφείο», κι έπειτα πάλι το «Μικρό Λεξικό», ένα παραμένει ουσιαστικά στην αγορά και στην κοινή συνείδηση το Λεξικό Μπαμπινιώτη: το μεγάλο, και εκεί γίνονται πάντοτε από όλους όλες οι αναφορές.)
διαβάστε τη συνέχεια...
Έτσι, δεν έχει σημασία τώρα εδώ η αρνητική κρίση μεγάλου μέρους της επιστημονικής κοινότητας, της ίδιας που έχει κρίνει ανάλογα το όλο έργο και την πολιτεία του κ. Μπαμπινιώτη. Και γι’ αυτήν τη συνολική κριτική μιλούσα, συν τοις άλλοις, αναφέροντας βεβαίως και ονόματα, σε παλαιότερη επιφυλλίδα μου (Νέα 6.8.05), όπου σχολίαζα σημείο προς σημείο –πλην του ύφους– μια απάντηση του κ. Μπ. (Νέα 23.7.05), όταν έγραφα για τη Γραμματική του.
Σημασία έχει «κατανάγκην», σύμφωνα με τον Πλάτωνα, ο λόγος του χρήστη: από τον πιο ειδικό χρήστη, τον επαγγελματία λ.χ. γραφιά, τον διορθωτή κτλ., ώς τον απλό, τον μαθητή, τον φοιτητή κτλ. Αυτά ως προς το ύφος (και την άποψη) του κ. Μπ., που μετά βδελυγμίας και χολής πολλής αρνείται περίπου τον λόγο σε όσους δεν έχουν «ειδικές γνώσεις ή επιστημονική ενασχόληση με αυτά τα θέματα»! Αλλά, έτσι κι αλλιώς, όπως επίσης επισήμαινα, αναφέροντας και πάλι ονόματα, με το ίδιο πάντοτε ύφος απαντά ανέκαθεν ο κ. Μπ. και στους ειδικούς, και σε συναδέλφους του γλωσσολόγους: βλ. στο μεταξύ νεότερο κρούσμα, στην αλληλογραφία του στο Βήμα με τον συνάδελφό του, καθηγητή της γλωσσολογίας, Γιάννη Βελούδη (3, 10 και 14.2.06 -βλ. εδώ στις ανορθογραφίες). Έξεστι Λακεδαιμονίοις δηλαδή, αλλά δεν είναι θέμα μας εδώ το ύφος του καθηγητή –όταν έστω απαντά, όταν έστω καταδέχεται να αλαζονευτεί και να απαξιώσει, γιατί άλλον τρόπο δεν ξέρει, άλλον τρόπο εννοώ διαλόγου με την επιστημονική κοινότητα (αφού ούτε σε συνέδρια λ.χ. πατάει, άλλα απ’ τα δικά του, εννοείται· στις ετήσιες διεθνείς συναντήσεις του Αριστοτελείου, φερειπείν, κοντά τρεις δεκαετίες τώρα, δεν τους έκανε ποτέ την τιμή).
Το θέμα μας λοιπόν είναι ότι για την περίφημη «ορθή» γραφή με βάση την ετυμολογία, την ετυμολογία πάντως που, όπως είδαμε τελευταία, την αλλάζει ο κ. Μπ. από έκδοση σε έκδοση (ακολουθώντας, φαίνεται –και είναι προς τιμήν του αυτό– το Λεξικό του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη), για την «ορθή» γραφή λοιπόν έχει εμμέσως πλην σαφώς αποφανθεί ο ίδιος ο κ. Μπαμπινιώτης, όταν δηλώνει πως άλλοτε τηρείται η λανθασμένη γραφή που επικράτησε, και άλλοτε όχι.
Ώστε δεν υπάρχει, κατά την έμμεση έστω παραδοχή του κ. Μπ., απολύτως και εν γένει «ορθή» γραφή, αφού καθοριστικό ρόλο έπαιζε και παίζει και το κριτήριο της χρήσης.
Εν πάση περιπτώσει, όπως έχω επαναλάβει κατά κόρον, ανεξάρτητα από την όποια αξία, συνέπεια, ορθότητα κτλ. των προτάσεων Μπαμπινιώτη, ώσπου να αποφασίσουν ακριβώς οι επίσημοι φορείς (αυτοί τους οποίους επικαλείται και ο κ. Μπ.), θα όφειλε κανείς, και σίγουρα μια εφημερίδα λ.χ., να ακολουθεί τη σχολική ορθογραφία.
Προσθέτω πάντοτε ωστόσο πως, αν παραταύτα κάποιος αποφασίσει να ακολουθήσει το λεξικό Μπαμπινιώτη, οφείλει να το ακολουθήσει με συνέπεια, και όχι να αυτοσχεδιάζει εν ονόματί του –ή και ερήμην του!
Αυτό είναι πάντοτε και αυστηρώς το θέμα μου, αυτό ήταν και στις δύο επιφυλλίδες μου (9 και 23.12.06) στις οποίες «απαντά» ο κ. Μπ. με μισή σελίδα εφημερίδας αυτοδιαφήμισή του (Νέα 13.1.07), βασισμένη, όπως θα δούμε, σε μια «παρανάγνωση» –στην καλύτερη περίπτωση. Είμαι υποχρεωμένος πρώτα να επανέλθω σε όσα συνόψιζα στις δύο εκείνες επιφυλλίδες. Σύνοψη της σύνοψης, δηλαδή:
Έλεγα λοιπόν και λέω ότι στις μέρες μας εμφανίζεται μια γενικευόμενη «ανορθογραφία», εντονότερα από άλλοτε και αδικαιολόγητα, τηρουμένων, εννοείται, των αναλογιών: τρεις δηλαδή δεκαετίες από τη γλωσσική μεταρρύθμιση του Ράλλη και την καθιέρωση της δημοτικής, με τον ομαλότερο δηλαδή βίο που γνώρισε εδώ και δύο σχεδόν χιλιετίες η γλώσσα μας. Παρατηρείται λοιπόν μια αυθαίρετη ορθογράφηση ερήμην όλων των λεξικών, μαζί και του Μπαμπινιώτη, μια «πορεία» η οποία ξεκίνησε, κατά τη γνώμη μου, από τη σύγχυση που προκλήθηκε με την έκδοση του Λεξικού Μπ. Και αυτή η σύγχυση συντηρείται από την εσωτερική ασυνέπεια του λεξικού αυτού, που αλλού δέχεται την καθιερωμένη «εσφαλμένη» γραφή και αλλού όχι. Χαρακτηριστικό παράδειγμά μου, το σχόλιο στο λήμμα τραβώ, όπου γράφει ο κ. Μπ. ότι δέχεται τη γραφή με -β, όπως επικράτησε, αντί για την ετυμολογικά ορθή γραφή με -υ (τραυώ).
Εις εαυτόν λοιπόν ας απαντήσει ο κ. Μπαμπινιώτης.
Το παιχνίδι της μπερλίνας
Για την κραυγαλέα αυτή ασυνέπεια έγραφα, ασυνέπεια που δυναμιτίζει ολόκληρο το ορθογραφικό οικοδόμημα του κ. Μπαμπινιώτη, και τι απάντησε ο κ. Μπαμπινιώτης; Τίποτα απολύτως. Έστειλε όμως μισή σελίδα διαφήμιση του τριπλού ή τριπολικού εγχειρήματός του (!), βασισμένη εξολοκλήρου σε μια πρόταση που δεν την έγραψα εγώ ποτέ, ούτε στις δύο επιφυλλίδες στις οποίες υποτίθεται πως απαντά ο κ. Μπ., ούτε σε καμιάν άλλη, αφού εξάλλου έχει να κάνει με θέμα με το οποίο δεν ασχολήθηκα ποτέ: τον εμφανίζω, λέει, ότι «αποκρύπτει, παρασιωπά ή εκθέτει στο λεξικό του τη σχολική ορθογραφία»!
Τέτοια παρανόηση; Ή τάχα τι; Αναγνωστική δυσχέρεια; Ή τότε ψέμα; ένα κοινό, ανερυθρίαστο ψέμα; Και σε επιστολή που ξεκινάει γράφοντας για «γλωσσική ψύχωση» που έχω εγώ «εναντίον του»;
Να επιστραφεί λοιπόν η κατηγορία;
Ή να υποθέσω απλώς ότι μάλλον δεν μου κάνει την τιμή να με διαβάζει ο κ. Μπαμπινιώτης; Να δει μάλιστα πόσες φορές προβάλλω ορισμένες απόψεις του, όταν ακριβώς μιλώ για τη σύγχυση που ανέφερα πιο πάνω, ή πάλι όταν προβάλλω ορισμένες υποφωτισμένες θέσεις του, λ.χ. κατά του πολυτονικού ή κατά της άποψης περί λεξιπενίας (θέσεις του όμως που, αν ακουστούν ευρύτερα, μπορεί να του στερήσουν μεγάλο μέρος του ακροατηρίου του)! Αλλά, αν δεν με διαβάζει, τότε σε τι απαντά; Σε ό,τι ίσως πήγαν και (του) είπαν κι έλεγαν πως πήγα κι είπα κι έλεγα; Με «σπασμένο τηλέφωνο», το γνωστό παιδικό παιχνίδι, δουλεύει ένας πανεπιστημιακός δάσκαλος;
Αλλά με την ευκαιρία, προσοχή: να μην την προσπεράσουμε έτσι αυτή την καινοφανή θεωρία περί «ψυχώσεως»: από πότε λοιπόν συνιστά ψύχωση η συστηματική (μακάρι! προσωπικά δεν το ’χω καταφέρει…) κριτική ενός δημοσίου προσώπου, με το εκτόπισμα μάλιστα, την πολυπραγμοσύνη και την προβολή του κ. Μπ.; Δηλαδή ο επί των εξωτερικών συντάκτης μιας εφημερίδας, που –οφείλει να– ασχολείται καθημερινά με το έργο της Ντόρας Μπακογιάννη, έχει ψύχωση μαζί της; (Ή, απ’ την άλλη, θα ’πρεπε να ’ναι ο ίδιος υπουργός ή διπλωμάτης για να ασχοληθεί μαζί της;)
Μακάρι να ’χα επιλέξει πιο ευέλικτο τύπο σελίδας, που θα μου επέτρεπε να ασχολούμαι τακτικότερα –όσο μάλιστα περνούν τα χρόνια και θολώνουν τα νερά και η μνήμη– με τα έργα και κυρίως την πολιτεία του κ. Μπ., για την οποία αρκετά έχω ήδη γράψει, όπως εξάλλου και πολλοί άλλοι, και μάλιστα «ειδικοί».
Για το λεξικό όμως, και αφού για δεύτερη φορά προκαλούμαι ότι «ψωμίζομαι» από αυτό και «φτύνω εκεί που τρώω», μετά χαράς θα επανέλθω, σουμάροντας τα παλιά και δίνοντας ελάχιστο δείγμα από τα όσα ανακαλύπτει κανείς κάθε φορά που απλώς το ξεφυλλίζει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου